«Σοκ» από την οπισθοδρόμηση στο εργατικό δίκαιο
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”94867″ img_size=”full”][vc_column_text]Δυο κορυφαίοι εκπρόσωποι του νομικού κόσμου της χώρας και ιδιαίτερα του Εργατικού Δικαίου υποβάλλουν μέσω της «Εφ.Συν.» σε συγκεκριμένη και τεκμηριωμένη κριτική την πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση, την κατάργηση του «βάσιμου λόγου» στις απολύσεις, αλλά και την κατάργηση της αλληλέγγυας και εις ολόκληρο ευθύνης έναντι των εργαζομένων του αναθέτοντος επιχειρηματία, του εργολάβου και του υπεργολάβου.
Η πρώτη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης στο κρίσιμο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, που έπειτα από μια δεκαετία συστηματικής απορρύθμισης -και μέσω των μνημονιακών νόμων- αναζητούσαν βηματισμό προς μια στοιχειώδη αποκατάσταση, προκάλεσε αρνητικό σοκ στον κόσμο της εργασίας.
Η επιλογή του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση να φέρει αιφνιδιαστικά και την τελευταία στιγμή στη Βουλή την περασμένη Πέμπτη, στο διυπουργικό νομοσχέδιο, την τροπολογία με την οποία καταργούνται τρεις προστατευτικές διατάξεις για τους εργαζομένους, πολύ πρόσφατα ψηφισμένες και χωρίς να έχει προλάβει να καταγραφεί η επίδρασή τους στην αγορά εργασίας, χειροκροτήθηκε από εργοδοτικές ενώσεις που άλλωστε είχαν ζητήσει την κατάργησή τους, προκάλεσε την αποχώρηση της αντιπολίτευσης από τη Βουλή, αποδοκιμάστηκε από τη ΓΣΕΕ και τα συνδικάτα και δέχθηκε οξύτατη κριτική από τον νομικό κόσμο της χώρας. Τόσο για τον τρόπο κατάργησης των ευνοϊκών για τους εργαζομένους διατάξεων όσο και για την ταξική μεροληψία της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης.
Ο καθηγητής εργατικού δικαίου στο ΑΠΘ Αρις Καζάκος χαρακτηρίζει την παρέμβαση «γενναία επιχορήγηση της κρατικοδίαιτης εργοδοσίας».
Ο καθηγητής Κοινωνικού Δικαίου και Εργασιακών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Γιάννης Κουζής σημειώνει ότι μέτρα που καταργεί η κυβέρνηση είναι τα πρώτα θετικά μέτρα έπειτα από τον καταιγισμό διατάξεων απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων στη διάρκεια των μνημονίων.
ΑΡΙΣ ΚΑΖΑΚΟΣ
Καθηγητής Εργατικού Δικαίου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Το Εργατικό Δίκαιο και η κρατικοδίαιτη εργοδοσία στους μοντέρνους καιρούς μας
Ο καταργητικός νομοθετικός οίστρος της κυβέρνησης στα εργασιακά επιβεβαιώνει όλους εκείνους που υποστηρίζουν ότι η Νέα Δημοκρατία δεν ήρθε για να χτίσει αλλά για να γκρεμίσει, επιχορηγώντας έτσι γενναία μια κρατικοδίαιτη εργοδοσία.
Οι δύο πιο χαρακτηριστικές καταργήσεις αφορούν το δίκαιο της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας (βάσιμος λόγος απόλυσης) και την κοινή και αλληλέγγυα ευθύνη του επιχειρηματία, που αναθέτει έργο σε εργολάβο, του εργολάβου, όπως και του υπεργολάβου του, για τις απαιτήσεις των εργαζομένων εργολάβου και υπεργολάβου.
Στις απολύσεις πρώτα: το όριο που έθετε ο νόμος (άρθρο 48 του ν. 4611/2019) είναι ένα αυτονόητο όριο στην αυθαιρεσία του εργοδότη. Σύμφωνα με την καταργημένη πλέον ρύθμιση για να είναι έγκυρη μια απόλυση θα πρέπει η αιτία της, ο βάσιμος λόγος που οφείλει μάλιστα να αποδεικνύει ο εργοδότης, να τη δικαιολογεί επαρκώς. Αυτό συμβαίνει όταν η απόλυση γίνεται για λόγο που ανάγεται στη συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζομένου είτε στις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης (που καθιστούν πλεονάζουσα τη θέση εργασίας). Με το άρθρο 48 ν. 4611/2019 πληρώθηκε από τον νομοθέτη με τον καλύτερο τρόπο το κενό προστασίας που άφησε η δικαστική εξουσία, που σε πολλές περιπτώσεις δεν αντιλαμβάνεται την εντολή προστασίας του εργαζομένου που δίνει το «μεροληπτικό» (υπέρ του αδυνάμου) Εργατικό Δίκαιο. Αυτή τη ρύθμιση (άρθρο 48 του ν. 4611/2019), που ανταποκρίνεται και στα στάνταρ του διεθνούς δικαίου, κατάργησε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διά της κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας.
