Νέα χρονιά με σημαντικές προκλήσεις για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η ιστορία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη χώρα μας, βασισμένη στο σύστημα των κοινοτήτων, ξεκινά πριν την οθωμανική κατοχή, διατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της αλλά και στα χρόνια της Επανάστασης. Στην μεταεπαναστατική περίοδο και έως το 1912 καταργούνται σταδιακά οι κοινότητες και καθιερώνονται οι δήμοι, οργανωμένοι πάνω στο βαυαρικό μοντέλο. Με το διάταγμα της Αντιβασιλείας του 1833 τίθενται οι ουσιαστικές βάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Με την κυβέρνηση Βενιζέλου, το 1912, ξεκινά η συνύπαρξη δήμων και κοινοτήτων, δημιουργούνται χιλιάδες κοινότητες και δήμοι, ένας ουσιαστικός κατακερματισμός δηλαδή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με σαφή προσανατολισμό και αποτέλεσμα τα κοινοτικά γραφεία να λειτουργούν ως «κομματικά γραφεία», να μετράν ψηφοφόρους και να εκδίδουν πιστοποιητικά. Αυτή η «φάμπρικα» διατηρήθηκε ως το 1997, όταν με την εφαρμογή του σχεδίου «Καποδίστρια» και ακολούθως με τα προγράμματα «Καλλικράτης» και «Κλεισθένης» κυριαρχεί η ανασυγκρότηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Η πορεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στον ευρωπαϊκό χώρο ξεκινά με τα πρώτα δείγματα αδυναμίας της Ρώμης να διατηρήσει το Imperium , εκεί γύρω στον 10ο με 11ο αιώνα, μετά την κάθοδο των «βαρβαρικών φυλών» και την ηγεμονία τους στο βόρειο χώρο της ηπείρου. Η αντίδραση στα διατάγματα της Ρώμης παρακίνησε τους ανθρώπους να επιδιώξουν την ικανοποίηση των αναγκών τους διαμέσου της ατομικής πρωτοβουλίας και ελεύθερων συμφωνιών μεταξύ των αδελφοτήτων και των συντεχνιών και αυτό το πνεύμα διατηρήθηκε και επεκτάθηκε από τον 11ο αι. σε χωριά και πόλεις, με αποκορύφωμα τις αστικές επαναστάσεις σε τοπικό επίπεδο και τη δημιουργία ελεύθερων πόλεων – «κρατών», κυρίως στην Ιταλία. Η Βενετία, η Γένοβα, η Φλωρεντία απεγκλωβισμένες σε μεγάλο βαθμό από την ασφυκτική πίεση της κεντρικής διοίκησης και τις θεοκρατικές αναστολές και εντολές του Πάπα, κυριάρχησαν στο εμπόριο, στις Τέχνες, στις ανακαλύψεις, στην «επέκταση» των ορίων του κόσμου. Πιο πέρα η Αμιένη στη Γαλλία, η Νυρεμβέργη, το Μπρύζ και αργότερα τα χωριά της Ιούρα στην Ελβετία, αποτέλεσαν τρανά παραδείγματα τοπικής αυτοδιοίκησης, συνοχής και αλληλοβοήθειας στα μέλη της κοινότητας, προκοπή και ευημερία για όλους τους παραγωγικούς κλάδους.
Με την θέσπιση της έννοιας του Κράτους, τα σύνορα και την θεσμοθετημένη εκμετάλλευση της ανθρώπινης και φυσικής παραγωγής πλούτου για την Κυρίαρχη Αρχή, είναι λογικό πως οι ελεύθερες κοινότητες έπαψαν να υπάρχουν.
Ωστόσο, οι ανάγκες και οι απαιτήσεις των καιρών μας ξανάφεραν στο προσκήνιο την οριοθετημένη προσπάθεια των τοπικών κοινωνιών να προχωρήσουν με μεγαλύτερη αυτονομία στην επίλυση των προβλημάτων τους.
Ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, τα χρόνια που έρχονται θα απαιτούν έναν πιο κομβικό ρόλο για τους Δήμους, οι οποίοι θα πρέπει να σηκώσουν μεγάλο βάρος προκειμένου να εξασφαλίσουν την κοινωνική ευημερία. Παρά τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις, τις συγκεχυμένες ευθύνες και αρμοδιότητες που πρέπει, επιτέλους, να θεσμοθετηθούν, η Τοπική Αυτοδιοίκηση καλείται να «σηκώσει τα μανίκια» και να πιάσει δουλειά, δεδομένων των νέων οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων.
