«Τα δεδομένα είναι ο νέος χρυσός», λένε πολλοί. Μήπως όμως η σωστή παρομοίωση ακούει στο «τα δεδομένα είναι το νέο πετρέλαιο»; Και μήπως κατ’ επέκταση η αλόγιστη συλλογή και χρήση τους από τρίτους, μας οδηγεί σε μια κοινωνική, αυτή τη φορά, «κλιματική αλλαγή»;

Στο επεισόδιο του Black Mirror, Nosedive, η «απαστράπτουσα» πρωταγωνίστρια ζει σε έναν διαδικτυακά αλληλεπιδραστικό κόσμο, στον οποίο κάθε προσωπική κι επαγγελματική επιτυχία ή αποτυχία, χαίρει αντίστοιχης επιβράβευσης ή κατακραυγής στα κοινωνικά δίκτυα. Τα Like και Dislike μάλιστα, είναι αυτά που καθορίζουν όχι μόνο τις ευκαιρίες που της προσφέρονται αλλά και τα επόμενα βήματα της, αφού η κοινωνική αποδοχή γίνεται αυτοσκοπός, καταπιέζοντας προσωπικές επιθυμίες και φέρνοντας στο προσκήνιο μια πιο ψυχρή κοινωνία – σε ελεύθερη μετάφραση social cooling. Κι αν νομίζετε ότι το παραπάνω αποτελεί απλά την περιγραφή μιας δυστοπικής σειράς επιστημονικής φαντασίας, η άνευ κανόνων χρήση των data και η εξάρτησή μας από αυτά, ίσως σας διαψεύσει.

Η πιο πρόσφατη εικόνα που σχετίζεται με τα data και τα κακώς κείμενα γύρω από αυτά, είναι μάλλον αυτή του Μαρκ Ζάκερμπεργκ να «ψιλοιδρώνει» μπροστά από τα μέλη του Αμερικανικού Κογκρέσου κατά την ακρόαση για το σκάνδαλο της Cambridge Analytica. Ο λόγος που ο CEO του πιο δημοφιλούς κοινωνικού δικτύου βρέθηκε σε αυτή την κατά γενική ομολογία, άβολη θέση, ήταν επειδή η Cambridge Analytica χρησιμοποιώντας προσωπικά δεδομένα των χρηστών, προσπάθησε να επηρεάσει ακόμα και την ψήφο των Αμερικανών.

Η Cambridge Analytica όμως, πέρα από μια βρετανική εταιρεία πολιτικών συμβούλων ήταν και μια εκ των πολλών εταιρειών που φέρουν τον τίτλο Data Broker, επισφραγίζοντας με το επιχειρείν τους τη ρήση «τα δεδομένα είναι ο νέος χρυσός».

Μια εταιρεία δηλαδή που ασχολείτο με την συλλογή, τη διαχείριση και την πώληση δευτερογενών δεδομένων καταναλωτών, τα οποία προκύπτουν από έναν συνδυασμό πληροφοριών διαφόρων πηγών (κοινωνικά δίκτυα και εφαρμογές αυτών, όπως Faceapp, πλοήγηση των χρηστών στο ίντερνετ, παρόχους χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ανοιχτές βάσεις δεδομένων όπως απογραφές πληθυσμού, δεδομένα αγορών κ.ά.). Και κάπου εδώ έρχεται να προστεθεί και ο όρος του social cooling, ο οποίος μετρά ήδη τέσσερα χρόνια ζωής και μόλις τους τελευταίους μήνες κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.

Πόσο cool (κι όχι κουλ) μπορούμε να γίνουμε

Τι είναι όμως social cooling; Σύμφωνα με τον ονοματοδότη του, κ. Tijmens Shep, ο σχετικά πρόσφατος αυτός όρος υπογραμμίζει μια άλλη διάσταση, αλληλένδετη φυσικά αλλά και υποβόσκουσα, που απορρέει από τα data και τον τρόπο που αυτά χρησιμοποιούνται: την μετάβασή μας σε μια πιο ψυχρή κοινωνία.

“Ζούμε σε μια κοινωνία που τα πάντα βαθμολογούνται με τους data brokers να φτιάχνουν λεπτομερή προσωπικά σκορ για τον καθένα από εμάς” – Tijmens Shep

Kριτικός τεχνολογίας και privacy designer ο Schep παρατηρεί εδώ και καιρό τον τρόπο που λειτουργεί το προαναφερθέν σύστημα και το βασικό συμπέρασμά του είναι ότι «διαβιούμε σε μια κοινωνία που κρινόμαστε, πάρα πολύ» όπως επισημαίνει στο 2045.gr.

