Sputnik-V: Εμβόλιο ή γεωπολιτική;
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”118075″ img_size=”full”][vc_column_text]Η ανακοίνωση της Ρωσίας διά στόματος Πούτιν, σχετικά με την έγκριση του εμβολίου Sputnik-V για την αντιμετώπιση του COVID-19, δημιούργησε εύλογα ερωτήματα τόσο σχετικά με την ταχύτητα με την οποία κινήθηκαν οι Ρώσοι, όσο και με τους κινδύνους που ελλοχεύουν από αυτήν σε επίπεδο υγείας.
Πιο συγκεκριμένα, σε λιγότερο από δύο μήνες και δίχως να περάσει από όλα τα στάδια δοκιμών, το Sputnik-V, που αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Gamaleya της Μόσχας, εγκρίθηκε από το ρωσικό υπουργείο Υγείας. Άμεση ήταν η αντίδραση της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας σχετικά με ενδεχόμενες παρενέργειες του ρωσικού εμβολίου.
Σύμφωνα με τους New York Times, στα 165 ανέρχονται τα εμβόλια τα οποία αυτήν την στιγμή αναπτύσσονται σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντίστοιχα, στα 31 ανέρχονται τα εμβόλια, τα οποία αυτήν την στιγμή δοκιμάζονται σε ανθρώπους. Αρκετές ομάδες επιστημόνων σε πολλές χώρες ανά την υφήλιο, όπως ο Καναδάς, η Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Μεγάλη Βρετανία και η Κίνα πραγματοποιούν συνεχείς έρευνες και δοκιμές αποβλέποντας στην ανάπτυξη ενός ασφαλούς και αποτελεσματικού εμβολίου.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το CNN, «o αγώνας για την εξεύρεση αποτελεσματικού εμβολίου θα έχει παγκόσμιες επιπτώσεις, όχι μόνο για την υγεία δισεκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά και για τα έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων για όποιον το αναπτύξει». Η λέξη «αγώνας», η οποία χρησιμοποιείται, δεν είναι τυχαία. Το μηδαμινό ενδιαφέρον της αμερικανικής πλευράς, το οποίο επισημαίνεται στο ίδιο ρεπορτάζ του CNN, να έρθει σε επαφή με οποιεσδήποτε συμβουλές ιατρικού περιεχομένου προέρχονται από Ρώσους επιστήμονες σχετικά με το εμβόλιο, καταδεικνύει τη διάσταση ενός «αγώνα» για το εμβόλιο, ο οποίος εν προκειμένω λαμβάνει και ψυχροπολεμικά χαρακτηριστικά. Παρά λοιπόν το γεγονός πως, σύμφωνα με τους Ρώσους, προσφέρθηκε μια «άνευ προηγουμένου» πρόταση συνεργασίας προς την αμερικανική πλευρά, η εν λόγω πρόταση απορρίφθηκε συλλήβδην.
Σε κάθε περίπτωση, επί του ουσίας, η πρώτη ολοκληρωμένη (;) ανάπτυξη εμβολίου, η οποία ανακοινώθηκε επισήμως, αφορούσε το Sputnik-V. Μάλιστα, ο Kirill Dmitriev, δήλωσε πως, ήδη έχουν υπάρξει «προκαταρκτικές αιτήσεις» από 20 χώρες προς τη Ρωσία για περισσότερες από 1 δισεκατομμύριο δόσεις του Sputnik-V. Μεταξύ των χωρών αυτών, εντάσσονται οι Φιλιππίνες και η Βραζιλία.
Αξίζει στο σημείο αυτό, να σημειωθεί αρχικά πως η χρήση του Sputnik-V εγκρίθηκε προς το παρόν, μόνο για έκτακτες περιπτώσεις (όπως πχ για άτομα που δουλεύουν στο χώρο της Υγείας) ενώ, αφετέρου, είναι αναγκαίο να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι Financial Times, «το Ερευνητικό Ινστιτούτο Επιδημιολογίας και Μικροβιολογίας της Μόσχας Gamalaya, το οποίο ανέπτυξε το εμβόλιο, εργάζεται με βάση αδενοϊούς από τη δεκαετία του 1980, ενώ το Sputnik-V βασίστηκε στο διεθνώς εγκεκριμένο εμβόλιο για τον Ebola που προέρχεται από το Ινστιτούτο». Η επισήμανση αυτή είναι σημαντική, καθώς το ρωσικό εμβόλιο κατά του COVID-19 «βασίζεται σε ένα εμβόλιο με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα κατά του αδενοϊού, ή με άλλα λόγια, της συνηθισμένης γρίπης», σύμφωνα με το AlJazeera.
