“Όρνιθες”: Ένα δραματικό ροκ υπερθέαμα!
Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίας Ολυμπίας – Τεχνηχώρος Θεατρικές Παραγωγές
Ανατρεπτικός Άρης Μπινιάρης – Εξαιρετικές ερμηνείες από τον θίασο
Γράφουν οι Ελένη Χριστοδουλοπούλου & Ηρώ Ρήγα
Φωτογραφίες: Other View Photography
Οι “Όρνιθες” είναι κωμωδία του Αριστοφάνη που παρουσιάστηκε το 414 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια, χαρίζοντας στον δημιουργό της το δεύτερο βραβείο. Ο Αριστοφάνης έγραψε τους “Όρνιθες” απογοητευμένος από την τροπή του Πελοποννησιακού Πολέμου. Με το μεγάλο αυτό έργο, ο Αριστοφάνης βρίσκει την ευκαιρία να διακωμωδήσει τους συκοφάντες και τους κόλακες του δήμου, καθώς και τις θεωρίες για νέα πολιτεύματα.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Άρης Μπινιάρης, έχοντας πάντα την δεξιότητα να μεταπλάθει και να ανακατασκευάζει την ιστορία σύμφωνα με το κοινωνικό γίγνεσθαι χωρίς να παραλείπεται η ιεροτελεστική και η αλληγορική προέκταση, φαντάστηκε και πραγμάτωσε τη νέα πολιτεία που θέλουν να φτιάξουν οι Πεισθέταιρος και Ευελπίδης ως έναν πρωτόγονο, ανέγγιχτο από ανθρώπινο χέρι, τόπο, κάτι που μας παραπέμπει στην ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα.
Ακόμα, πολύ εύστοχος θα μπορούσε να του καταλογιστεί ο παραλληλισμός του Πεισθέταιρου και του Ευελπίδη με τον Βλαδίμηρο και τον Εστραγκόν απ’ το έργο “Περιμένοντας τον Γκοντό” του Σ. Μπέκετ.
Μόνο που στην περίπτωση του κόσμου των Πουλιών που έχτισε ο Άρης Μπινιάρης δεν είναι τίποτα μάταιο! Όλα μας δείχνουν πως όλα είναι μεταβλητά, όλα είναι εξελίξιμα αρκεί να υπάρχει αγαστή συνεργασία και αγάπη μεταξύ αυτών που προτείνουν την αλλαγή.
Όρνιθες απαλλαγμένες από το “σεφερλικό” πανηγύρι όπως έχουμε φανταστεί, σχεδόν δραματικές, εμποτισμένες με ποιητικότητα και λυρισμό. Αυτό βέβαια δεν θα μπορούσε να πετύχει εάν δεν υπόβοσκε η μουσική του Α. Δράκου Κτιστάκη ο οποίος ενώ έχει εξειδικευτεί στην τζαζ μουσική, εδώ επιχείρησε να “εισέλθει” στον πανκο-παραδοσιακο-ψυχεδελικό κόσμο του Μπινιάρη.
Απόλυτα πετυχημένες οι ερμηνείες των ηθοποιών Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου και Γιώργου Χρυσοστόμου, όπου είχαν πλήρως εναρμονιστεί με τις ρυθμικές επιτελέσεις της μουσικής, δεν ξέφυγαν ούτε λεπτό από τις περιοριστικές ηχητικές διαστάσεις που επιβάλλει μια ερμηνεία με χειλόφωνο
και θα λέγαμε αυτό που μας συγκίνησε ιδιαίτερα ήταν ότι σπάνιες φορές βλέπουμε να καταστρατηγείται με απόλυτη επιτυχία το βάθρο που βρίσκονται συνήθως οι χωριάτες αλλά υπεράνθρωποι-ήρωες (οι οποίοι είναι πάντα μη σώφρονες για να επιφέρουν μια ριζική αλλαγή στα ήδη πεπραγμένα) και να “κατεβαίνουν” στα οικεία ανθρώπινα, να μας παίρνουν αγκαλιά και να μας ‘λεν στον ώμο “δεν πειράζει, θα γίνει. Μπορεί ν’ αργήσει, αλλά θα γίνει”.
Ακόμα αξίζει να σημειωθεί και να επικροτηθεί η σωματική δεινότητα των χορευτών καθώς εδώ κρύβεται μια παραδοξότητα: ενώ χορικά (με την κλασσικότροπη έννοια) δεν υπήρχαν, οι ηθοποιοί του χορού ήταν καθόλη τη διάρκεια του έργου παρόντες, κινούμενοι και ασθμαίνοντες, κάτι το οποίο το συναντάμε συνήθως στο θέατρο της φόρμας όπως είναι του Θεόδωρου Τερζόπουλου ή του Σάββα Στρούμπου.
Ο Στέλιος Ιακωβίδης, η Κωνσταντίνα Τακάλου, ο Ερρίκος Μιλιάρης, ο Μάριος Παναγιώτου, ο Θανάσης Ισιδώρου στους ρόλους των παρασίτων και των εναπομείναντων σαθρών στοιχείων της παλιότερης κοινωνίας είναι απίστευτα αποδοτικοί και πιστοί σε αυτόν τον δύσκολο δρόμο που έχει διαλέξει ο Μπινιάρης που όλα πρέπει να είναι υπολογισμένα και ρυθμικά μετρημένα.
Ξεχώρισε ο Θανάσης Ισιδώρου στον ρόλο του συκοφάντη, όπου σίγουρα τράβηξε τα βλέμματα του κοινού με την περίεργα επαναλαμβανόμενη κινησιολογία του. Γι’ αυτό άλλωστε ο Μπινιάρης τον έχει ως βασικό συνεργάτη στις παραστάσεις του.
Η σκηνή του τέλους προσέδωσε μια αίσθηση μαγείας μέσα στο ήδη υπάρχον συγκινητικό πλαίσιο: Ο Πεισθέταιρος δεν παντρεύεται με τη Βασιλεία την κόρη του Δία. Δεν υφίσταται πουθενά κανένας τέτοιος συμβιβασμός, υπάρχουν μόνο τα πουλιά ως προάγγελοι της ελευθερίας -όπως λέει και ο σκηνοθέτης σε συνέντευξή του- και οι ανθρώποι που θέλουν απλώς “ν’ ανασάνουν”.
Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Για εμάς λοιπόν τότε μόνο υπάρχει αλισβερίσι μεταξύ θεατών και ηθοποιών, όταν μόνο κάπου αιωρείται φθορά, θνητότητα, όταν μόνο είμαστε ίσα κι όμοια, όταν ηθοποιοί και συντελεστές δεν κουνάν το χέρι για το πώς πρέπει να είναι τα πράγματα αλλά αναρωτιούνται και συνδιαλέγονται έμμεσα με εμάς, όταν πάσχουν μαζί μ’ εμάς!
Η προσέλευση και το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού αποδεικνύουν ότι το καλό θέατρο ο κόσμος το στηρίζει, όπου και αν αυτό παρουσιάζεται! Και το Φεστιβάλ Αρχαίας Ολυμπίας έχει παρουσιάσει πολύ δυνατές παραστάσεις τα τελευταία χρόνια, με την προσπάθεια των καλλιτεχνικών διευθυντών που το ανέλαβαν, κ. Θοδωρή Αμπαζή και κ. Βασίλη Καψή.