«Αν το σκεφτούμε λιγάκι θα συνειδητοποιήσουμε ότι ζούμε σε μια κοινωνία που τα πάντα βαθμολογούνται με τους data brokers να φτιάχνουν λεπτομερή προσωπικά σκορ για τον καθένα από εμάς. Η γνώση και μόνο αυτού του γεγονότος μας οδηγεί, εκούσια ή ακούσια, σε μια συνεχή αυτολογοκρισία, σε μια πιο καθωσπρέπει και λιγότερο ανθρώπινη συμπεριφορά και εν τέλει σε μια κοινωνία που τα μέλη της καταστρατηγούν τις ίδιες τις ελευθερίες τους, με ότι επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό για το μέλλον» μας εξηγεί.

«Ως privacy designer έχω παρατηρήσει ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερος δημόσιος διάλογος για τους data brokers, ίσως γιατί ο κόσμος δεν γνωρίζει ευρέως ότι για παράδειγμα η ασφαλιστική του εταιρεία μπορεί να αγοράσει δεδομένα από τέτοιου τύπου εταιρείες και τα ασφάλιστρά του να αυξηθούν. Ο κόσμος δεν κατανοεί ότι μπορεί να μην βρει δουλειά εξαιτίας του «διαδικτυακού του αποτυπώματος». Οι επιπτώσεις αυτών των αλλεπάλληλων σκορ δεν είναι ακόμα ευδιάκριτες. Ακόμα και σήμερα, πολλοί είναι εκείνοι που περιορίζονται στο ότι λαμβάνουν δωρεάν μια κάποια υπηρεσία, απλά παρακολουθώντας μια διαφήμιση ή συναινώντας στους όρους χρήσης ενός φορέα, εκχωρώντας την επεξεργασία των δεδομένων τους.

Ο συγκεκριμένος τρόπος σκέψης όμως, είναι κάπως παλιομοδίτικος» μας εξηγεί ο Schep. «Επικεντρωνόμαστε στο Facebook και στο Google , που αποτελούν το δέντρο και χάνουμε το δάσος. Αυτός είναι ο λόγος που αποφάσισα να δώσω τον ορισμό ήδη από το 2016 για να περιγράψω το σύνθετο αυτό πρόβλημα. Η συνειδητοποίησή του άλλωστε, στην οποία συμβάλλει ένας κάποιος ορισμός, αποτελεί κι ένα μεγάλο μέρος της λύσης του».

Το post Snowden Effect δείχνει τον δρόμο

Παρότι βέβαια ο Schep έδωσε τον ορισμό, δεν είναι ο μόνος που έχει μιλήσει για την επίδραση που έχει στην ανθρώπινη συμπεριφορά η σκέψη και μόνο της παρακολούθησης ή βαθμολόγησής της. Το αυτό επιβεβαιώνει και πλήθος ερευνών που πραγματοποιήθηκαν με αφορμή τις αποκαλύψεις του Edward Snowden.

Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησαν οι Alex Mathews, CEO της MKO Restore the Fourth και Catherine E. Tucker, καθηγήτρια του MIT, μετά τις αποκαλύψεις του Edward Snowden «λέξεις που χαρακτηρίζονταν ευαίσθητες για την υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ» σταμάτησαν να αναζητούνται τόσο συχνά στο Google. Κι αυτό μάλιστα δεν παρατηρήθηκε αποκλειστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και σε χώρες που διατηρούσαν ισχυρούς δεσμούς με αυτές, όπως Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς, Γαλλία, Μεξικό, Ιαπωνία, Βραζιλία.

Ακόμα μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journalism and Mass Communication Quarterly μελέτησε τις επιδράσεις της αμερικανικής παρακολούθησης στην συμπεριφορά των ανθρώπων, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων αυτολογοκρίθηκαν και αντέδρασαν καταπιέζοντας την γνώμη τους όταν αντιλήφθηκαν ότι αποτελεί μειοψηφία, κάτι δηλαδή σαν τη θεωρία spiral of silence (ελικοειδής γραμμή της σιωπής) στην ψηφιακή εκδοχή της.

