Πόλεμος στην Ουκρανία: Δεξιά και αριστερή Ρωσοφιλία στην Ελλάδα
Tου Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Αν κάποιος διαβάσει τα πρωτοσέλιδα του ελληνικού ημερήσιου Τύπου, θα διαπιστώσει πως μια σημαντική μερίδα της ελληνικής Δεξιάς και της ελληνικής Αριστεράς εκφράζουν αμηχανία απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, λόγω του αντιδυτικισμού τους και της υποβόσκουσας συμπάθειάς τους προς τον Πούτιν (πάνε πακέτο αυτά). Ο Ρώσος Πρόεδρος εμφανίζει τρομακτικά υψηλά ποσοστά αποδοχής στην ελληνική κοινωνία, κάτι που οδηγεί σε ορισμένα επιχειρήματα στερεοτυπικά και προσχηματικά για να δικαιολογηθούν οι πράξεις του.
Για τμήμα της ελληνικής Δεξιάς, ο Πούτιν είναι ο ορθόδοξος αδελφός που κακώς δεν συμμαχούμε τόσα χρόνια μαζί του παρότι πάει και στο Άγιο Όρος και γενικώς η Ελλάδα κακώς δεν τα βρίσκει με την ομόδοξη Ρωσία και τα βρίσκει με τους Καθολικούς και τους Προτεστάντες της Δύσης. Στην πραγματικότητα όμως, το κοινό θρήσκευμα είναι αιτία σκληρού ανταγωνισμού και όχι σύμπλευσης. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να ανακηρύξει την αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας, παρά τη σαφή αντίθεση του Πατριαρχείου της Μόσχας. Η Ρωσία δεν μπορεί να δεχθεί πως ένα μικρό κράτος σαν την Ελλάδα εξακολουθεί να ασκεί ισχυρή επιρροή στην Ορθοδοξία ελέγχοντας τρία ιστορικά Πατριαρχεία (Αλεξάνδρεια, Κων/πολη, Ιεροσόλυμα) και διαρκώς υπονομεύει κάθε πρωτοβουλία, με κλασικότερο παράδειγμα την απουσία της από την Πανορθόδοξη Σύνοδο στην Κρήτη το 2016. Η «ορθόδοξη» σύγκρουση Ελλάδας Ρωσίας ξεκίνησε όταν η Μόσχα αυτοανακηρύχθηκε Τρίτη Ρώμη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και επιχείρησε να υποκαταστήσει την ελληνική κυριαρχία εντός της Ορθοδοξίας, ξεχνώντας ότι η Βυζαντινή Εκκλησία ήταν αυτή που εκχριστιάνισε το ρωσικό έθνος το 988μ.Χ. Το 1870 Η Ρωσία στήριξε την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας στο πλαίσιο του Πανσλαβισμού, υπονόμευσε την ελληνική ηγεμονία στο Πατριαρχείο της Αντιοχείας και σήμερα κάνει το ίδιο στο Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας με σχισματική Εξαρχία.
Για τμήμα της ελληνικής Αριστεράς, η αμηχανία είναι ακόμα μεγαλύτερη για περισσότερους λόγους. Σε κάποιους η ρωσική εισβολή τσαλακώνει το αφήγημα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αφού η Ρωσία σήμερα κατέχει εδάφη τεσσάρων κρατών (Κρίμαια και ανατολικές επαρχίες Ουκρανίας, Αμπχαζία και Οσετία στη Γεωργία, Υπερδνειστερία στη Μολδαβία και Κουρίλες Νήσους της Ιαπωνίας). Δηλαδή πού πρέπει να φτάσει για να την πούμε ιμπεριαλιστικό κράτος;
Άλλοι, που διετέλεσαν και υπουργοί πριν από λίγα χρόνια, μη λέμε ονόματα τώρα, έχουν κάνει μια απλουστευτική ιδεολογική σύνδεση, ταυτίζοντας τη Σοβιετική Ένωση με τη Ρωσία, και αποθεώνουν τον Πούτιν επειδή είχε χαρακτηρίσει «τραγωδία» την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ. Ταυτόχρονα επικαλούνται και γκάλοπ που δείχνουν ότι οι Ρώσοι αναπολούν την ΕΣΣΔ, παραβλέποντας ότι αυτό που αναπολούν –κυρίως Ρώσοι, Λευκορώσοι και οι Γεωργιανοί λόγω Στάλιν, όχι σε άλλα κράτη- είναι η γεωπολιτική ισχύς της Σοβιετικής Ένωσης, όχι απαραίτητα η ιδεολογία της.
