Κώστας Λεβέντης – Νίκος Μπάστας: Η Απελευθέρωση της Ρύθμισης των Δανείων με την Εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και οι Υποχρεώσεις των Τραπεζών
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”81573″ img_size=”full”][vc_column_text]Σε συνέχεια προηγούμενου άρθρου μου («Επιτέλους Μία Καλή Είδηση για τα Πυρόπληκτα Δάνεια, 15.1.2019»), θέλω να αναφερθώ στις πραγματικές δυνατότητες που παρέχει η υπουργική απόφαση Χουλιαράκη, τις οποίες πολύ αναλυτικά και καίρια παραθέτει σε σχετική του νομική ανάλυση (αναφέρεται παρακάτω) ο νομικός σύμβουλος του Επιμελητηρίου μας για τα δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικου δημοσίου , κ. Νίκος Μπάστα. Απευθυνόμενος δε στα μέλη του Επιμελητηρίου μας, με πυρόπληκτα δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, τα καλώ να αξιοποιήσουν στις διαπραγματεύσεις τους με τις τράπεζες, τα εργαλεία που τους παρέχει δεσμευτικά πλέον η υπουργική απόφαση.
1. Η Τράπεζα θα πρέπει να «ξεχνά» την ύπαρξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, όταν φέρεται προς ρύθμιση σχετικό δάνειο.
2. Η Τράπεζα θα πρέπει να διερευνά τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη.
3. Η Τράπεζα θα πρέπει να επιδιώκει την είσπραξη του δανείου από τον ίδιο τον δανειολήπτη.
4. Η Τράπεζα θα πρέπει να παρέχει ίδιες ή παρόμοιες ρυθμίσεις στα εγγυημένα δάνεια με αυτές που παρέχει στα άλλα.
5. Η Τράπεζα δεν μπορεί να προβάλει την ύπαρξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, ως λόγο απόρριψης αιτήματος ρύθμισης.
Η διατύπωση της υπουργικής απόφασης είναι ξεκάθαρη και πρέπει να τύχει σεβασμού από τα πιστωτικά ιδρύματα, αφού πλέον δεν έχουν τίποτα να χάσουν (αντιθέτως θα επωφεληθούν) από την ρύθμιση των εγγυημένων δανείων και την παροχή σανίδας σωτηρίας σε πολλές χειμάζουσες επιχειρήσεις.Ειδικώς για την ΗΛΕΙΑ που υπέστη ανείπωτη οικολογική και οικονομική καταστροφή είναι απολυτως ηθικά και οικονομικά επιβαλλόμενο από τις τράπεζες να σεβαστούν την υπουργική απόφαση . Προς τον σκοπό αυτο, καλούμε ως ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΗΛΕΙΑΣ τις τράπεζες να εφαρμόσουν τις νομικές τους υποχρεώσεις και να επιτελέσουν τον θεσμικό τους ρόλο, ως αρωγοί και όχι καταστροφείς της Ηλειακης οικονομίας και της Ηλειακης επιχειρηματικότητας.
Τέλος, καλούμε τα μέλη του Επιμελητηρίου μας να προσέλθουν στις τράπεζες στις οποίες έχουν εγγυημένα δάνεια από το Ελληνικό Δημόσιο με διάθεση τακτοποίησης των δανείων τους και να υποδεικνύουν στις τράπεζες, τις υποχρεώσεις που αυτές έχουν από την υπουργική απόφαση και να μάς καταγγέλλουν περιπτώσεις αγνόησής τους από πλευράς των τραπεζών.
Νομική ανάλυση του Νίκου Μπάστα νομικού μας συμβούλου:
Η πρόσφατη υπουργική απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Χουλιαράκη[1], δύναται να αποτελέσει ιδιαίτερης σημασίας, αξίας και αποτελεσματικότητας εργαλείο για τη ρύθμιση των δανείων με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και δη πέραν της προφανούς λειτουργίας της ως μέσο απεξάρτησης της διαπραγμάτευσης των μερών (δανειοληπτών και πιστωτικών ιδρυμάτων) από την ανάγκη λήψης εγκρίσεων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, για τη ρύθμιση των συγκεκριμένων δανείων («χωρίς την παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου»).