“28% των συγγραφέων έχει αποκοπεί από τα κοινωνικά δίκτυα, ενώ το 24% αποφεύγει να συζητήσει ακόμα και στο τηλέφωνο θέματα που εικάζει ότι μπορεί να ενδιαφέρουν τις Αρχές”

Στην μετά Snowden εποχή η αυτολογοκρισία φάνηκε να περνά και στους πνευματικούς κύκλους. Σύμφωνα με έρευνα της Pen America, οι συγγραφείς δεν ανησυχούν απλά για την κυβερνητική παρακολούθηση αλλά αυτολογοκρίνονται με αποτέλεσμα να σιωπούν: το 28% έχει αποκοπεί ή αποφεύγει τα κοινωνικά δίκτυα, το 24% αποφεύγει να συζητήσει ακόμα και στο τηλέφωνο θέματα που εικάζει ότι μπορεί να ενδιαφέρουν τις Αρχές, ενώ το 16% αποφεύγει να γράψει ή να μιλήσει δημοσίως για αυτά.

Πόσο «σκοράρουμε» καθημερινά 

Οι προαναφερθείσες έρευνες καταδεικνύουν αλλαγές στην ανθρώπινη συμπεριφορά με την υπόθεση και μόνο της αρνητικής συνθήκης. Στην περίπτωση μας βέβαια, η υπόθεση της βαθμολόγησης αποτελεί βεβαιότητα και τα παρακάτω παραδείγματα το αποδεικνύουν:

«Εάν είσαι γυναίκα μπορεί να δεις λιγότερες διαφημίσεις για θέσεις με υψηλές αποδοχές», απέδειξε έρευνα του Carnegie Mellon το 2015.

To 70% των αμερικανικών εταιρειών χρησιμοποιούν τα social media για να επιλέξουν εργαζόμενους.

Η εταιρεία TrustingSocial, η οποία διευκρινίζει στο site της ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο πάροχο πιστοληπτικών προφίλ της Ασίας (συνεργάζεται με αρκετά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα), διαφημίζει ότι μπορεί να εκτιμήσει «άμεσα την πιστοληπτική ικανότητα των πελατών των τραπεζών με την βοήθεια ενός αλγορίθμου τεχνητής νοημοσύνης και των δεδομένων τους στα social media.

Το «Elo score» του Tinder, η κρυφή βαθμολόγηση της ελκυστικότητας των χρηστών του δηλαδή, βάσει της οποίας τους παρουσίαζε αντιστοίχως ελκυστικά ταίρια, είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη ήδη από το 2016. Παρότι μάλιστα η δημοφιλής πλατφόρμα εύρεσης συντρόφων ήδη από πέρυσι ανέφερε ότι η συγκεκριμένη «εσωτερικής κατανάλωσης» βαθμολογία δεν χρησιμοποιείται πλέον, δεν έδωσε και πολλές διευκρινίσεις για τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει να προβάλλει τους δυνητικούς μας συντρόφους.

Και ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ. Τα προγράμματα πιστότητας (loyalty programs) στα οποία συμμετέχουμε σίγουρα μας προσφέρουν προσωποποιημένες προτάσεις αγορών και προσφορές. Εξίσου σίγουρα όμως κρατούν και πολλά δεδομένα για να μπορέσουν να επιτύχουν την προαναφερθείσα προσωποποίηση. Κάποιες εταιρείες ωστόσο, χρησιμοποιώντας αυτά και άλλα δεδομένα, διατείνονται ότι μπορούν να προβλέψουν την καταναλωτική μας συμπεριφορά. Η Apprissretail υπόσχεται σε λιανέμπορους ότι μπορεί να τους γλιτώσει από το κόστος επιστροφής προϊόντων, αφού θα προϋπολογίζει με την βοήθεια αλγορίθμων αν οι πελάτες φαίνονται αξιόπιστοι και αν όχι θα αυξάνει το κόστος επιστροφής αγορών πριν την παραγγελία.

Την ίδια στιγμή, η στενή συνεργασία των data brokers με τις ασφαλιστικές εταιρείες έχει ως αποτέλεσμα οι τελευταίες να προβλέπουν το κόστος της υγείας σας λαμβάνοντας υπόψη την εθνικότητά σας, την οικογενειακή σας κατάσταση, το πόσες ώρες παρακολουθείτε τηλεόραση, το αν πληρώνετε τους λογαριασμούς σας στην ώρα τους, το αν αγοράζετε ρούχα σε μεγάλα μεγέθη.

Στην προσπάθειά του να οπτικοποιήσει τον τρόπο με τον οποίο οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης αποκωδικοποιούν μέχρι και τα χαρακτηριστικά του προσώπου μας, για να μας «βαθμολογήσουν» σε διάφορους τομείς, ο Schep ανέπτυξε το online τεστ «How Normal Am I». To τεστ, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το πρόγραμμα Sherpa της ΕΕ, κρατά μόνο λίγα λεπτά και σας δίνει μια εξαιρετική εικόνα για το τι πληροφορίες μπορεί να «μαρτυρήσει» απλά και μόνο το πρόσωπό σας – το οποίο ξεκλειδώνει το τελευταίο διάστημα το κινητό σας– για εσάς.

