Συμπληρώθηκαν 37 χρόνια από τον θάνατο του Σάκη Καράγιωργα
-Η ζωή και η δράση του Πυργιώτη ακαδημαϊκού και αντιστασιακού
Tριάντα επτά χρόνια συμπληρώθηκαν από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 55 ετών ο Πυργιώτης ακαδημαϊκός και πρωταγωνιστής στον αντιδικτατορικό αγώνα, Σάκης Καράγιωργας, το όνομα του οποίου φέρει η κεντρική πλατεία της ηλειακής πρωτεύουσας.
Ο Σάκης Καράγιωργας γεννήθηκε στον Πύργο στις 17 Απριλίου 1930. Νωρίς έχασε τον πατέρα του μέσα στις κακουχίες των κατοχικών φυλακών και αναγκάστηκε, σχεδόν δωδεκάχρονος, να βγει στην καθημερινή βιοπάλη της οικογένειας του. Παραταύτα κατάφερε να τελειώσει τις εγκύκλιες σπουδές στην ιδιαίτερή του πατρίδα και τις πανεπιστημιακές του σπουδές στην Αθήνα. Το 1953 αποφοίτησε από την Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς και το 1954 από την Ανώτατη Σχολή Οικονομικών & Εμπορικών Επιστημών. Μετά την περάτωση των σπουδών του εργάστηκε (1954-1955) στη Διεύθυνση Προγράμματος του Υπουργείου Συντονισμού. Το 1956 προσελήφθη στη, νεοσύστατη τότε, Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Τράπεζας της Ελλάδας και καθιερώθηκε ως στέλεχος της χάρη στην επιστημονική του κατάρτιση, την οξυδέρκειά του και την εργατικότητά του. Σε δύο χρόνια κέρδισε υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών και άρχισε μεταπτυχιακές σπουδές στην London School of Economics (1959-1962). Ειδικεύτηκε στη Δημόσια Οικονομική και ανακηρύχθηκε διδάκτορας (Ph.D) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου με τη διδακτορική του διατριβή που έχει ως θέμα τη φορολογία των ξένων επενδύσεων. Μετά το 1962, ο Καράγιωργας επιστρέφει στην Ελλάδα και αναπτύσσει πολύπλευρη δράση. Επανέρχεται στη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Τράπεζας της Ελλάδος και παράλληλα (1964-1967), συνεργάζεται ως ειδικός επιστημονικός συνεργάτης με το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), όπου ασχολείται με τη μελέτη του φορολογικού συστήματος της χώρας μας.
Το 1963-1964 ορίζεται γ.γ. της Οικονομικής εξ Υπουργών Επιτροπής στην Κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου. Και λίγο αργότερα, συνιδρύει μαζί με άλλους προοδευτικούς επιστήμονες και διανοουμένους τον πολιτικό όμιλο «Αλέξανδρος Παπαναστασίου». Το στρατιωτικό πραξικόπημα του Απριλίου του 1967 θα αποτελέσει ριζική τομή στην πολιτική και προσωπική ζωή, καθώς και στην επιστημονική δραστηριότητά του. Για τον αγωνιστή όμως και τον επιστήμονα δεν θα υπάρξουν αμηχανίες, διλήμματα ή ταλαντεύσεις. Την ίδια κιόλας ημέρα του πραξικοπήματος, ο Καράγιωργας και άλλοι πατριώτες –μέλη ως επί το πλείστον του Ομίλου «Αλέξανδρος Παπαναστασίου»– ιδρύουν την αντιδικτατορική Οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα» και αναλαμβάνουν ενεργό αντιστασιακή δράση. Ο Καράγιωργας έρχεται σε επαφή με προοδευτικούς φοιτητές και οργανώνει αντιστασιακούς πυρήνες. Το καλοκαίρι του 1969 (14 Ιουλίου) τραυματίζεται βαριά από πρόωρη έκρηξη αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού, καθώς τον προετοίμαζε για τοποθέτηση. Η έκρηξη οδήγησε στον ακρωτηριασμό του δεξιού του χεριού, σε τραύματα στο κεφάλι και το τύμπανο του δεξιού του αυτιού. Η γυναίκα του Νίκη τον μεταφέρει αιμόφυρτο στο νοσοκομείο. Εκεί όμως τον συλλαμβάνουν αμέσως