Πρωτοχρονιά στο ημερολόγιο της ευτυχίας
Του Σταμάτη Πορτελάνου, Καθηγητή Πανεπιστημίου και προέδρου του Ολυμπιακού Κέντρου Φιλοσοφίας & Παιδείας
Για άλλη μια φορά βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα νέο έτος. Όλοι με μια ευχή στο στόμα: ευτυχές το Νέο Έτος! Ωστόσο παραμένει το ερώτημα ποια είναι η αληθινή ευτυχία. Και τούτο γιατί υπάρχει αμφισημία στην έννοια όταν η άνεση φέρνει ευτυχία αλλά όχι την τέλεια, όταν τα χρήματα φέρνουν ευτυχία, αλλά είναι επί θύραις η αφροσύνη και το άγχος. Τα εξωτερικά γνωρίσματα της ευτυχίας την καθιστούν περισσότερο εύθραυστη και δημιουργούν ψευδαισθήσεις όταν θυσιάζεται η ουσία της ζωής και η συλλογική συνείδηση. Η αληθινή ευτυχία ενίοτε δεν είναι αυτό που ονειρευόμαστε, όταν το ρολόι χτυπήσει μεσάνυχτα για την υποδοχή του νέου έτους. Το κυνήγι της ευτυχίας είναι ταυτισμένο με το κυνήγι της αλήθειας. Η αληθινή ευημερία δεν είναι η άλυσος του εφήμερου και των εθισμών που θα επανέλθουν την επόμενη μέρα της πρωτοχρονιάς. Η αληθινή ευτυχία ως αγάπη, συμφιλίωση, ελπίδα, κοινός νους, ειρηνικές σχέσεις απαιτεί Πνεύμα ανατροπής και αποκοπής από το εγωκεντρικό θέλημα λειτουργίας του εαυτού, πηγή κάθε κακίας. Τα ευχολόγια που επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, ως θεωρητική προσέγγιση της πρωτοχρονιάς, είναι η μια όψη της γιορτής και του φλουριού της βασιλόπιτας. Οι διανοητικές αρετές δεν πιστώνονται ως πληρότητα της υπαρξιακής αγωνίας του ανθρώπου και της απόκτησης καθολικής ευτυχίας.
Ο Αριστοτέλης ως υπέρτατο αγαθό του ατόμου συνάμα και της πόλης ορίζει την ευδαιμονία, η οποία αφορά την κατάσταση της ψυχής και συνίσταται στην άσκηση της αρετής, ως κοινωνικής πρακτικής παρά ως νοητικής στάσης. Πρόκειται για εσωτερική συνθήκη ύπαρξης με τη συνθετική άσκηση τόσο της διάνοιας όσο και του ήθους της ψυχής για να διαμορφωθεί ο χαρακτήρας του ανθρώπου. Η μονομέρεια της διανοητικής ικανότητας και του ορθολογισμού δεν επέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην ευαισθησία του κόσμου για δικαιοσύνη και ειρήνη. Στην τέχνη και τα εικονογραφημένα παραδείγματα του πολιτισμού μας αποτυπώνεται κάτι που μας διαφεύγει ή το απωθούμε.
Η καταφυγή στο ανορθολογικό, στην ελπίδα αποκαλυπτικής πίστης, στα όνειρα, στη λειτουργία της διαίσθησης είναι αυτά που ενισχύουν την κατανόηση του απύθμενου της ψυχής. Χωρίς εκσκαφή στα βάθη της ψυχής από αναγωγές και εμπειρικούς δείκτες πίστης σε ήθος κοινότητας θα παραμένει μάταιη η δίψα και το κυνήγι για ευτυχία προσωπική και κοινωνική. Με την αποδόμηση του παρελθόντος και της ιστορίας, που διαθέτουν προβολείς αυτογνωσίας, δεν δημιουργείται ασφαλές μέλλον. Η ιστορία έχει διδάξει ότι η ελπίδα δεν εδραιώνεται με τη σκοπιμότητα και τη χειριστική διαχείριση του χρόνου εις βάρος του άλλου συνανθρώπου ή αλλοεθνούς. Για παράδειγμα ακούγεται παράλογο να αναστήνεται η αλληλεγγύη όταν προκαλούνται πόλεμοι και ανθρώπινες τραγωδίες. Ελπίδα μαζί με την αγάπη σημαίνει ότι μοιραζόμαστε ένα ιδεώδες, μια Αλήθεια η οποία υπερβαίνει το άτομό μας και την καθημερινότητα. Είναι απώλεια όταν δεν μεταγγίζονται στην εποχή μας κείμενα και εμπειρίες του ελληνικού πολιτισμού που διαμορφώνουν την ταυτότητα του ανθρώπου και ορίζουν την ομορφιά της ζωής. Ο Ηρόδοτος που αναζητεί το διαχωρισμό του αληθοφανούς από το μη αληθοφανές, παραδέχεται τη θεϊκή παρέμβαση.