Παν μέτρον άριστον

Όσο για το τι αλλαγές συντελούνται στην ανθρώπινη συμπεριφορά αλλά και στην κοινωνία αν η υπόθεση γίνει βεβαιότητα, μας τις ανέλυσαν συνοπτικά ο κ. Νίκος Νικολακάκης, ο οποίος ασκεί το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή τα τελευταία 25 χρόνια, είναι αντιπρόεδρος της Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Αντιμετώπισης αλλά και ψυχολόγος του συνόλου των εργαζομένων της εταιρείας ΠΕΤΡΟΓΚΑΖ και η κυρία Ευαγγελία Τσαπατσάρη, Κοινωνιολόγος-Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας και Πρόεδρος Συλλόγου Ελλήνων Κοινωνιολόγων.

«Οι άνθρωποι για να ζουν ως ελεύθερα και ολοκληρωμένα ανθρώπινα όντα έχουν ανάγκη από χώρους στους οποίους δημοσιεύουν οικειοθελώς πληροφορίες για τον εαυτό μας αλλά κι από χώρους όπου μπορούν να εκφραστούν προστατευμένοι από τα επικριτικά βλέμματα των άλλων. Σε οποιοδήποτε περιβάλλον γνωρίζουμε πως μας παρακολουθούν και μας βαθμολογούν το φάσμα των συμπεριφορών που υιοθετούμε μειώνεται δραματικά και η συμπεριφορά μας γίνεται πολύ πιο συμβατική και πειθήνια, γεγονός που αποδεικνύουν δεκάδες ψυχολογικές μελέτες. Το συναίσθημα της ντροπής και η επιθυμία να την αποφύγουμε μπορεί να γίνει τόσο ισχυρό αντικίνητρο που εν τέλει οι επιλογές μας να διαμορφώνονται όχι μόνο από τις επιθυμίες μας, αλλά από τις προσδοκίες των άλλων και τις επιταγές της κοινωνίας» μας εξηγεί η κα Τσαπατσάρη.

Κάπως έτσι, όπως προσθέτει, «μεταφερόμαστε σε μια κοινωνία που τρέφει την υποκρισία, την ψεύτικη εικόνα εαυτού, τη συμμόρφωση, την υπακοή και την υποταγή, καθώς επίσης και τον κοινωνικό αποκλεισμό, με τα άτομα να τείνουν σε συμπεριφορές απομόνωσης και θλίψης. Συναινώντας σε μια κοινωνία όπου τα πάντα βαθμολογούνται, συναινούμε στον ζωτικό περιορισμό του πεδίου της ανθρώπινης ελευθερίας, και πολλές φορές χωρίς να το συνειδητοποιούμε καν».

«Η ανάπτυξη της τεχνολογίας μέσα σε μια δεκαετία δημιούργησε μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα και μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που είναι ιδιαίτερα δραστήριοι στα social media και δεν ενοχλούνται με την συνθήκη του ότι άγνωστοι έχουν πρόσβαση σε χαρακτηριστικά και δεδομένα τους. Την ίδια στιγμή επικρατεί η αντίληψη ότι όλα μπορούν να αντικατασταθούν εύκολα, άμεσα κι αποτελεσματικά μέσω του πατήματος ενός πλήκτρου, κάτι που αλλοιώνει τη ρεαλιστική βάση των ανθρωπίνων σχέσεων. Κι όλο αυτό την ώρα που το βασικό χαρακτηριστικό της φύσης των ανθρώπων είναι η σχέση τους με τους άλλους. Τo social cooling λοιπόν δεν είναι τίποτα άλλο από την εξέλιξη αυτής της αλλοιωμένης προσέγγισης, ένα επόμενο σκαλοπάτι μιας ήδη υπάρχουσας δύσκολης συνθήκης» αναφέρει από πλευράς του ο κ. Νικολακάκης.

«Με δεδομένο ότι τα πάντα βαθμολογούνται θα μπορούσαμε να νιώσουμε πίεση. Δεδομένης δε της ανάγκης μας να αρέσουμε ή να ταυτιζόμαστε με το σύνολο, η συμπεριφορά μας θα μπορούσε να αλλοιωθεί, οδηγώντας μας είτε στην υπερέκθεση είτε στην απομόνωση, είτε στην κατάργηση της αυτολογοκρισίας είτε στην υπερδιόγκωσή της. Κατά συνέπεια, η συνεχής βαθμολόγησή μας μπορεί να μας οδηγήσει είτε σε μια πιο κομφορμιστική συμπεριφορά είτε στην αντίπερα όχθη, στο να κάνουμε δηλαδή αντισυμβατικές ακρότητες. Και στις δύο περιπτώσεις χάνεται η έννοια του μέτρου και ο άνθρωπος ωθείται σε μια συνθήκη με ιδιαίτερα ναρκισσιστικό περιεχόμενο που δεν τον βοηθά να αντιληφθεί τις πραγματικές του δεξιότητες.

