FOLLOW US: facebook twitter

ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ: «Και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου»

Ημερομηνία: 27-01-2023 | Συντάκτης:

…Εγώ πιστεύω στο στίχο, είμαι στιχοπλόκος και τη μουσική τη θεωρώ σάλτσα. Ο Γιώργος ήταν μουσικός κι απ’ αυτή την άποψη είμαστε αντίθετοι. Η μουσική όμως του Ζαμπέτα δεν χρειάζεται τον στίχο. Εκεί είναι που με αναιρεί ο Ζαμπέτας. Μου λέει: “Κοίτα μάγκα, μπορεί να είμαστε φιλαράκια, αλλά εκεί που εσύ μου λες πως πρώτα είναι ο στίχος, εγώ σου δείχνω ότι πρώτα είναι η μουσική…

Άκης Πάνου

Χειμώνας βαρύς, κρύο πολύ, κι εκείνο το βράδυ, το φεγγάρι δε βγήκε, τα σύννεφα χαμηλώσαν, και η βρόχα έπιπτε ράι θρου. Τα κόκκαλά του τον πονούσαν. Ήταν ανήσυχος γιατί καταλάβαινε πια ότι τα ψωμιά του τελειώνουν. Άραγε τα ψωμιά του στη μουσική βιομηχανία, ή τα ψωμιά του στη ζωή; Μάλλον και τα δυο. Ένας έξυπνος άνθρωπος, με την πηγαία καλλιτεχνική ευαισθησία και τον βίο και την πολιτεία του Ζαμπέτα, σίγουρα καταλάβαινε βαθιά μέσα του ότι το τέλος πλησιάζει, τόσο για την καλλιτεχνική, όσο και για την βιολογική του ζωή. Ίσως το πρώτο να τον πείραζε περισσότερο από το τελευταίο.

Λίγες βδομάδες αργότερα διαγνώστηκε με καρκίνο στα οστά σε προχωρημένο στάδιο. Κι όμως, το μόνο που έδειχνε να τον ενδιαφέρει είναι αν η τηλεόραση θα έπαιζε το «Χίλια Περιστέρια», για να γίνει γνωστό, να το μάθει ο κόσμος. Ήταν η τελευταία δισκογραφική του δουλειά. Εξιστορεί η κόρη του η Κατερίνα:  «Είχανε κάνει και ένα βιντεάκι για το δίσκο και ήτανε στο νοσοκομείο και όλη την ώρα έψαχνε απεγνωσμένα τα κανάλια στην τηλεόραση να το δει. Όταν τελικά μετά από καιρό έτυχε να το δει μου είπε: Όταν πεθάνω αυτό το βίντεο θα βάλουν αλλά εγώ θα έχω πεθάνει… Και έτσι έγινε… Τα “Χίλια Περιστέρια” ακούστηκαν πολύ όταν πέθανε και δεν πρόλαβε να τα χαρεί…»

Αυτός ήταν ο Ζαμπέτας, που γεννήθηκε 25 Ιανουαρίου του 1925 στο Μεταξουργείο και άφησε τη τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο «Σωτηρία», στις 10 Μαρτίου του 1992, σε ηλίκια 67 ετών, αλλά συνδέθηκε όσο κανείς άλλος με το «Σίτι». Φυσιολογικά είχε βαφτίσει ο ίδιος το Αιγάλεω έτσι, ακριβώς όπως συνήθιζε να ξεσηκώνει διάφορα ξενικά από τις περιοδείες του στο Αμέρικα και στον κόσμο, τα οποία μεταχειριζόταν κατά βούληση. Μιλάμε για τον άνθρωπο που ανακάτωσε τις Κάννες όσο κανείς, παίζοντας και τραγουδώντας μέχρι το πρωί, αγκαλιά με την Μπαρντό, με τη Μονρό, και με τις υπόλοιπες Βουγιουκλάκες της εποχής, γιατί υπήρξε μεταξύ άλλων και ένας από τους μεγαλύτερους σόουμεν της εποχής. Μιλάμε για τον άνθρωπο ο οποίος δεν έγραψε μόνο πολλά καλά τραγούδια, αλλά μοναδικά, διαμορφώνοντας σταδιακά δικιά του γλώσσα σύνθεσης, δικό του ήχο και αισθητική, γεγονός το οποίο δικαίως τον τοποθετεί σε περίοπτη θέση στο ρεμπέτικο-λαϊκό πάνθεον. Και ακόμη, μιλάμε για τον άνθρωπο ο οποίος ήταν πάντα καθαρός, και έτσι έμεινε, ντόμπρος μέχρι το τέλος. Ο αείμνηστος Μητροπάνος είχε να το λέει: «ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι, ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα».

Φυσικά και δεν ήταν άγιος. Φυσικά είχε κάνει και λάθη, και  ατοπήματα, και σχεδόν ασυγχώρητες επιλογές όπως π.χ όταν συμμετείχε στους χουντικούς εορτασμούς της επετείου της 21ης Απριλίου στο Παναθηναϊκό Στάδιο, ανάμεσα σε άλλους ηθοποιούς και τραγουδιστές. Δυστυχώς τα έχουν κάνει κι άλλοι αυτά και καλώς ή κακώς μάθαμε να αποδεχόμαστε τα παραστρατήματα των ινδαλμάτων μας, που τόσο έχουμε ανάγκη να τους εξιδανικεύουμε. Άλλωστε, είναι βέβαιο τι θα απαντούσε και ο ίδιος σήμερα αν ζούσε, με αυτή τη χαρακτηριστική φωνή του και τον απολαυστικό του τόνο: Ο αναμάρτητος, πρώτος τον λίθον βαλέτω! Ίσως εκείνο το βράδυ το φεγγάρι να μην είχε βγει, τα σύννεφα να είχαν χαμηλώσει, και η βρόχα να έπιπτε ράι θρου.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος