Το «γκρίζο» ποδοσφαιρικό αποτύπωμα

Ο «βασιλιάς των σπορ» έχει βαρύ αντίκτυπο στο περιβάλλον. Οι ρύποι που παράγει, αντιστοιχούν περίπου στις ετήσιες εκπομπές της Αυστρίας
Όταν το μακρινό 1930 η Ουρουγουάη φιλοξένησε το παρθενικό Παγκόσμιο Κύπελλο στην ιστορία του ποδοσφαίρου, η πρώτη και πολύ μεγάλη δυσκολία ήταν το πώς θα περάσουν τον ωκεανό οι αποστολές των ομάδων από τα άλλα μέρη του κόσμου για να φτάσουν στην «καρδιά» της Νοτίου Αμερικής.
Όσοι παίκτες δεν είχαν εξασφαλισμένο το οικονομικό, έμειναν στην χώρα τους. Ήταν δύσκολες εποχές εκείνες μετά το χρηματιστηριακό κραχ του 1929 και οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές αδυνατούσαν να ταξιδέψουν δύο μήνες για να περάσουν με καράβι τον Ατλαντικό και να μείνουν άλλον έναν στην Ουρουγουάη για μερικά παιχνίδια ενός αθλήματος που βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα, πολύ μακριά από τον επαγγελματισμό. Περί μετακίνησης φιλάθλων, κανένας λόγος, ειδικά για όσους θα ήθελαν να ακολουθήσουν ως εκεί μια ομάδα από άλλη, πολύ μακρινή, ήπειρο.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το ποδόσφαιρο έχει γιγαντωθεί και το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι μια κολοσσιαία διοργάνωση που μετακινεί εκατομμύρια φιλάθλων τόσο στην τελική όσο και στην προκριματική τους φάση. Οι αποστάσεις έχουν μηδενιστεί και το πέρασμα από τη μία χώρα στην άλλη είναι πια υπόθεση ολίγων ωρών με το αεροπλάνο. Το ίδιο ισχύει σε κάθε διοργάνωση του δημοφιλέστερου ομαδικού σπορ παγκοσμίως. Ακόμα και στα εσωτερικά πρωταθλήματα κάθε χώρας, η μετακίνηση χιλιάδων φιλάθλων για τους αγώνες θεωρείται πια υπόθεση ρουτίνας.
Το ποδόσφαιρο έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όρια μιας απλής αθλητικής αναμέτρησης και έχει εξελιχθεί σε ένα κοινωνικό φαινόμενο, με πλούσιο αποτύπωμα στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Είναι μια τεράστια βιομηχανία, απασχολεί και θρέφει εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους μέσα κι έξω από τους αγωνιστικούς χώρους, διακινεί ποσά που ξεπερνούν κατά πολύ το ακαθάριστο προϊόν πολλών χωρών του πλανήτη. Και το αποτύπωμα του δεν αγγίζει μόνο την οικονομική ή την κοινωνική σφαίρα, αλλά επηρεάζει σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό απ’ όσο θα περίμενε κανείς το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής.
«Καίει» 150 εκ. βαρέλια
Σύμφωνα με μια έκθεση του New Weather Institute Dirty Tackle που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, το αποτύπωμα άνθρακα της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής βιομηχανίας αντιστοιχεί περίπου στις ετήσιες εκπομπές της Αυστρίας ή περίπου 60% περισσότερο από αυτές της Ουρουγουάης, της χώρας που φιλοξένησε το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1930. Σε γενικές γραμμές, είναι περίπου ίσο με τις εκπομπές από την καύση 150 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου και επιβαρύνει σε σημαντικό βαθμό την ατμόσφαιρα.
Η έρευνα αυτή είναι η πρώτη παγκόσμια αξιολόγηση των εκπομπών άνθρακα της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας και χρησιμοποιεί μια μεθοδολογία που αναπτύχθηκε πρόσφατα από το New Weather Institute. Καλύπτει τις εκπομπές σε όλο το εύρος των αγώνων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που οφείλονται στην κατασκευή των αθλητικών εγκαταστάσεων και υποδομών, όλων των εκπομπών που σχετίζονται με τα ταξίδια και τη φιλοξενία αποστολών – φιλάθλων σε ξένες πόλεις, της διακίνησης εμπορευμάτων και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των βασικών χορηγικών συμφωνιών με ρυπογόνες εταιρείες. Αξιολογεί τον ισχυρό αντίκτυπο των διεθνών και συλλογικών ποδοσφαιρικών αγώνων ανδρών – γυναικών και φιλοδοξεί να βοηθήσει το ποδόσφαιρο να αντιμετωπίσει καλύτερα την αυξανόμενη συμβολή του στην κλιματική αλλαγή, περιορίζοντας τον αντίκτυπο των επιπτώσεων.
