Το δύσκολο εγχείρημα της μεταποίησης
-Γιατί η Ηλεία δεν έχει αξιοποιήσει την ανεπτυγμένη αγροτική παραγωγή
-Ο γ.γ. του ΕΒΕ Ηλείας, Β. Τσαούσης και ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πύργου, Ηλ. Ξανθούλης, μιλούν στην «Πρωινή» για τις αναγκαίες προϋποθέσεις
Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Ένα από τα αξιοσημείωτα ευρήματα της διαγνωστικής μελέτης που εκπόνησε η «ΔιαΝΕΟσις», είναι το χαμηλό ποσοστό της μεταποίησης στην ηλειακή οικονομία, παρότι έχει υπερανεπτυγμένο πρωτογενή τομέα.
Είναι ενδεικτικό πως ενώ η αγροτική παραγωγή συνεισφέρει το 23,5% του ΑΕΠ της Ηλείας, μέγεθος υπερ-πενταπλάσιο από τον εθνικό μέσο όρο, το οποίο αυξάνεται με σημαντικούς ρυθμούς, ο δευτερογενής τομέας –στον οποίο ανήκει η μεταποίηση μαζί με την ενέργεια και τις κατασκευές συμβάλλει μόνο κατά 12,2% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, όντας κάτω στην 32η θέση μεταξύ των νομών της χώρας και κάτω από τον εθνικό μέσο όρο, με φθίνουσα συμμετοχή στο ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία.
Παρόμοια είναι η εικόνα και στην απασχόληση, αφού ο πρωτογενής τομέας συμβάλλει με 28,3% στη συνολική απασχόληση του νομού, από τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής πανελλαδικά, σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο και επταπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά σε φθίνουσα πορεία. Στον αντίποδα, ο δευτερογενής τομέας συμβάλλει με 14,7% στην απασχόληση της Ηλείας, όμως είναι αρκετά κάτω από τον εθνικό μέσο όρο (76%) και περίπου στο μισό του μέσου όρου της ΕΕ (45%), διατηρώντας όμως διαχρονική σταθερότητα συμμετοχής.
Παράλληλα, οι εξαγωγές είναι στο 7,3% του παραγόμενου ΑΕΠ της, αλλά μόλις στο 43% του εθνικού μέσου όρου και χωρίς εξειδίκευση σε άλλους κλάδους της τοπικής οικονομίας, ειδικά σε όσους είναι εντάσεως εργασίας ή χαμηλής τεχνολογίας.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, παρότι ο εξαγωγικός προσανατολισμός του πρωτογενούς τομέα είναι σημαντικός, η έλλειψη σημαντικής επεξεργασίας των προϊόντων που θα συνέβαλε στη σύνδεση με τον κλάδο των τροφίμων, περιορίζει την προστιθέμενη αξία την οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει ο πρωτογενής τομέας για την τοπική οικονομία και συνεπώς περιορίζει την κατά τα άλλα σημαντική επίδρασή του στο τοπικό εισόδημα.
Η μεταποίηση προϋποθέτει αγορές προς πώληση
Ο γενικός γραμματέας του Επιμελητηρίου Ηλείας, Βασίλης Τσαούσης, τόνισε στην «Πρωινή» πως η επένδυση και η ανάπτυξη του τομέα της μεταποίησης απαιτεί ένα ολοκληρωμένο και μακροπρόθεσμο πλάνο που προϋποθέτει να έχουν εντοπιστεί οι αγορές στις οποίες θα διατεθούν τα μεταποιημένα προϊόντα.
«Όλα ξεκινούν από την πώληση. Για να αναπτυχθεί η μεταποίηση, πρέπει πρώτα να έχουμε εντοπίσει τις αγορές. Αν η πώληση δεν “περπατήσει”, τότε δεν θα αλλάξει κάτι. Είναι αλληλένδετο το εμπόριο με τη μεταποίηση. Είναι γεγονός ότι έχουμε αξιοσημείωτη αγροτική παραγωγή στην Ηλεία, με ποιοτικά προϊόντα, αλλά μας λείπει η πώληση. Πρέπει να καταφέρουμε να εντοπίσουμε νέες αγορές και να διεισδύσουμε σε αυτές, αλλά αυτό δεν είναι εύκολο εγχείρημα, ειδικά σήμερα που η αγορά γενικώς ρευστή. Είδαμε με την πανδημία ανατροπές και δυσκολίες στην επανεκκίνηση», εξήγησε και πρόσθεσε ότι υπάρχουν επιτυχημένα παραδείγματα αλλά και προσπάθειες που απέτυχαν.
«Έχουμε “δυνατά” συσκευαστήρια στον Κάμπο που έχουν αξιοσημείωτη δυναμική. Επιτυχημένο παράδειγμα είναι και η φράουλα. Στο παρελθόν όμως έχουμε δει και εγχειρήματα που δεν ευοδώθηκαν, όπως με την παραγωγή εσπεριδοειδών, όπου οι αγορές έκλεισαν απότομα και σημαντικά επενδυτικά σχέδια κατέρρευσαν. Σίγουρα έχουμε τις δυνατότητες και τις προοπτικές για να αποκτήσει υψηλότερο μερίδιο η μεταποίηση στην οικονομία και στην απασχόληση, όμως πρέπει αυτό να συνδυαστεί με οργανωμένη προσπάθεια για τον εντοπισμό νέων αγορών που θα απορροφήσουν τα μεταποιημένα προϊόντα», σημείωσε ο κ. Τσαούσης.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πύργου, Ηλίας Ξανθούλης, δήλωσε στην «Πρωινή» πως η έλλειψη επιχειρηματικών πάρκων και η ασάφεια σχετικά με τις χρήσεις επιδρά αρνητικά στην ομαλή ανάπτυξη της μεταποίησης.
«Έτσι όπως είναι διαμορφωμένη η κατάσταση στην Ηλεία, δεν είναι εύκολο να επενδύσουμε στη μεταποίηση. Αφενός δεν έχουν καθοριστεί με σαφήνεια οι χρήσεις γης για να ξέρει ο καθένας τι μπορεί να κάνει και πού και αφετέρου έχουμε μείνει πολύ πίσω στα επιχειρηματικά πάρκα. Εξαιτίας αυτής της ασάφειας είδαμε στο παρελθόν να προκύπτουν προβλήματα, όπου μονάδες λειτουργούσαν δίπλα σε κατοικημένη ζώνη ή επιχειρήσεις με τελείως διαφορετικό αντικείμενο να γειτνιάζουν. Εάν καταφέρουμε να βάλουμε μια τάξη σε αυτό, μπορεί να αλλάξει η κατάσταση, σε συνδυασμό φυσικά με τη βελτίωση των υποδομών και των μεταφορών.