Αν η «αρχή» του χρόνου δεν είναι μόνο για τα μάτια και τις αισθήσεις τότε η θέση της για το «ευ ζην» βρίσκεται στην ψυχή του ανθρώπου. Η αρχή είναι ένα αίνιγμα γιατί μ’ αυτή την έννοια ερχόμαστε στον κόσμο, δημιουργούμε μέσα στο χρόνο, αλλά δεν εισχωρούμε ανέξοδα στην άδυτη, αποκαλυπτική αλήθεια του. Η αρχή ως μέτρο του χρόνου της βιολογικής ζωής έχει τέλος δεσμευτικό έως πεσιμιστικό για την ανθρώπινη ύπαρξη, αφού με το «τέλος» του ιστορικού χρόνου, χωρίς μεταφυσική εσχατολογία, η ελπίδα παραμένει ληξιπρόθεσμη. Ο Πλάτων ως αντίλογο διδάσκει τη σκέψη και τη μνήμη απελευθερώνοντας την «αρχή» από την αιχμαλωσία του παρελθόντος με τα λάθη του.
Και ο Παύλειος λόγος σημειώνει «τοις όπισθεν επιλανθανόμενος τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενος». Αφήνουμε πίσω τα παλιά, διδασκόμαστε απ’ αυτά και επεκτεινόμαστε στο μέλλον με όραμα που ξεπερνάει τα κτιστά όρια του χρόνου που προκάλεσε το εγώ. Εάν ο χρόνος ενσωματωθεί στο αιώνιο τότε παύει η τελεσιδικία της ελπίδας με δόλωμα τον ωφελιμισμό και την ευτυχία με προθεσμιακούς όρους και ορίζοντες. Ο χρόνος είναι πανδαμάτωρ όταν η έπαρση και η εφήμερη δόξα διαγράφουν από τη μνήμη το γιορτινό κάλλος της ψυχής με τα πρότυπα που το βίωσαν. Η αγάπη και η κοινότητα τρόπου ζωής των πρώτων χριστιανών με την κοινοκτημοσύνη νικούσε τον ατομικισμό. Έτσι τα κοινοτικά συμβολικά έθιμα (βασιλόπιτα κ.ά.), που επικράτησαν μέχρι σήμερα, διαδηλώνουν εναντίον μηχανισμών που δημιουργούν μια υβριδική ελευθερία, έναν υβριδικό πολιτισμό από καταναλωτισμό, εξουσιολαγνεία, από ανταγωνισμούς για το «έχειν» με αντιφάσεις και αδικίες. Όταν ο διπλανός συνάνθρωπος πονάει και δυστυχεί δεν μπορεί οι υπόλοιποι, ως ομοειδή πλάσματα, να είναι ιδιοκτήτες της χαράς. Στα πλαίσια της συμπόνιας ο χριστιανισμός υιοθέτησε τη χαρμολύπη, την ενσυναίσθηση. Ο Τζούλιαν Μπαγκίνι, καταξιωμένος διανοούμενος, διαχωρίζει την απόλαυση από την ευτυχία. Σημειώνει ότι η ευτυχία δεν είναι ιδιωτική επιδίωξη. Και φέρνει το εξής επιχείρημα: όταν ξεκινήσει κάποιος για το ταξίδι αναζήτησης της ευτυχίας και δει κάποιον να βουλιάζει σε κινούμενη άμμο, τότε θα ήταν καλύτερα να τον σώσει παρά να τον εγκαταλείψει και να επιδιώξει τη δική του ευχαρίστηση.