Σε στεγαστική κρίση τα τέσσερα στα 10 νοικοκυριά
Το κόστος στέγασης για μια οικογένεια στην Αθήνα αγγίζει σχεδόν το σύνολο ενός «καλού» μισθού, χωρίς να συνυπολογίζουμε τα κοινόχρηστα, το κόστος ενέργειας και τους λοιπούς λογαριασμούς.
Ράπισμα αποτελεί η πρόσφατα αναθεωρημένη έκθεση της Eurostat για τη στέγαση στην Ευρώπη, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα έχει μακράν το υψηλότερο ποσοστό αστικού πληθυσμού που επιβαρύνεται υπερβολικά από τα στεγαστικά κόστη, με 32,4% έναντι 10,4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Υπερβολική επιβάρυνση θεωρείται όταν ένα νοικοκυριό αναγκάζεται να διαθέσει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για να καλύψει τα έξοδα στέγασης. Δεν είναι η πρώτη φορά που δημοσιοποιούνται αντίστοιχα στοιχεία, όμως η έκθεση της Εurostat έρχεται σε μια στιγμή που η άνοδος τόσο των στεγαστικών δανείων, λόγω των υψηλότερων επιτοκίων, όσο και των ενοικίων επαναφέρει με δραματικό τρόπο το ζήτημα του δικαιώματος στη στέγη.
Η Ελλάδα σπάει τα ρεκόρ σε όλους τους δείκτες που μετράνε τη στεγαστική επισφάλεια, καθώς έχει επίσης τις υψηλότερες δαπάνες στέγασης ως ποσοστό επί του διαθέσιμου εισοδήματος, με μέσο όρο το 34,2%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 18,9%. Ακόμα υψηλότερο είναι το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που δυσκολεύονται να πληρώσουν λογαριασμούς, ενοίκια και στεγαστικά, με το 36,4% να έχει καθυστερημένες οφειλές, έναντι 9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Τα ποσοστά αυτά, που αφορούν στοιχεία του 2021, εκτιμάται ότι αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο εξαιτίας της εκτόξευσης των λογαριασμών της ενέργειας και του πληθωρισμού, ανεβάζοντας στο 40% το ποσοστό των νοικοκυριών που βρίσκονται σε στεγαστική κρίση. Αυτό υπενθυμίζει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο Θεμιστοκλής Μπάκας, πρόεδρος του πανελλήνιου δικτύου E-real estates, παραπέμποντας σε έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, η οποία κατέγραφε μεταξύ άλλων ότι για πάνω από το 40% των νοικοκυριών ο μισθός τελειώνει πολύ πριν από τη λήξη του μήνα (στη 19η ημέρα, μεσοσταθμικά).
Για τους περισσότερους ενοικιαστές ο μισθός τελειώνει ακόμα νωρίτερα, αμέσως μόλις δώσουν το νοίκι, καθώς πάνω από 7 στους 10 (74,6%) επιβαρύνονται υπερβολικά από το κόστος στέγασης. «Το κόστος στέγασης για μια οικογένεια στην Αθήνα αγγίζει σχεδόν το σύνολο ενός «καλού» μισθού, χωρίς να συνυπολογίζουμε τα κοινόχρηστα, το κόστος ενέργειας και τους λοιπούς λογαριασμούς», δηλώνει ο πρόεδρος του δικτύου Ε-real estates, αναφέροντας συγκεκριμένα στοιχεία: «Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα βόρεια προάστια, όπου το 93,11% των διαθέσιμων προς μίσθωση ακινήτων έχει ζητούμενο μίσθωμα άνω των 800 ευρώ/μήνα, ενώ στα νότια προάστια το 81,44%. Στο κέντρο της Αθήνας το 65,66% των διαθέσιμων κατοικιών έχει ζητούμενο μίσθωμα άνω των 700 ευρώ/μήνα, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στις περιοχές του Πειραιά, των δυτικών προαστίων και στο υπόλοιπο Αττικής είναι 47,46%, 50,31% και 56,97%».
Τα μισθώματα αυτά αφορούν διαμερίσματα από 80 ώς 110 τ.μ., από 1ο όροφο και πάνω, με 2-3 υπνοδωμάτια, ενώ αν μια οικογένεια αναζητά σπίτι με προσιτό ενοίκιο, θα δυσκολευτεί αρκετά ώς υπερβολικά. Στα βόρεια προάστια μόλις το 0,91% των διαθέσιμων κατοικιών με δύο υπνοδωμάτια έχει ενοίκιο κάτω από 600 ευρώ, στα νότια μόλις το 4%, ενώ στο κέντρο της Αθήνας το αντίστοιχο ποσοστό είναι κάτω από 20%. Σχετικά υψηλότερη διαθεσιμότητα ακινήτων προς μίσθωση ώς 600 ευρώ έχουν ο Πειραιάς και τα δυτικά προάστια, αν και εκεί τα ποσοστά δεν ξεπερνάνε το 35%. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και στις θεωρητικά πιο «οικονομικές» περιοχές, τα δύο στα τρία διαθέσιμα σπίτια με δύο υπνοδωμάτια κοστίζουν πάνω από τον βασικό μισθό.
Πηγή: efsyn.gr