Ποιος ήταν ο Κωνσταντίνος Γεωργιάδης (ΚΑΠΕΤΑΝ ΖΑΧΑΡΙΑΣ) και πόσο αξίζει να τιμηθεί με μία προτομή
Του Γιώργου Ευθυμίου, εκπ/κού
Και πρώτα ας μάθουμε πώς προήλθε το όνομά του Ζαχαριάς. Είναι ψευδώνυμο, που έδιναν σε όλους τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης εναντίον των Γερμανών, για την ασφάλεια των συγγενών τους στο χωριό ή στην πόλη.
Το όνομα δε αυτό το είχε ένας τουρκοφάγος του 1821 στη Μάνη, στην οποία ο Κωνσταντίνος Γεωργιάδης έζησε τα εφηβικά του χρόνια, κοντά στους δύο αδελφούς του, τον Γιώργο και τον Βασίλη, που είχαν φύγει από το Χελιδόνι, την πατρίδα τους, και είχαν πάει εκεί για μία καλύτερη οικονομικά ζωή. Του το έδωσε δε ο συναγωνιστής του Κρόνος, που ήξερε την ιστορία αυτού του Ζαχαριά της Μάνης, που ήταν ο πρώτος που εκπαίδευσε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, για να είναι ικανός να αντιμετωπίζει τους προαιώνιους εχθρούς της Πατρίδας μας και ο ίδιος θυσιάστηκε για την Ελλάδα.
Ο συντοπίτης μας Κωνσταντίνος Γεωργιάδης γεννήθηκε το 1912 στο Χελιδόνι Ηλείας και μεγάλωσε στη Σπάρτη, όπου τελείωσε το Σχολαρχείο. Πήρε μέρος στον αλβανικό πόλεμο, που μάλιστα διακρίθηκε και τιμήθηκε με ηθική αμοιβή και προαγωγή.
Στα τέλη του 1942, μετά από μία σύγκρουση με Γερμανούς στην Πελοπόννησο, αναγκάστηκε να περάσει στην παρανομία συγκροτώντας μια δική του ομάδα, την οποία ενέταξε στον ΕΛΑΣ με το ψευδώνυμο Ζαχαριάς και συνέχισε δίνοντας απανωτές μάχες εναντίον των κατακτητών. Αλλά εκεί που έδειξε τις αξιοθαύμαστες αρχηγικές, αγωνιστικές και αποτελεσματικές του ικανότητες ήταν η δημιουργία εκ του μηδενός ενός στόλου ολοκλήρου στον Κορινθιακό κόλπο.
Με τρεις συντρόφους του και με 2-3 βενζινάκατα, με ένα πολυβόλο και λίγα λιανοντούφεκα υπέταξε αρχικά ένα Γερμανικό καράβι επτά τόνων και το έκανε ναυαρχίδα του και έπειτα, πάνω στο χρόνο, έκανε ένα στόλο με 17 κομμάτια θαυμαστά εξοπλισμένο.
Έτσι ίδρυσε το ΕΛΑΝ (Εθνικό, Λαϊκό, Απελευθερωτικό Ναυτικό) Κορινθιακού, που στο σύνολό του το έφτασε σε 30 σκάφη και τους συναγωνιστές του σε 1.200. Μια δύναμη δηλ. ισχυρή με την οποία σημείωσε πολλές νίκες εναντίον των Γερμανών, που όμως όταν τους συνελάμβανε ζωντανούς, δεν τους εκτελούσε, γιατί τους έβλεπε και τους λυπόταν, επειδή ήξερε πως οι ίδιοι ποτέ δεν θα ήθελαν να πολεμήσουν ένα λαό με τον οποίο αυτοί δεν είχαν καμία διαφορά, αλλά τους είχε ξεγελάσει ο παρανοϊκός αρχηγός τους, με τις αρρωστημένες ιδέες του πως η Αρεία φυλή έπρεπε να κυριαρχήσει σε όλον τον κόσμο.
Το ίδιο συμπεριφερόταν με ανθρωπιά και στους διχασμένους Έλληνες, γιατί ήξερε πως οι πιο πολλοί ή είχαν παρασυρθεί ή είχαν εξαναγκαστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και συμπεριφέρονταν βάναυσα στους συνέλληνες.