Το αφήγημα κλονίστηκε αρκετά μετά το πρώτο διάγγελμα του Πούτιν, αφού ο Ρώσος πρόεδρος αποδόμησε τον Λένιν και τον κομμουνισμό, οπότε έδωσε την αφορμή στην κομμουνιστική Αριστερά να μιλάει ελεύθερα για «ιμπεριαλιστική εισβολή» μην ξεχνώντας φυσικά να συμψηφίσει με «ΗΠΑ-ΕΕ-ΝΑΤΟ» (ιμπεριαλιστική η Ευρωπαϊκή Ένωση, τι άλλο θα ακούσουμε).
Αυτές οι προσεγγίσεις έχουν οδηγήσει και σε ορισμένα επιχειρήματα με προσχηματικό χαρακτήρα, τα οποία τα καταρρίπτει η ιστορική εμπειρία στη νεότερη ελληνική ιστορία και κατά τη γνώμη μου οδηγούν σε λανθασμένα ερμηνευτικά μονοπάτια. Πρώτο και κύριο η διαρκής επισήμανση περί «κυβέρνησης Ναζί και ακροδεξιού προέδρου στην Ουκρανία», προφανώς για να μην επιτρέψουμε να αναπτυχθούν και πολλά αισθήματα συμπάθειας προς την Ουκρανία.
Ας κάνουμε δεκτό το επιχείρημα ότι έχουν πρόεδρο «εβραιοναζί» (!) για την οικονομία της συζήτησης. Προφανώς και υπάρχουν ακροδεξιά τάγματα στην Ουκρανία. Σε τι μας εμποδίζει να καταδικάσουμε την εισβολή και να στηρίξουμε τους πολίτες της Ουκρανίας απέναντι στην κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας από τη Ρωσία;
Να θυμίσω ότι το 1940 είχαμε δικτατορία στην Ελλάδα, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον γ.γ. του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη, να στηρίξει τον πόλεμο που διηύθυνε ο Μεταξάς χωρίς αστερίσκους. Με αυτό το σκεπτικό, δεν καταλαβαίνω γιατί αναφερόμαστε διαρκώς στο Κυπριακό. Τον χουντικό Σαμψών είχε η Κύπρος και τον Ιωαννίδη η Ελλάδα. Ακροδεξιοί ήταν, τι σκάτε και σας πιάνει ο πόνος για την Κύπρο; Δεν χρειάζεται καν να επισημάνω φυσικά ότι τέτοιες αναφορές δεν τις διάβασα ποτέ για τον εθνικιστή Μιλόσεβιτς ούτε για τη συμμετοχή Ελλήνων στη γενοκτονία της Σρεμπρένιτσα (άκλαφτοι πήγαν 8.000 Βόσνιοι) ούτε καν για τον δικτάτορα Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ.
Το δεύτερο κυνικό επιχείρημα που αναπαράγεται είναι η έμμεση αιτιολόγηση της ρωσικής εισβολής, «αφού τον περικυκλώσανε τον Πούτιν, τι να έκανε κι αυτός, είναι θέμα ασφάλειας της Ρωσίας». Δεκτό το επιχείρημα, προσωπικά απεχθάνομαι τις ηθικολογίες, ειδικά στην εξωτερική πολιτική, και είμαι υπέρμαχος του θουκυδίδειου ρεαλισμού. Να θυμίσω όμως ότι περίπου το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποιεί και το Ισραήλ, ότι δεν μπορεί να δεχθεί στα σύνορά του την ίδρυση εχθρικού κράτους που υποθάλπει την τρομοκρατία, και τα ίδια λέει και η Τουρκία για τα οπλισμένα μας νησιά.
Προσωπικά θεωρώ ότι κάποια κράτη ή εθνότητες είναι «αιχμάλωτοι» της γεωγραφίας και πως στην εξωτερική πολιτική γενικώς ισχύουν οι ισχυρισμοί των Αθηναίων προς Μηλίους: «κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του κι ότι, όταν αυτό δε συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται (…) δε μας βλάφτει τόσο ή έχθρα σας όσο η φιλία σας. Η φιλία σας, στα μάτια των υπηκόων μας, θα ήταν απόδειξη αδυναμίας μας, ενώ το μίσος σας απόδειξη της δύναμής μας».