Ξεκινώντας από την καταστατική θέση των αιρετών, τις λειτουργικές δαπάνες και την υποστελέχωση (όπου παρατηρείται), οι Δήμοι οφείλουν να οργανωθούν ώστε να ανταπεξέλθουν, κατά το δυνατό, σε αναγκαίους τομείς της σύγχρονης πραγματικότητας, κυρίως στην κοινωνική πολιτική – η φτωχοποίηση και οι ανισότητες αυξάνονται εφιαλτικά παρά τους ευημερούντες οικονομικούς δείκτες – στην αντιμετώπιση περιβαλλοντολογικών φαινομένων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και της ανάπτυξης με κάθε κόστος, στην πολιτική προστασία και την ψηφιοποίηση.
Προβλέπεται το 2025 να είναι μια δύσκολή χρονιά στη διαχείριση «φυσικών καταστροφών», όπως παπαγαλίζεται η φυσική Τάξη των Πραγμάτων με τρομολαγνεία, αντί για μια αναφορά στα συνηθισμένα φαινόμενα της πυρκαγιάς, της πλημμύρας και των έντονων καιρικών φαινομένων, τα οποία πάντα είχε να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος από τότε που περπάτησε στα δυο πόδια αλλά, δυστυχώς, «έβαλε το χεράκι του» και έθεσε τα «οικοδόμήματά του» και, κυρίως, την ίδια του τη ζωή σε μεγαλύτερο κίνδυνο αγνοώντας τη Δύναμη της Φύσης.
Η έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης παραμένει μόνιμο αγκάθι για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Παρά τις ευρωπαικές επιχορηγήσεις και τα προγράμματα στήριξης, πολλοί δήμοι διαμαρτύρονται για την έλλειψη πόρων κάτι που φυσιολογικά αντανακλά στη δυσχέρεια υλοποίησης έργων και την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών. Αλήθεια; Ψέματα; Μόνο όποιος έχει το ταμείο γνωρίζει. Ωστόσο, η «μαύρη αλήθεια» είναι πως «λεφτά υπάρχουν», όπως είχε ειπωθεί κάποτε, μόνο που για να αντλήσεις πόρους χρειάζεται ικανότητα και διάθεση για σκληρή δουλειά, διαχρονικός σχεδιασμός και στρατηγική. Σε γενικές γραμμές ας το ορίσουμε ως «διοικητική αποτελεσματικότητα», η οποία απαιτεί τη βέλτιστη διαχείριση της δημοτικής περιουσίας, την άντληση προγραμμάτων χρηματοδότησης και φυσικά τη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα μέσω υγιών και αποσαφηνισμένων συμπράξεων για την ευημερία και των δυο πλευρών.
Στο πρόσφατο ψήφισμα της ΚΕΔΕ στο ετήσιο συνέδριο της Ρόδου συμφωνήθηκε μια σειρά διεκδικήσεων πόρων, παροχών και ελαστικότητας υποχρεώσεων πρός την Κεντρική Διοίκηση – μιας και δεν υφίστανται πλέον οι μνημονιακές δεσμεύσεις -, αιτήματα τα οποία εφόσον υλοποιηθούν έστω και σε έναν ικανοποιητικό βαθμό θα προσφέρουν αρκετά οικονομικά εργαλεία στους δήμους. Κυρίως στους «αδικημένους», πολλοί από τους οποίους βρίσκονται στον πανθομολογούμενος «ξεχασμένο» νομό μας.
Με το καλημέρα του 2025 ο δήμος μας και η ευρύτερη περιοχή δείχνουν σα να «αιφνιδιάστηκαν» από την (αναμενόμενη) πρόταση ενδιαφέροντος του ΤΑΥΠΕΔ προς ιδιώτες επενδυτές για την πώληση του λιμένα Κατακόλου (και της Πάτρας).
Να, λοιπόν, μια άμεσα ορατή πρόκληση, που χρειάζεται δραστική κινητοποίηση και την ανάδειξη του εκρηκτικού συνδυασμού οικονομικών πόρων, πρόνοιας, στρατηγικού οράματος και διαχειριστικής ικανότητας ώστε να ωφεληθεί, κατά το δυνατόν, η Ηλεία από τις εξελίξεις.
Οι τοπικοί βουλευτές, οι αρμόδιες αρχές, οι επιχειρηματίες αλλά και οι πολίτες οφείλουν να πιέσουν, να δραστηριοποιηθούν, να διεκδικήσουν, διότι στο κάτω κάτω της γραφής είναι ο Τόπος μας.
ΔΡ