Πριν δημοσιευτεί αυτή η έκθεση, οι προηγούμενες εκτιμήσεις για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του ποδοσφαίρου ήταν χαμηλής ποιότητας, χωρίς να βασίζονται σε επιστημονικά κριτήρια και οργανωμένες μετρήσεις. Η μέχρι τώρα προσέγγιση ήταν αποσπασματική και πρόχειρη, αγνοούσε βασικά στοιχεία και οδηγούσε σε μία ευρεία υποτίμηση του αντίκτυπου του ποδοσφαίρου στο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, με συνέπεια τις αποσπασματικές προσπάθειες αντιμετώπισής του. Η δράση για το κλίμα στο ποδόσφαιρο παραμένει σε πρώιμο στάδιο, εστιάζοντας γενικά και αόριστα στη μείωση των λειτουργικών εκπομπών, χωρίς συγκεκριμένα και ενδεχομένως ενοχλητικά μέτρα. Και σίγουρα θα χρειαστεί να «σπάσουν αυγά» για να προκύψει ένα ενθαρρυντικό αποτέλεσμα, κόντρα στην ανάγκη να γιγαντωθεί ακόμα περισσότερο το άθλημα παγκοσμίως για να αντλήσει τα έσοδα που θα εξασφαλίσουν όχι απλώς την επιβίωση, αλλά την ευημερία του.
Αγώνας Μουντιάλ = χιλιάδες αυτοκίνητα
Αυτή η γιγάντωση υπονομεύει κάθε προσπάθεια να περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό το αποτύπωμα του ποδοσφαίρου στο ανησυχητικό φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Χρόνο με το χρόνο, οι ποδοσφαιρικοί αγώνες αντί να μειώνονται, αυξάνονται συνεχώς με γεωμετρική πρόοδο. Οι αποστάσεις εκμηδενίζονται, οι ποδοσφαιρικοί κόσμοι έρχονται ολοένα και πιο κοντά, ο αθλητικός τουρισμός εξαπλώνεται, χορηγοί που λανσάρουν ρυπογόνα προϊόντα στηρίζουν οικονομικά τη γιγάντωση του σπορ, για να εισβάλλουν σε περισσότερα σπίτια και να αυξάνουν την πελατεία τους. Είναι απαραίτητο να μπουν κανόνες που θα βάλουν μια τάξη, εάν φυσικά η παγκόσμια κοινότητα επιθυμεί να βελτιώσει τις συνθήκες έστω και σε βάρος της οικονομικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, κάθε αγώνας Παγκοσμίου Κυπέλλου ανδρών εκτιμάται ότι εκπέμπει μεταξύ 44.000 tCO2e και 72.000 tCO2e, αριθμός που ισοδυναμεί με τη ρύπανση που προκαλεί κατά μέσο όρο η κίνηση 31.500 έως και 51.500 αυτοκινήτων για έναν ολόκληρο χρόνο! Στην δε Πρέμιερ Λιγκ, ένα παιχνίδι εκτιμάται ότι εκπέμπει περίπου 1.700 tCO2e, με τις εκπομπές που σχετίζονται με τα ταξίδια να αποτελούν περίπου το ήμισυ της συνολικής αποτίμησης. Ο αριθμός αυτός αυξάνεται κατά περίπου 50% για έναν διεθνή αγώνα υψηλού ενδιαφέροντος, κυρίως λόγω των αεροπορικών ταξιδιών των φιλάθλων.
Οι «ρυπογόνοι» χορηγοί
Οι βασικές πηγές ρύπανσης του ποδοσφαίρου είναι οι χορηγικές συμφωνίες με εταιρείες που τα προϊόντα τους ρυπαίνουν σε μεγάλο βαθμό, οι μετακινήσεις των φιλάθλων για την παρακολούθηση διεθνών και εγχώριων αγώνων και η κατασκευή γηπέδων και των αθλητικών υποδομών που τα συνοδεύουν. Οι συνολικές εκπομπές άνθρακα εξ αυτών των λόγων, αποτιμώνται σε περίπου 64-66 εκατομμύρια tCO2e ετησίως. Τη μερίδα του λέοντος στο αποτύπωμα άνθρακα του ποδοσφαίρου την έχουν οι χορηγικές συμφωνίες, αποτελώντας το 75% του συνόλου. Οι διαφημιστικές καμπάνιες των σχετικών εταιριών μέσω του ποδοσφαίρου έχουν μεγάλη απήχηση, αυξάνουν τη ζήτηση για ρυπογόνα προϊόντα και αλλάζουν σημαντικά τον τρόπο ζωής μας, με αποκορύφωμα τα αεροπορικά ταξίδια μεγάλων αποστάσεων που μετακινούν ετησίως δεκάδες εκατομμύρια φιλάθλων.
