ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ: ΓΙΑΤΙ;
Όταν το “πάμε και όπου βγει” είναι συνήθης τρόπος λειτουργίας, το να θέλεις να πείσεις την κοινή γνώμη ότι για μια τραγωδία φταίει το λάθος ενός και μόνο ανθρώπου, δεν προκαλεί έκπληξη. Η στάση αυτή, εκτός από ύβρις είναι και η απόδειξη ότι τίποτα δεν θα αλλάξει.
Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει… Ο δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους που έφυγαν εκείνους που χάθηκαν μέσα στον ύπνο τους πελαγίσιους τάφους, όσο ζητάς τα σώματα που αγάπησες να σκύψουν κάτω από τα σκληρά κλωνάρια των πλατάνων εκεί που στάθηκε μια αχτίδα του ήλιου γυμνωμένη και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε η καρδιά σου, ο δρόμος δεν έχει αλλαγή· κράτησα τη ζωή μου. |
Γιώργος Σεφέρης
Ενηλικιωμένος σε αυτή τη χώρα, αρχίζεις σιγά σιγά να καταλαβαίνεις ότι πολλά πράγματα δε λειτουργούν ορθολογικά. Το δεύτερο που καταλαβαίνεις είναι πως δε λειτουργούν ούτε δίκαια. Σε αυτή τη χώρα ο κανόνας δεν έχει και δεν είχε ποτέ την ισχύ και τον σεβασμό μιας εντολής σχεδόν μεταφυσικής στο αστικό κράτος. Αυτό που λέμε λαϊκά όταν κάτι τηρείται σαν ευαγγέλιο. Ακριβώς γι’ αυτό επικράτησε φυσικά η μεταφυσική επιλογή του «πάμε κι όπου βγει». Και κάνουμε και ένα σταυρό για να μας φυλάει ο θεός από την κακιά στιγμή. Ανεξάρτητα από το αν πράγματι ειπώθηκε, αυτό το «πάμε κι όπου βγει», συνοψίζει άριστα την banana republic Γ’ Ελληνική Δημοκρατία.
Έχουν παρέλθει λίγα μόλις εικοσιτετράωρα από τη νέα εθνική μας τραγωδία και ήδη έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά. Ίσως υπερβολικά πολλά και με τη συνήθη ευκολία, ενώ θα έπρεπε οι λέξεις να βγαίνουν δύσκολα. Θα έπρεπε όλοι όσοι αρθρώνουν λόγο τούτες τις ώρες να μη λησμονούν ότι κάπου μια μάνα θρηνεί το σπλάχνο της. Κάπου ένας πατέρας καλείται να αναγνωρίσει το παιδί του από ένα τατουάζ, από ένα μόνο διακριτικό σημάδι. Τα σημάδια όμως που φέρουν πλέον αυτοί οι γονείς στην ψυχή τους δε θα φύγουν ποτέ. Το λιγότερο το οποίο μπορούμε και οφείλουμε άπαντες να πράξουμε, είναι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί τι λέμε και πως το λέμε.
Όσο αυτό είναι εφικτό. Γιατί σε πιάνει τρέλα. Γιατί αντιλαμβάνεσαι για ακόμη μία φορά ότι τίποτα δεν άλλαξε. Ότι τίποτα δεν αλλάζει. Ίσως και ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει. Ότι οι εισηγήσεις και οι διαμαρτυρίες εκείνων οι οποίοι γνωρίζουν το εκάστοτε αντικείμενο και προειδοποιούν, δεν εισακούονται από τους αρμόδιους, ούτε προβάλλονται επαρκώς από τα μέσα ενημέρωσης. Ότι οι κανόνες δεν τηρούνται, ακόμα και στα πιο κρίσιμα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός, ότι δεν υπάρχει πρόληψη, ότι δεν υπάρχει πρόβλεψη. Δεν υπάρχουν πρωτόκολλα να τηρηθούν, κι αν υπάρχουν, όπου υπάρχουν, το ίδιο το σύστημα πριμοδοτεί ή απλώς επιτρέπει την παραβίασή τους.
Από την άλλη, αυτό το οποίο παρακολουθούμε ενεοί αυτές τις μέρες αποτελεί σαφώς το αποτέλεσμα του εκτροχιασμού μιας ιδιωτικοποίησης από σούπερμαν της πολιτικής. Τα παραδείγματα είναι πολλά και στο εξωτερικό. Οι κάτοικοι του Φλιντ των Η.Π.Α. πέθαιναν για μια δεκαετία από δηλητηριάσεις εξαιτίας της απροθυμίας των ιδιωτών να βελτιώσουν το δίκτυο ύδρευσης. Για ανθρώπινες ζωές ο λόγος, ούτε καν για την ληστρική εμπορική εκμετάλλευση ενός βασικού αγαθού, όπως είναι το νερό, με διαδοχικές και ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις. Η έννοια του κοινωφελούς αγαθού είναι εξ΄ ορισμού αντίθετη με εκείνη του εμπορικού προϊόντος, όπου τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο έχει το κέρδος. Γνωστά πράγματα. Απορεί κανείς; Βιώσαμε μόλις το πάντρεμα της καταστατικής αδιαφορίας με την αποδόμηση του κοινωνικού κράτους δικαίου. Κουμπάρος είναι η περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής.
Κάθε τόσο στο συνεχές εναλλασσόμενο του πόνου και των καταγγελιών, επαναλαμβανόταν με πένθιμη συχνότητα το ίδιο ερώτημα: «Μα πως είναι δυνατόν να έχει συμβεί αυτό;». Το πραγματικό ερώτημα όμως είναι πως είναι δυνατόν να μην έχει συμβεί αυτό. Πως είναι δυνατόν ένας λαός να πορεύεται αγέρωχα στο 5G μέλλον, χωρίς να έχει λύσει μέχρι το σωτήριο έτος 2023 μία σειρά από βασικά θέματα; Και για να επαναλάβουμε το ίδιο περίπου ερώτημα με άλλη έννοια: Πως είναι δυνατόν να αλλάξουν όλα αυτά; Στη θεωρία η απάντηση είναι εξαιρετικά απλή. Σχεδιασμός, οργάνωση, δημόσιες δαπάνες και δημόσιες επενδύσεις, κοινωνική πολιτική, αξιοκρατία, διαφάνεια, δικαιοσύνη. Στην ελληνική πρακτική βέβαια τίποτε από όλα αυτά δεν παίζει. Γι’ αυτό πάμε κι όπου βγει. Μέχρι το επόμενο τραγικό λάθος. Μέχρι το επόμενο εθνικό πένθος. Αφού η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει.
Ο εκδότης