«Θύμα» της Κλιματικής Αλλαγής η αγροτική παραγωγή της Ηλείας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”149526″ img_size=”full”][vc_column_text]-Ισχυρή πίεση θα δεχθεί ο πρωτογενής τομέας του νομού, σύμφωνα με έρευνα της «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ»
-Ο συνδυασμός μείωσης των βροχοπτώσεων και αύξησης της θερμοκρασίας οδηγεί στην ερημοποίηση, τόνισε ο Ηλείος πανεπιστημιακός Διον. Παναγιωτάρας
Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Ισχυρή πίεση αναμένεται να ασκήσει η επίδραση της Κλιματικής Αλλαγής στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή της Ηλείας, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας που δημοσίευσε προχθές η «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ» σχετικά με την ενσωμάτωσης της Κλιματικής Αλλαγής στο αναπτυξιακό μοντέλο που θα πρέπει να εφαρμόσει η χώρα τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μεταβολών των μέσων κλιματικών παραμέτρων και των ειδικών για τη γεωργία και την κτηνοτροφία ακραίων κλιματικών δεικτών προκύπτει ότι η πίεση στις καλλιέργειες και στην κτηνοτροφία στην Ηλεία αναμένεται ιδιαίτερα σημαντική.
Η διαθεσιμότητα του εδαφικού νερού αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για τη γεωργική παραγωγή, και σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας σχετίζεται με την ευαισθησία των καλλιεργειών.
Η Ηλεία, μαζί με τη Λάρισα και το Ηράκλειο, εμφανίζουν ισχυρές πιθανότητες για αύξηση της μέσης ετήσιας και εποχικής θερμοκρασίας κατά 3 °C τη μελλοντική περίοδο 2046-2065 σε σύγκριση με την περίοδο 1971-2000.Ταυτόχρονα προβλέπεται μεγάλη μείωση της εδαφικής υγρασίας, δηλαδή της διαθεσιμότητας του εδαφικού νερού, που αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για τη γεωργική παραγωγή, κα μάλιστα κατά την άνοιξη, όταν αυξάνονται οι απαιτήσεις της αγροτικής παραγωγής. Την ίδια στιγμή, η διάρκεια της βλαστικής περιόδου εκτιμάται ότι θα καταγράψει μικρή σχετική αύξηση, κάτω του 2%.
Ανησυχητικά είναι και τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων και του τυποποιημένου δείκτη βροχόπτωσης, διότι υποδεικνύουν την αύξηση των συνθηκών ξηρασίας. Η μείωση του δείκτη σε 12μηνη βάση που σχετίζεται με τη μείωση στη διαθεσιμότητα των υδάτινων πόρων (υπόγεια ύδατα) παρατηρείται ιδιαίτερα για την υποπερίοδο 2046-2065 στην Ηλεία, στην Κορινθία και στο Ηράκλειο.
Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, για τα ελαιόδεντρα η παραγωγή είναι ιδιαίτερα ανθεκτική σε υψηλές θερμοκρασίες και συνθήκες ξηρασίας, αλλά αν οι συνθήκες αυτές παραταθούν χρονικά, η βλαστική δραστηριότητα μπορεί να είναι περιορισμένη. Παράλληλα, η αύξηση της θερμοκρασίας κατά την ψυχρή περίοδο του έτους και η έλλειψη ψυχρών θερμοκρασιών που εξασφαλίζουν τη σωστή άνθιση, είναι ικανή να περιορίσει επίσης την παραγωγή. Όσον αφορά την αμπελοκαλλιέργεια, η διαφοροποίηση των κλιματικών συνθηκών έχει άμεση επίπτωση τόσο στην απόδοση των αμπελώνων όσο και στην ποιότητα του οίνου, διαφοροποιώντας τον λόγο μεταξύ σακχάρων και οξέων στο προϊόν.
Η γενική εκτίμηση για τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο είναι μείωση των αποδόσεων, αλλά η μεταβολή της θερμοκρασίας μπορεί να επιτρέψει την καλλιέργεια του αμπελιού σε περιοχές που τώρα θεωρούνται ακατάλληλες και στην ευδοκίμηση διαφορετικών ποικιλιών. Οι καλλιέργειες της ελιάς και των αμπελιών επηρεάζονται από ακραία καιρικά φαινόμενα, που μπορεί να περιορίσουν ή/και να καταστρέψουν την παραγωγή. Η πρόκληση στην καλλιέργεια σιτηρών, που αποτελεί βασικό γεωργικό προϊόν επισιτιστικής ασφάλειας, είναι ο έλεγχος της παραγωγής λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας σε συνδυασμό με την ξηρασία.
«Αναγκαία η ορθολογική διαχείριση του νερού»
Η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επιφέρει αλλαγές στους διαθέσιμους υδάτινους πόρους και στις ανάγκες άρδευσης, για αυτό και υπογραμμίζεται ότι πως θα πρέπει να δοθεί μεγάλη έμφαση στη διαχείριση των υδάτων και την αποδοτικότητα της άρδευσης, που σήμερα ακόμα δεν γίνεται με τον καλύτερο τρόπο.
[/vc_column_text][vc_single_image image=”149523″ img_size=”full”][vc_single_image image=”149525″ img_size=”full”][vc_single_image image=”149520″ img_size=”full”][vc_column_text]Όπως επισήμανε κατά την εισήγησή του στην πρόσφατη διημερίδα της «Πρωινής» για την Κλιματική Αλλαγή ο Ηλείος Επίκουρος Καθηγητής του τμήματος Περιβάλλοντος του Ιονίου Παν/μίου, Διονύσης Παναγιωτάρας, η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη επιφέρει αλλαγές στις ατμοσφαιρικές κατακρημνίσεις, στον ρυθμό και στην ένταση των βροχοπτώσεων σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο, επηρεάζοντας τις καλλιεργητικές περιόδους, την παραγωγή τροφίμων και την υγεία και την ευζωία του πληθυσμού.
«Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, η Ελλάδα είναι μία από τις περιοχές που θα εμφανίσουν μείωση των βροχοπτώσεων, με όποιο σενάριο κι αν “τρέξουμε” τα κλιματικά μοντέλα. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας, θα οδηγήσει σε φαινόμενα ερημοποίησης. Το κόστος των συνεπειών της Κλιματικής Αλλαγής, σε περίπτωση μη προσαρμογής, αναμένεται να φτάσει τα 700 δις. € ως το 2100 στην Ελλάδα, με βάση τη σχετική έκθεση της ΤτΕ. Ήδη τις τελευταίες δεκαετίες βιώνουμε πλημμυρικά φαινόμενα στην περιοχή μας. Άρα έχει αυξηθεί η ένταση των βροχοπτώσεων, όπως έχει αυξηθεί και η περίοδος πολλών ημερών ανομβρίας. Η επίπτωση αυτή, που είναι ορατή, θα πρέπει να μας προβληματίσει για το πώς θα κάνουμε climatechangeadaptation, δηλαδή πώς θα εφαρμόσουμε πολιτικές και καινοτόμες πρακτικές προσαρμογής σε αυτά τα φαινόμενα. Εμείς έχομε τη δυνατότητα να δώσουμε τέτοιες λύσεις γιατί η επιστήμη μας τις προσφέρει, για αυτό πρέπει να οχυρωθούμε», υπογράμμισε ο κ Παναγιωτάρας.[/vc_column_text][vc_single_image image=”149522″ img_size=”full”][/vc_column][/vc_row]