Με άλλα λόγια δηλαδή, το Ινστιτούτο Gamalaya, χαρακτηρίζεται από την απαραίτητη τεχνογνωσία για την ανάπτυξη ενός εμβολίου βασισμένο σε αδενοϊούς. Όμως, η ταχύτητα ανάπτυξης του εμβολίου, οι ελλιπείς δοκιμές σε ανθρώπους και η αδιαφάνεια ως προς τα αποτελέσματα των πραγματοποιηθέντων δοκιμών του Ινστιτούτου, δημιουργούν ερωτήματα σχετικά με την πραγματική αποτελεσματικότητα του Sputnik-V, το οποίο θα κυκλοφορήσει σε ευρεία κλίμακα από τον Ιανουάριο του 2021.
Οι πραγματικοί κίνδυνοι ενός «γεωπολιτικού» εμβολίου
Παρά το γεγονός λοιπόν πως ο Βλάντιμιρ Πούτιν δήλωνε πως «ξέρω ότι (σσ. το εμβόλιο) λειτουργεί αποτελεσματικά και διαμορφώνει μια σταθερή ανοσία» και ότι «έχει περάσει από όλα τα απαραίτητα τεστ», η επιστημονική κοινότητα θεωρεί πως το εμβόλιο της Ρωσίας δεν είναι ασφαλές.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Carl Zimmer στους New York Times, «τα εμβόλια είναι από τα ασφαλέστερα ιατρικά προϊόντα στον κόσμο – αλλά μόνο λόγω της έντονης αυστηρότητας των κλινικών δοκιμών που ελέγχουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους». Η συγκεκριμένη αυστηρότητα δεν εντοπίζεται στην περίπτωση της Ρωσίας. Το εμβόλιο Sputnik-V, δεν έχει δοκιμαστεί σε ευρεία κλίμακα. Πιο συγκεκριμένα δηλαδή, το εμβόλιο, δεν έχει περάσει από τη Φάση 3, η οποία απαιτείται για την ασφαλή ανάπτυξη του.
Κατά τη συγκεκριμένη Φάση δοκιμών, το εμβόλιο δοκιμάζεται σε χιλιάδες ανθρώπους (Φάση 3), κάποιοι εκ των οποίων λαμβάνουν ένα εμβόλιο-placebo, ώστε να γίνουν ορατές οι διαφορές στην επίδραση του εμβολίου και του placebo. Βέβαια, η συγκεκριμένη φάση των δοκιμών του εμβολίου, σύμφωνα με το Ινστιτούτο, ξεκίνησε από τις 12 Αυγούστου. Ο αριθμός όμως των ατόμων, τα οποία θα δοκιμαστούν στο ρωσικό εμβόλιο, είναι συγκριτικά μικρότερος κατά δέκα φορές, σε σχέση με τις αντίστοιχες δοκιμές της Φάσης 3 άλλων εμβολίων κατά του COVID-19 παγκοσμίως. Επιπροσθέτως, το Ινστιτούτο δεν έχει παραθέσει τα στοιχεία από τις δοκιμές της φάσης 1 και 2 που (ισχυρίζεται) ότι πραγματοποίησε, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα.
Όπως χαρακτηριστικά δήλωνε ο υπουργός Υγείας της Γερμανίας, Γεν Σπαν, «το ζήτημα δεν είναι ποιος έρχεται πρώτος, το ζήτημα είναι να υπάρξει ένα δοκιμασμένο και ασφαλές εμβόλιο… γιατί αν κάτι δεν πάει καλά θα κλονιστεί η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στον εμβολιασμό». Βέβαια, αυτό το «κάτι» που ενδεχομένως να «μην πάει καλά», σχετίζεται σημαντικά με την προσαρμογή του εμβολίου σε όρους αγοράς και γεωπολιτικών επιδιώξεων (υπέρ του Κεφαλαίου και του γοήτρου κάθε ανταγωνίστριας χώρας) και όχι στην ανάπτυξη του με αίσθημα αλληλεγγύης απέναντι σε έναν «αόρατο κοινό εχθρό».
Πηγή: tvxs.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]