Να μπορούσα στα σύννεφα, να ‘χα εγώ βενζινάδικο
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”88698″ img_size=”full”][vc_column_text]Μου έκανε νόημα να προχωρήσω λίγο πιο μπροστά για να μπορεί να βάλει βενζίνη. Νέο παιδί, μιλούσε μόνο στον πληθυντικό και χαμογελούσε συνέχεια. Για τις ανάγκες της δουλειάς, αλλά δίχως να φαίνεται ίχνος προσποίησης στο πρόσωπό του. Ξαφνικά έπιασα τον εαυτό μου να τον παρατηρεί. Προσπαθούσα μάλλον να ανιχνεύσω τις συνθήκες της ζωής του και βέβαια της εργασίας του. Πόσες ώρες δούλευε, αν του συμπεριφέρονται καλά, αν έχει φίλους, κοπέλα, αν περνάει καλά, αν έχει όνειρα ή χάθηκαν πρόωρα. Αν εξαϋλώθηκαν μέσα στην ατμόσφαιρα της ζωής…
Τελικά όμως, μάλλον εγώ θα πρέπει να ονειρευόμουν εκείνη την στιγμή, καθώς ο γλυκός τόνος της φωνής του με έβγαλε γρήγορα από τις σκέψεις μου: “Να σας κάνω λίγο τα τζάμια;” Όχι αγόρι μου απάντησα ασυναίσθητα. Αλλά είχε πάει ήδη και καθάριζε τα πίσω. Δεν είναι φυσικά η πρώτη φορά που μου συνέβαινε κάτι τέτοιο, ωστόσο ποτέ ξανά δεν είχα μπει στην διαδικασία να αναρωτηθώ αν είχα κάνει κάτι για να αξίζω τέτοια περιποίηση. Αν έχουν κάνει κάτι στη ζωή τους όλοι όσοι και όσες περνάνε από εδώ, κατά τα άλλα, απλώς για να βάλουν βενζίνη στο αυτοκίνητό τους.
Σχεδόν ντρεπόμουν που του άφησα 1 ευρώ μέσα στην παλάμη του και ντράπηκα ακόμα περισσότερο με το γνήσιο ευχαριστώ του, λες και θα σωζόταν από δαύτο. Ίσως μόνο αν το βενζινάδικο αυτό ήταν στα σύννεφα. Η σωτηρία εκεί πάνω μοιάζει πάντα ευκολότερη.
Έβαλα μπρος, χαιρέτισα όσο πιο εγκάρδια θα μπορούσε κανείς να χαιρετίσει ένα παιδί που δεν γνώριζε και έφυγα. Στο δρόμο συνέχισα να σκέφτομαι όλους αυτούς οι οποίοι δεν δουλεύουν απλά, αλλά υποφέρουν για το μεροκάματο. Σ’ αυτούς να πάνε να τα πούνε οι γιαλαντζί αριστούχοι και πετυχημένοι, που ονειρεύονται μία ακόμη πιο άγρια ζούγκλα, στην αγορά εργασίας.
Στο «παιδί του βενζινάδικου» από το… Περιστέρι[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]