Ακόμα κι αν αφήσουμε στην άκρη τις εκπομπές άνθρακα που προέρχονται από τις χορηγίες, το παγκόσμιο συνολικό αποτύπωμα άνθρακα των δραστηριοτήτων του ποδοσφαίρου εκτιμάται ότι είναι 13-15 εκατομμύρια tCO2e ετησίως, που ισοδυναμεί με τις εκπομπές ενός έθνους του μεγέθους της Κόστα Ρίκα. Οι δραστηριότητες που επιβαρύνουν περισσότερο είναι η κατασκευή γηπέδων φαραωνικού συχνά μεγέθους και κυρίως τα ταξίδια των φιλάθλων με αεροπλάνα και αυτοκίνητα, μετακινήσεις που θεωρούνται από τη φύση τους ιδιαίτερα προβληματικές.
Είναι πασιφανές ότι η επέκταση των διεθνών ποδοσφαιρικών τουρνουά και η έκρηξη των αεροπορικών ταξιδιών, προκαλούν μεγάλη αύξηση των εκπομπών άνθρακα.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο τα τελευταία χρόνια είναι υπεύθυνο για 6,5 εκατομμύρια tCO2e κατά τη διάρκεια του τετραετούς κύκλου του, τόσο στην προκριματική όσο και στην τελική του φάση. Οι περισσότερες από τις εκπομπές είναι συγκεντρωμένες κατά τη διάρκεια των τελικών, που κεντρίζουν πολύ περισσότερο το ενδιαφέρον των φιλάθλων και αυξάνουν θεαματικά τον αριθμό των θεατών, που μετακινούνται συνήθως από μακρινές χώρες. Κι αυτή η μέτρηση δεν περιλαμβάνει εκπομπές άνθρακα από τις χορηγικές συμφωνίες, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά από τουρνουά σε τουρνουά, ανάλογα με την απήχηση που έχουν στο φίλαθλο κοινό.
Οι συνολικές εκπομπές από το γυναικείο ποδόσφαιρο αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό κλάσμα αυτών από τις αντρικές διοργανώσεις, αλλά πιθανότατα αυτή η χαώδης απόσταση θα γεφυρωθεί κάπως τις επόμενες 2-3 δεκαετίες, μιας και έχει αρχίσει να μπαίνει κι αυτό σε σταθερά ανοδική τροχιά, αποκτώντας ολοένα και περισσότερους φίλους.
Μέσα σε ένα κύκλο εκατοντάδων χιλιάδων επαγγελματιών ποδοσφαιριστών σε ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν αρκετοί με οικολογική συνείδηση οι οποίοι αρχίζουν να οργανώνονται, απαιτώντας μεγαλύτερη δράση από τα κυβερνητικά όργανα του ποδοσφαίρου και τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων. Το αίτημά τους είναι να μπει ένα τέλος στις χορηγικές συμφωνίες με εταιρίες που παράγουν ρυπογόνα προϊόντα και να σταματήσει η γιγάντωση των ποδοσφαιρικών διοργανώσεων, κυρίως αυτών που έχουν διεθνή χαρακτήρα.
Ο Ντέιβιντ Γουίλερ της αγγλικής Γουίκομπ ηγείται της προσπάθειας και δηλώνει: «Η κλιματική κρίση γίνεται γρήγορα μια τεράστια ανησυχία για τους επαγγελματίες παίκτες καθώς απειλεί το μέλλον του ποδοσφαίρου. Ως παίκτης και ως γονέας, θέλω τα παιδιά να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να παίξουν το παιχνίδι που είχα κι εγώ όταν μεγάλωνα. Η κλιματική κρίση απειλεί. Η αντιμετώπιση των αυξανόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων του ποδοσφαίρου και η μείωση των εκπομπών του άνθρακα είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση ενός μέλλοντος όπου το ποδόσφαιρο μπορεί να συνεχίσει να συναρπάζει και να εμπνέει νέες γενιές. Πολλοί οπαδοί και παίκτες συγκεντρώνονται για να απαιτήσουν φιλόδοξη και άμεση δράση. Αυτό που χρειάζεται, όμως, είναι πραγματική ηγεσία από τα κυβερνητικά όργανα. Είναι ήδη υπό πίεση από τους παίκτες όταν πρόκειται για το διαρκώς διευρυμένο ποδοσφαιρικό καλεντάρι, το οποίο τους επιβαρύνει υπερβολικά. Ως επαγγελματίες, δεν φοβόμαστε να χρησιμοποιήσουμε τις φωνές μας, αλλά χρειαζόμαστε τη FIFA και όσους βρίσκονται στην κορυφή για να ακούσουν».