Τι άλλο αποδεικνύει άλλωστε και η αγαστή συνεργασία του με τον Ναπολέοντα Ζέρβα, τον αρχηγό του ΕΔΕΣ (Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου) και το Δημήτρη Ψαρρό, αρχηγό του ΕΚΑ (Εθνική Κοινωνική Αναγέννηση), αν όχι τον πόθο του και το πάθος του να ελευθερωθεί η Πατρίδα μας;
Και δεν είναι μόνο αυτή η συνεισφορά του στον αγώνα «υπέρ όλων». Όταν τελείωσε η επάρατη Κατοχή και θα περίμενε κανείς να ριχτούν όλοι οι Έλληνες «με τα μούτρα» στην αναζωογόνηση και αναδιοργάνωση της ρημαγμένης χώρας μας, για να επουλωθούν σιγά-σιγά οι χαίνουσες πληγές της, δυστυχώς, δυστυχέστατα επακολούθησε ο αποτρόπαιος Εμφύλιος πόλεμος. Ο πόλεμος ο υποκινημένος από τον Τσώρτσιλ, που ήθελε τους Έλληνες διαιρεμένους, για να τους έχει «του χεριού του», αφού πίστευε, όπως ευθαρσώς έλεγε, πως «τους Έλληνες τους μεταχειρίζεται κανείς, όπως θέλει, αν τους έχει διαιρεμένους». Πράγμα που πέτυχε δίνοντας όπλα και στις δύο πλευρές.
Ο Καπετάν Ζαχαριάς όμως βλέποντας τα λάθη και των δύο πλευρών δεν προσχώρησε στον Εμφύλιο και γι’ αυτό έτυχε της περιφρόνησης των υψηλά ιστάμενων συναγωνιστών του, που δεν τον τίμησαν ούτε στην κηδεία του, γιατί δεν του είχε συγχωρεθεί η μη συμμετοχή του στον αδελφοκτόνο πόλεμο, επειδή δεν μπορούσε να βλέπει το αδελφικό αίμα να χύνεται και να έχει ικανοποιημένη τη συνείδησή του.
Μικρό δείγμα, μα αντιπροσωπευτικό της ευαισθησίας του, της ανθρωπιάς του και της Ελληνικής ψυχής του, το φανερώνει ο διάλογός του με τον Ορέστη, τον αρχηγό της Αττικής και της Βοιωτίας, σχετικά με τους 16 χωρικούς της αντίθετης πλευράς που πήγαιναν να εκτελέσουν τον Καπετάν Ζαχαριά και τα παλικάρια του και ο Ορέστης μετά τη σύλληψή τους προέτρεψε τον Καπετάν Ζαχαριά να τους εκτελέσουν αυτοί. Ο Καπετάν Ζαχαριάς όμως το αρνήθηκε, γιατί ήταν Έλληνες.
Και κάτι ακόμα. Εμείς αγωνιζόμαστε να ελευθερώσουμε την Ελλάδα και να φτιάξουμε ένα καινούργιο κόσμο, μακριά από τα μίση και τα πάθη, μακριά από εκδίκηση και σκοτωμούς Ελλήνων. Αυτό που προτείνεις Ορέστη δεν γίνεται.
Αυτός ήταν εν ολίγοις ο Καπετάν Ζαχαριάς, που αγάπησε ανυπόκριτα και ανιδιοτελώς (δεν διεκδίκησε κανένα πολιτικό ή άλλο αξίωμα) την Ελλάδα και τους Έλληνες αλλά και την ιδιαίτερή μας Πατρίδα, το Χελιδόνι, όπως αποδεικνύει όχι μόνο η τοποθέτηση της φωτογραφίας του χωριού μας στην αρχή του βιβλίου του, αλλά και η εντολή που άφησε στους δικούς του προ του θανάτου του, να ενταφιαστεί στο Κάστρο του Χελιδονίου, όπου φιλοξενούνται οι συγγενείς του και οι φίλοι μας από αιώνες αιώνων, πράγμα και που έγινε και ακόμη οι απανωτές επισκέψεις του στη γενέτειρά του χειμώνα- καλοκαίρι. Μετά τα παραπάνω, αλλά και άλλα πολλά, που παραλήφθηκαν για τον αξιομνημόνευτο και αληθινό ήρωα, που στην Αντίκυρα τον τιμούν κάθε χρόνο μπροστά στον ανδριάντα του στις 25 Νοέμβρη, ημέρα του Γοργοπόταμου (σύμβολο εθνικής ενότητας), δεν καταλήγει άραγε κανείς στο συμπέρασμα ότι η απόδοση τιμών στους αληθινούς ήρωες μας μάς διδάσκει πως πέρα από το «απλώς ζην» έχουμε ανάγκη της προβολής τέτοιων τιμημένων και δοξασμένων ηρώων, για να αποτελούν τα λαμπρά παραδείγματα και βέβαια και σε μας αλλά κυρίως στα παιδιά μας και τα εγγόνια μας στο να απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας όλοι μας τον επάρατο διχασμό, που έχει στοιχίσει πολλά δεινά στην Πατρίδα μας όπως πρόσφατα και βέβαια και παλιά από τα πανάρχαια χρόνια