οι πράκτορες της χουντικής Ασφάλειας και παρά τις συστάσεις των γιατρών ανακρίνεται απάνθρωπα και υφίσταται σκληρούς βασανισμούς. Η ανάκριση και τα βασανιστήρια και η αυστηρή απομόνωση σε διάφορα κρατητήρια της Ασφάλειας Προαστίων κράτησαν πάνω από 5 μήνες. Τίποτε όμως απ’ όλα εκείνα δεν έκαμψαν τον Καράγιωργα. Αντιδρά στην απομόνωση και μαθαίνει να γράφει με το αριστερό του χέρι. Η απομόνωσή του κράτησε ως το τέλος του 1969. Παραμονές Χριστουγέννων μεταφέρθηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Τον Απρίλη του 1970 ο Σάκης Καράγιωργας, μαζί με άλλους 34 αντιστασιακούς, δικάστηκε από το Έκτακτον Στρατοδικείο της Αθήνας. Ήταν η πολύκροτη δίκη της «Δημοκρατικής Άμυνας», όπου για πρώτη φορά καταγγέλθηκαν δημόσια τα βασανιστήρια στα οποία είχαν υποβληθεί οι συλληφθέντες αντιστασιακοί. Οι περιγραφές των βασανιστηρίων δημοσιεύτηκαν στον ελληνικό και ξένο Τύπο, συγκλόνισαν το πανελλήνιο και την παγκόσμια κοινή γνώμη, καθώς αποκάλυψαν τις μεθόδους με τις οποίες παρέμενε στην εξουσία η δικτατορία και έγιναν αφορμή να ενταθεί και να εξαπλωθεί η διεθνής κατακραυγή ενάντια στη δικτατορία. Ο Επίτροπος του Στρατοδικείου ζήτησε, μόνο για τον Καράγιωργα, την ποινή του θανάτου με επιμονή. Το στρατοδικείο όμως δεν τόλμησε να επιβάλει στον Καράγιωργα τη θανατική ποινή και τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη και 18 χρόνια φυλάκιση με βάση το ν.509 για «ανατροπή του καθεστώτος».
Μετά την καταδίκη του ο Καράγιωργας κρατήθηκε διαδοχικά στις φυλακές Αβέρωφ, Καλαμιού (Ιτζεδίν), Αλικαρνασσού και Κορυδαλλού ως τον Αύγουστο του 1973. Απελευθερώθηκε με τη χορήγηση αμνηστίας, μαζί με την πλειονότητα των αντιστασιακών κρατουμένων. Μετά την πτώση της δικτατορίας, είχε επανέλθει στην Τράπεζα, για ν’ αποχωρήσει όμως οικειοθελώς με τον βαθμό του διευθυντή. Από τότε αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στο διδακτικό και στο ερευνητικό έργο του.
Με την πτώση της δικτατορίας επανέρχεται στην Πάντειο Σχολή, στην έδρα της Δημόσιας Οικονομικής, όπου αναλαμβάνει καίριες πρωτοβουλίες για τη στελέχωση της Σχολής και τον εκσυγχρονισμό των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Στα χρόνια της φυλακής, μαζί με τους περισσότερους συγκρατούμενούς του της «Δημοκρατικής Άμυνας», συνειδητοποίησε την αναγκαιότητα πολιτικής ενεργοποίησης για τη δημιουργία ενός πολιτικού σχηματισμού εμπνευσμένου από τα σοσιαλιστικά ιδεώδη και οργανωμένου στη βάση συμμετοχικών και δημοκρατικών διαδικασιών. Οι θέσεις εκείνες περιλήφθηκαν στη Διακήρυξη της «Δημοκρατικής Άμυνας» τον Αύγουστο του 1974 και η ουσιαστική σύμπτωσή τους με τις θέσεις της Διακήρυξης της 3ης Σεπτεμβρίου, καθώς και η επιθυμία για αποφυγή πολυδιάσπασης του σοσιαλιστικού χώρου, αποτέλεσαν τα βασικά επιχειρήματα για προσχώρηση της «Δημοκρατικής Άμυνας» στις διαδικασίες ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ. Η στάση του Σ. Καράγιωργα για τη λήψη της απόφασης εκείνης υπήρξε καθοριστική: η «Άμυνα» συνιδρύει μαζί με το ΠΑΚ και με άλλες αντιστασιακές οργανώσεις το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Και ο Καράγιωργας, γίνεται μέλος της Προσωρινής Κεντρικής Επιτροπής και του Εκτελεστικού Γραφείου. Αρνείται όμως επίμονα να κατέλθει στις εκλογές του 1974 ως υποψήφιος βουλευτής.