Τώρα όλο αυτό θα μπορούσε να σημάνει ένα ζοφερό μέλλον, με μεγάλες ελλείψεις ελευθεριών και δημοκρατικών διαδικασιών, θα μπορούσε όμως κι όχι. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι η τεχνολογία είναι κατάκτηση, έχει να μας συστήσει καταπληκτικά επιτεύγματα σε όλους τους τομείς. Πρέπει λοιπόν να αναλογιστούμε απλά πώς θα την χρησιμοποιήσουμε ώστε να μην γίνει και κατάρα μαζί. Πάλι δηλαδή καταλήγουμε στο γνωστό συμπέρασμα ότι τα πάντα είναι θέμα χρήσης.

Αν τα δεδομένα είναι το νέο πετρέλαιο το social cooling είναι το νέο global warming

Πανομοιότυπο και καθόλου απαισιόδοξο είναι και το σκεπτικό του Schep. Υπό αυτό πρίσμα μάλιστα, όπως μας εξηγεί, αποφάσισε να παρομοιάσει τα δεδομένα όχι με τον χρυσό αλλά με το πετρέλαιο, συγκρίνοντας κατ επέκταση το social cooling με το global warming (υπερθέρμανση του πλανήτη).

«Υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ των δύο αυτών προβλημάτων. Και τα δύο προκύπτουν από καταστάσεις και προϊόντα που διευκολύνουν την ζωή του ανθρώπου, και άρα είναι δύσκολο να καταργηθούν. Επίσης η επίλυσή τους απαιτεί την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, των πολιτικών, των ρυθμιστικών αρχών, των επιχειρήσεων. Τόσο το ένα όσο και το άλλο είναι προβλήματα που δεν γίνονται άμεσα ορατά – θυμηθείτε το «plastic fantastic» της δεκαετίας του ‘50 που τώρα συνειδητοποιούμε πόσο μας κοστίζει. Τελευταία και βασική ομοιότητα είναι ότι υπάρχει λύση. Επέλεξα αυτή την παραβολή για να μην αντιληφθούμε το πρόβλημα ως μονόδρομο, αλλά να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν τρόποι διαφυγής από αυτό, μέσα από την νομοθετική ρύθμιση της ιδιωτικότητάς μας. «Τίποτα δεν είναι αναπόφευκτο, η τεχνολογία είναι τρόπος σκέψης και πρέπει να αποφασίσουμε πώς και πόσο θα μας επηρεάσει».

Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρώτο βήμα έχει ήδη γίνει με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR). Ωστόσο χρειαζόμαστε πολλά «GDPR» τα επόμενα χρόνια για να φτάσουμε στη λύση του προβλήματος, κάτι που θα γίνει αν όλο και περισσότεροι άνθρωποι ευαισθητοποιηθούν. To θετικό είναι ότι ο διάλογος έχει αυξηθεί. Δημιούργησα το website socialcooling.com το 2016. Μόλις τον προηγούμενο μήνα όμως το thread social cooling έγινε το 37ο πιο πολυσυζητημένο θέμα στο γνωστό φόρουμ της Silicon Valley HackersNews, έχοντας μέχρι στιγμής 1.000 και πλέον σχόλια από αναγνώστες.

Δυστυχώς βέβαια ο επιχειρηματικός κόσμος είναι ακόμα πίσω όπως επισημαίνει ο Schep. «Πολύ θα ήθελα να πω ότι ο σκληρός επιχειρηματικός πυρήνας έχει ταρακουνηθεί, αλλά δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι τόσο προσοδοφόρα αυτή η λογική ακόμα, ωστόσο εκτιμώ ότι η ιδιωτικότητα αποτελεί ένα niche market και θα γίνει μεγάλη αγορά στο μέλλον».

Όσο για το πότε εκτιμά ότι να γίνει αυτό, ο Schep απαντά εμφατικά «όταν οι άνθρωποι ξεκινήσουν να εκτιμούν την ιδιωτικότητά τους». Αν κάνοντας το τεστ του How Normal Am I συναινέσατε στους όρους χρήσης αφού τους διαβάσατε είστε σε καλό δρόμο, όπως μας λέει.

Πηγή: 2045.gr