Οδικός χάρτης για επιστροφή στον κοινωνικό διάλογο
Οδικό χάρτη σε βάθος εξαμήνου και δέσμευση για την κυβέρνηση ότι στην τελική απόφασή της για την εκάστοτε αύξηση του κατώτατου μισθού θα δίνει μεγαλύτερο βάρος στην πρόταση των κοινωνικών εταίρων, εφόσον όμως υπάρχει συμφωνία, θα προβλέπει, κατά πληροφορίες, η προσεχής ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2022/2041 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022, για επαρκείς κατώτατους μισθούς και συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Το προσχέδιο νόμου, που θα τεθεί σε διαβούλευση με τη ΓΣΕΕ και τις οργανώσεις των εργοδοτών πριν από την κατάθεση και ψήφισή του από τη Βουλή στα τέλη Νοεμβρίου, δεν θα εμπεριέχει διάταξη για την επαναφορά της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης και της δυνατότητας που είχαν οι επονομαζόμενοι κοινωνικοί εταίροι πριν από τα μνημόνια να προσδιορίζουν τα ποσοστά αυξήσεων στους βασικούς μισθούς.
Ωστόσο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα προβλέπεται διάταξη βάσει της οποίας, εάν οι εταίροι καταλήξουν σε συγκεκριμένη συμφωνία, η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να την παρακάμψει. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν ανατρέπει το υφιστάμενο στάτους στο οποίο τον καθοριστικό λόγο για τον κατώτατο μισθό έχει η εκάστοτε κυβέρνηση. Δίνει, ωστόσο, ένα κάποιο νόημα σε αυτό που είθισται να αποκαλείται κοινωνικός διάλογος αφού αναγκάζει τις δύο πλευρές να ξανακαθίσουν στο τραπέζι με την ελπίδα να πιάσει τόπο η κοινή τους πρόταση. Όμως, παράλληλα, διά της ενσωμάτωσης της Οδηγίας, ο Κυρ. Μητσοτάκης κλείνει ορμητικά την πόρτα στην επιστροφή της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Πόρτα την οποία κρατούσε μισάνοιχτη ο πρωθυπουργός αφού ποτέ δεν είχε διατυπώσει ένα τελεσίδικο «όχι».
Πάντως, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου, οι αλλαγές για ενδυνάμωση του διαλόγου θα ξεκινήσουν μέχρι το τέλος του έτους και θα ολοκληρωθούν μέσα από έναν οδικό χάρτη εντός του πρώτου εξαμήνου του 2025.
ία νέα στοιχεία προστίθενται και στις αλλαγές για τα προγράμματα κατάρτισης της ΔΥΠΑ: Πρώτο, η κατάρτιση σε νέα επαγγέλματα που σχετίζονται με τις ανάγκες που προβάλλει η δημογραφική γήρανση, και η απελευθέρωση γυναικών από τη φροντίδα και τα πολλαπλά βάρη της οικογένειας και η στενότερη σύνδεση των νέων ή παλαιών –αλλά επί χρόνια υποτιμημένων- επαγγελμάτων με τα προγράμματα του υπουργείου Παιδείας. Ήδη η υπουργός ζήτησε από τη ΔΥΠΑ να σχεδιάσει ένα νέο πρόγραμμα για φροντιστές, ενώ στα ζητούμενα είναι και οι αλλαγές στη διαδικασία πιστοποίησης γνώσεων και δεξιοτήτων, ώστε η κατάρτιση να μην καταντά, όπως συμβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια, ακόμη ένα επίδομα για τους ανέργους που επιλέγουν προγράμματα συνεχιζόμενης κατάρτισης.