Ωστόσο, πολύ γρήγορα ανέκυψαν μέσα στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. θεμελιακές διαφωνίες και το καλοκαίρι του 1975 διαγράφεται μαζί με πολλά άλλα μέλη του Κινήματος, που προέρχονται κυρίως από αντιστασιακές οργανώσεις, από τη «Δημοκρατική Άμυνα», το ΠΑΚ και το φοιτητικό κίνημα. Η απομάκρυνσή του από το ΠΑ,ΣΟ.Κ δεν ανακόπτει την πολιτική δράση του, η οποία συνεχίζεται και βρίσκει έκφραση στον τρόπο ζωής του και στις αναλύσεις του της πολιτικής πορείας του τόπου. Παραμένει κομματικά αδέσμευτος, αλλά συμμετέχει πάντοτε με ζέση στις προσπάθειες ενιαίας έκφρασης της Ελληνικής Αριστεράς. Φιλικοί, συναισθηματικοί, αλλά και ιδεολογικοί λόγοι τον κρατούν κοντά στη «Σοσιαλιστική Πορεία». Στις εκλογές του 1977 αγωνίζεται μέσα από τις γραμμές της «Συμμαχίας».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αρθρογραφία του Καράγιωργα της περιόδου αυτής: ασκεί κριτική στις διάφορες μορφές μονόπλευρης επιβολής λιτότητας στους εργαζόμενους, η οποία υιοθετείται από τις κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας. Αμέσως μετά τις εκλογές του 1981, που έφεραν το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, δημοσιεύεται συνέντευξη του Καράγιωργα, στην εφημερίδα «Αυγή», όπου αναλύονται και οι προοπτικές της νέας κυβέρνησης.
Συμμετέχει πρόθυμα, μετά το 1974, σε όλες σχεδόν τις επιτροπές που συγκροτήθηκαν σε εθνικό επίπεδο με σκοπό τη μεταρρύθμιση της Ανώτατης Παιδείας. Ως πρύτανης της Παντείου Α.Σ.Π.Ε. στην περίοδο 1981-1982, προσπάθησε να προσανατολίσει την Επιτροπή Πρυτάνεων στη διαμόρφωση μιας συνολικής αντίληψης για το Πανεπιστήμιο, ξεπερνώντας κομματικές σκοπιμότητες και επιμέρους συμφέροντα. Καθοριστική ήταν η συμβολή του στη σύνταξη του πρώτου νομοσχεδίου – πλαισίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, το οποίο προτάθηκε από την Επιτροπή Πρυτάνεων το 1981. Ως προς τον Νόμο Πλαίσιο, που τελικά θεσμοθετήθηκε από την Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (Ν. 1268/82), ο Σ. Καράγιωργας θεώρησε πως δεν ολοκλήρωσε την πανεπιστημιακή μεταρρύθμιση και πως σε πολλά του σημεία την δυσχέρανε (π.χ. υπέρμετρος συγκεντρωτισμός, χαριστικές μεταβατικές διατάξεις, de facto δυσχέρανση εισόδου στο Πανεπιστήμιο νέων επιστημόνων, υπερβολικά ιεραρχημένη και γραφειοκρατική δομή).