Αντίστοιχη δράση έχει αναλάβει και η Τέσελ Μίνταγκ της σκωτσέζικης Ρέιντζερς, παίκτρια με 44 συμμετοχές στην εθνική ομάδα γυναικών της Ολλανδίας: «Το ποδόσφαιρο πρέπει να αφυπνιστεί για την απειλή της κλιματικής αλλαγής. Από κάθε πλημμυρισμένο γήπεδο μέχρι παίκτες που κινδυνεύουν από την υπερβολική ζέστη, οι κλιματικές επιπτώσεις αρχίζουν να διαβρώνουν τα θεμέλια του ποδοσφαίρου. Χωρίς άμεσες αλλαγές, η κατάσταση θα επιδεινωθεί. Αντί να είναι πηγή ρύπανσης, το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι ένα ισχυρό εργαλείο αλλαγής, χρησιμοποιώντας ένα άθλημα που αγαπιέται και λατρεύεται σε όλο τον κόσμο για να εξασφαλίσει έναν υγιή, κατοικήσιμο, πλανήτη».
Ίσως μοιάζει ειρωνικό, αλλά δεν είναι: η περιφέρεια του Λος Άντζελες που κάηκε πρόσφατα από τις πυρκαγιές, είναι προγραμματισμένο να φιλοξενήσει οκτώ αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2026, έχοντας χορηγό τη μεγαλύτερη εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο, την Aramco. Αγνοώντας τις «ενοχλήσεις» πολλών οικολογικών οργανώσεων για τους κινδύνους που γεννά η αδηφάγος πολιτική της, η FIFA προχώρησε σε μια τεράστια και άνευ προηγουμένου εμπορική συνεργασία με τον κρατικό γίγαντα ορυκτών καυσίμων της Σαουδικής Αραβίας και τη μεγαλύτερη εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο. Σε μια συμβολική κίνηση, περισσότερες από 130 γυναίκες που παίζουν επαγγελματικά ποδόσφαιρο, επέκριναν την Παγκόσμια Ομοσπονδία για την πολιτική της, αλλά φυσικά κανενός το αυτί δεν ίδρωσε, παρά τις εύλογες ανησυχίες για τη συμβολή της εν λόγω εταιρίας στη ρύπανση, όπως και την αρνητική στάση που κρατά σε θέματα δικαιωμάτων των γυναικών και των LGBTQ+ κοινοτήτων.
Και οι αγώνες αυξάνονται…
Αν και η FIFA μαζί με την UEFA έχουν υπογράψει το Πλαίσιο Δράσης Αθλητισμού για το Κλίμα του ΟΗΕ, το οποίο τις δεσμεύει να μειώσουν κατά 50% τις εκπομπές άνθρακα έως το 2030, η πολιτική τους δεν δίνει ελπίδες ότι υπάρχει πραγματική διάθεση να αλλάξει κάτι. Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026 θα διεξαχθεί απλωμένο σε τρεις μεγάλες χώρες (ΗΠΑ, Καναδάς, Μεξικό), επιβαρύνοντας κατά πολύ των όγκο των μετακινήσεων των φιλάθλων. Οι αγώνες σε μεγάλες διοργανώσεις ποδοσφαίρου όπως οι ευρωπαϊκές (Champions, Europa, Conference, Nation League) αυξήθηκαν θεαματικά αντί να περιοριστούν, οι χορηγικές συμφωνίες γίνονται με βασικό κριτήριο το οικονομικό κέρδος.
Για όλους αυτούς τους λόγους, ο Δρ Στιούαρτ Πάρκινσον, από τους Επιστήμονες για την Παγκόσμια Ευθύνη που ηγήθηκε της έρευνας, εμφανίστηκε καταγγελτικός και καθόλου αισιόδοξος για το μέλλον: «Παρά τη μαζική απήχησή του και το παγκόσμιο κοινό, το ποδόσφαιρο αγωνίζεται να διαχειριστεί τις πραγματικές περιβαλλοντικές του επιπτώσεις λόγω των αποσπασματικών δεδομένων και του αποκλεισμού βασικών τομέων του αποτυπώματος άνθρακα του, ειδικά των χορηγούμενων εκπομπών. Αυτή η έρευνα τεκμηριώνει αδιάσειστα στοιχεία ότι το ποδόσφαιρο είναι ένας σημαντικός ρυπαντής και η συμβολή του στην κλιματική αλλαγή αυξάνεται. Δείχνει, επίσης, πως υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων είναι έτοιμοι να αξιολογήσουν επαρκώς το πρόβλημα ρύπανσης του παιχνιδιού, πόσο μάλλον να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να το μειώσουν».
Χρήστος Κοντός