Από τον καταργητικό οίστρο της κυβέρνησης δεν γλίτωσε ούτε το άρθρο 9 του ν. 4554/2018 για την κοινή και αλληλέγγυα ευθύνη του επιχειρηματία και του εργολάβου του, καθώς και του υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων εργολάβου και υπεργολάβου. Η ρύθμιση διασφάλιζε ότι οι εργαζόμενοι του εργολάβου και του υπεργολάβου θα μπορούσαν να απαιτήσουν π.χ. τους μισθούς τους από τον επιχειρηματία / αναθέτοντα ή και τον εργολάβο επί υπεργολαβιών, όταν στις εργολαβίες και τις υπεργολαβίες η «ελευθερία» των συμβάσεων των εργοδοτών τους άφηνε έρμαιο της αφερεγγυότητας του άμεσου εργοδότη τους. Βέβαια στις εργολαβίες και τις υπεργολαβίες, γενικά, η κατάσταση της εργασίας θυμίζει συχνά τον «νόμο δυτικά του Ρίο Πέκος»*, αλλά αυτό είναι ένα μείζον ζήτημα που χρειάζεται ειδική και αναλυτική πραγμάτευση. Το ήδη καταργημένο άρθρο 9 του ν. 4554/2018 δεν έκανε τίποτε άλλο από το να διευρύνει και να επεκτείνει τη ρύθμιση του Αστικού Κώδικα για τα οικοδομικά έργα, που ισχύει εδώ και περίπου 80 χρόνια (άρθρο 702 ΑΚ). Η ρύθμιση αυτή δεν δημιούργησε ποτέ σύγχυση στην αγορά, όπως αναληθώς ανέφερε για το ομόρροπο άρθρο 9 ο υπουργός Εργασίας κ. Βρούτσης, αιτιολογώντας την αναχρονιστική νομοθετική του πρωτοβουλία. Αλήθεια, πώς του γλίτωσε το άρθρο 702 του Αστικού Κώδικα;
*Η έκφραση «ο νόμος δυτικά του Πέκος» σε εποχές ΦαρΟυέστ περιγράφει καταστάσεις όπου συμβαίνει μάλλον το αντίθετο του νόμου, δηλαδή «αυτοδικία, και συνεπώς αυταρχισμός, δίκαιο του ισχυροτέρου, κοινωνικός δαρβινισμός, νόμος της ζούγκλας με κάποια ωστόσο τραγελαφική επίφαση νομιμότητας» (από το: https://www.slang.gr/lemma/22825-dytika-tou-pekos)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΖΗΣ
Καθηγητής Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο
Καταργήθηκαν τα πρώτα θετικά μέτρα έπειτα από μια δεκαετία εργασιακής απορρύθμισης
Τέσσερις συνοπτικές παρατηρήσεις πάνω στις τροπολογίες Βρούτση:
1. Επιλέχθηκε να καταργηθούν δύο θετικά μέτρα, για την αιτιολόγηση των απολύσεων και για τη συνευθύνη αναθέτοντος-εργολάβου-υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων, ουσιαστικά τα πρώτα θετικά μέτρα έπειτα από έναν καταιγισμό μέτρων απορρύθμισης της εργασίας στη διάρκεια των μνημονίων.
2. Η κατάργηση αυτών των συγκεκριμένων θετικών μέτρων, που είναι κοινός τόπος σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, προωθήθηκε από μια δύναμη και μια κυβέρνηση που διακηρύσσει με κάθε ευκαιρία τον ευρωπαϊσμό της.
3. Η κατάργηση των διατάξεων αυτών γίνεται σε μια συγκυρία γενικευμένης απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, με την ταυτόχρονη θεσμική υποβάθμιση του ΣΕΠΕ από την κυβέρνηση, αλλά και με τον επιπλέον συμβολισμό των καταιγιστικών καταγγελιών στα ΜΜΕ περιστατικών ακραίας παραβατικότητας από εργοδότες.
4. Η δικαιολογία από την κυβέρνηση της κατάργησης των θετικών διατάξεων, ιδιαίτερα για τον βάσιμο λόγο απόλυσης, στηρίχτηκε στο επιχείρημα ότι η επίκληση του «βάσιμου λόγου» απόλυσης από τους εργαζομένους λειτουργούσε, τάχα, ως «στίγμα» και ως βάση εκδικητικής συμπεριφοράς εις βάρος των απολυμένων εργαζομένων από άλλους εργοδότες.
Ο ισχυρισμός αυτός, σε συνδυασμό με τον τρόπο που αντέδρασαν οι εργοδοτικές ενώσεις, επιδοκιμάζοντας με ενθουσιασμό τη νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας, καταλήγει να λειτουργεί ως μια νομιμοποίηση και κανονικοποίηση της εκδικητικής και αντεργατικής συμπεριφοράς των εργοδοτών.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ: Μια κοινωνικά, εργασιακά αλλά και νομικά χρήσιμη ρύθμιση, που δεσμευτικά όφειλε και η χώρα μας να έχει ενσωματώσει λόγω Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, θυσιάζεται στο όνομα της περίφημης ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις που έπειτα από πολύχρονη εφαρμογή δεν είχε τα επιθυμητά για την ανάπτυξη αποτελέσματα, πλην της πλήρους εργασιακής απορρύθμισης, της συστηματοποιημένης και ανέλεγκτης παραβατικότητας και της δύσκολης και ακριβής συνάμα διαδικασίας νομικής προστασίας των απολυμένων.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]