Στο πάτο του βαρελιού
Κοιτάζουμε με κόμπο στον λαιμό τα ράφια με τα τρόφιμα και έπειτα βουρκωμένοι τις τιμές. Πολύχρωμες συσκευασίες τροφίμων, σαν εραστές που χάθηκαν, χωρίς μια λέξη, αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια.
Τα καύσιμα, ανεπίδοτος έρωτας. Ατενίζουμε με νοσταλγία τα βενζινάδικα.Η γλυκιά φράση: «Γέμισε το», έρχεται σαν θυμωμένη ανάμνηση που ζητάει τα ρέστα. Ακόμη και το λαϊκό άσμα «ρίξε στο κορμί μου σπίρτο να πυρποληθώ», φαντάζει λόγω και έργω, απλησίαστο.
Πού λεφτά για βενζίνη…
Εστιατόρια, θέατρα, κινηματογράφοι. Σαν ντοκιμαντέρ του National Geographic: Βλέπεις από μακριά υπέροχα μέρη στα οποία δεν θα βρεθείς ποτέ.
Ο μισθός, μας αποχαιρετά στις 19 κάθε μήνα και ο νους ταξιδεύει στο 2015. Τότε που ο κατώτατος μισθός είχε αγοραστική δύναμη αντίστοιχη με τη σημερινή.
Κάποια μουντά απογεύματα, θυμάσαι τα λόγια: Ανάπτυξη, Ελλάδα 2.0, αξιοπρεπείς μισθοί…
Πριν από λίγους μήνες, οι πολιτικοί μνηστήρες, σου κρατούσαν σφιχτά το χέρι και ζητούσαν την εμπιστοσύνη σου.
Σήμερα σαν τον άπιστο εραστή που πιάστηκε επ αυτοφώρω τραυλίζουν το κλασσικό όσο και τετριμμένο:
Αγάπη μου, δεν είναι αυτό που νομίζεις.
Το γαρ πολύ του έρωτος (με την εξουσία) γεννά παραφροσύνη (στους πολίτες)…
Φευ. Ξύσαμε τον πάτο του βαρελιού…