Ruins και χαλάσματα
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”33796″ img_size=”full”][vc_column_text]Στα ίδια μέρη…
Μέσα από ένα μπαράζ αμοιβαίων «υποχρεώσεων» και εξυπηρετήσεων βρέθηκα (χωρίς να καταλαβαίνω ούτε εγώ ακριβώς πώς) να οδηγώ στη μέση του πουθενά παρέα με έναν ξένο επενδυτή. Μάλιστα κύριε! Δεν μας επισκέπτονται μόνο τουρίστες για να απολαύσουν τον ήλιο, τη θάλασσα, το τζατζίκι και τον μουσακά αλλά και επενδυτές. Τέλος πάντων, ο άνθρωπος ήταν πολύ ευγενικός και μονίμως χαμογελαστός. Δεν τον αδικώ καθόλου.
Και εγώ αν κατέβαινα από τον νεφελώδη βορρά στον ηλιόλουστο νότο για μπίζνες and πλέζουρ, με προοπτική να αυξήσω την περιουσία μου, έτσι θα ήμουνα. Παρά ταύτα ο Βορειοευρωπαίος μας μιλούσε τα αγγλικά με άψογη αμερικανική προφορά –είχε σπουδάσει και δούλεψε για μερικά χρόνια στις Η.Π.Α.– και δήλωνε λάτρης των ταξιδιών και ιδιαίτερα της Ελλάδας. «Καμιά χώρα στον κόσμο δεν είναι σαν τη δική σας», μου είπε με ειλικρινή σιγουριά. «Γι’ αυτό θέλω να έχω μία αφορμή να την επισκέπτομαι συχνά, όχι μόνο όποτε μπορώ να δραπετεύσω μερικές μέρες μέσα στον χρόνο». «Το ξέρω», του απαντάω, «και χαίρομαι που ο τόπος μου απολαμβάνει της εκτίμησης του κόσμου, μόνο που τώρα πια εμείς οι ιθαγενείς μοιάζουμε σχεδόν παρείσακτοι μέσα στον ίδιο τον παράδεισό μας».
Με κοίταξε χαμογελώντας πονηρά και κανείς δεν έδειξε διάθεση να συνεχίσει αυτήν την κουβέντα. Άλλωστε, είχαμε μόλις φτάσει στον προορισμό μας. Ευχαρίστησα σιωπηλά τον θεό αφού για ώρα δεν βγάζαμε άκρη ούτε με χάρτες, ούτε με το gps και βγήκα να ξεμουδιάσω, όσο ο επενδυτής έλεγχε εξονυχιστικά την περιοχή και έβγαζε φωτογραφίες. Απ’ ότι κατάλαβα ο τύπος δραστηριοποιούνταν στον κλάδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και εξέταζε σοβαρά την πιθανότητα εκμετάλλευσης ανεμογεννητριών.
Μετά από περίπου μισή ώρα «ξεκίνα-σταμάτα» κατά μήκος της κορυφογραμμής και αφού κόντεψα να σπάσω το αμάξι στα κατσάβραχα, αρχίσαμε να παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά βγήκαμε γρήγορα πίσω στον πολιτισμό. Λίγο πιο κάτω, ο ξένος παρατήρησε κάποια αρχαία που βρίσκονταν στα δεξιά, αναφωνώντας με μία τρομερή φυσικότητα «οoh, ruins!». Συμπτωματικά, σε μικρή απόσταση βρισκόταν κι ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο που είχε ρημάξει στο πέρασμα των δεκαετιών.
Ποιος ξέρει τι έβγαζε… Κλωστές; Σαπούνι; Σταφίδα; Ρούχα; Έπιπλα; Χημικά; Βελόνες; Μηχανές; Ψυγεία; Ταμπέλα πάντως δεν υπήρχε απ’ έξω. Το μόνο βέβαιο είναι ότι και τούτο το ερείπιο κάτι έδειχνε. Έλεγε κι αυτό μία ιστορία για την σύγχρονη όμως Ελλάδα. Γι’ αυτό γύρισα και του είπα: «κι αυτά χαλάσματα είναι».[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]