Κι αυτό, διότι η ανωτέρω υπουργική απόφαση θέτει με σαφήνεια τα κριτήρια που πρέπει να τηρούν τα πιστωτικά ιδρύματα κατά την εξέταση αιτημάτων ρύθμισης τέτοιων δανείων από τους δανειολήπτες. Αυτά είναι:
Παράγραφος Α υπουργικής απόφασης:
1. «Τα συνήθη τραπεζικά κριτήρια».
2. «Η αύξηση της πιθανότητας αποπληρωμής του δανείου εκ μέρους του δανειολήπτη».
Παράγραφος Β υπουργικής απόφασης:
3. «Επί ίσοις όροις για το εγγυημένο και μη εγγυημένο τμήμα του δανείου».
4. «Με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τα μη εγγυημένα από το Ελληνικό Δημόσιο δάνεια, σε συμφωνία με το σχετικό νομικό πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας πιστωτικών ιδρυμάτων και τις προερχόμενες από την Τράπεζα της Ελλάδος οδηγίες και κατευθύνσεις (σχετική η υπ’ αριθμ. 42/2014 ΠΔΤΤΕ)».
5. «Με τη ρύθμιση (να) επέρχεται στα επιχειρηματικά δάνεια, αποδεδειγμένα, αύξηση της καθαρής παρούσας αξίας (ΚΠΑ) του δανείου, με την έννοια ότι η καθαρή παρούσα αξία των αναμενόμενων ταμειακών ροών μετά τη ρύθμιση του δανείου είναι μεγαλύτερη από την καθαρή παρούσα αξία των αντίστοιχων ταμειακών ροών σε περίπτωση καταγγελίας της δανειακής σύμβασης και ρευστοποίησης των υφιστάμενων εξασφαλίσεων του δανείου ή θέσης της επιχείρησης σε εκκαθάριση (χωρίς να υπολογίζονται οι αναμενόμενες λόγω κατάπτωσης της εγγύησης ροές)».
Μία προσεκτικότερη μελέτη των παραπάνω κριτηρίων δεικνύει ότι δεν πρόκειται για πέντε (5) διαφορετικά και ανεξάρτητα κριτήρια, αλλά το ως άνω υπό (4) κριτήριο συνιστά ιδιαίτερη περίπτωση του κριτηρίου υπό (1), όπως το υπό (5) κριτήριο συνιστά επεξήγηση του κριτηρίου (2). Ας τα δούμε πιο διεξοδικά:
1. Η υπουργική απόφαση Χουλιαράκη υποχρεώνει τις τράπεζες να εφαρμόζουν από τις 31.12.2018 τους ίδιους όρους/τραπεζικά κριτήρια που χρησιμοποιούν για την ρύθμιση των δανείων χωρίς την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και δη ενιαία για το εγγυημένο και μη εγγυημένο τμήμα του δανείου. Συνιστά, λοιπόν, υποχρέωση των τραπεζών η εφαρμογή της αρχής της ισότητας στη ρύθμιση των δανείων, χωρίς πλέον η ύπαρξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, να συνιστά την ειδοποιό διαφορά για τη διαφορετική αντιμετώπισή τους. Μάλιστα, η υπουργική απόφαση καλεί σε εφαρμογή στα συγκεκριμένα δάνεια, όλων των οδηγιών και κατευθύνσεων, ρητώς παραπέμποντας στην με αριθμ. 42/30.5.2014 απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τραπέζης της Ελλάδος «Πλαίσιο εποπτικών υποχρεώσεων για τη διαχείριση των ανοιγμάτων σε καθυστέρηση και των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων».
2. Η υπουργική απόφαση Χουλιαράκη υποχρεώνει τις τράπεζες να αποδεσμεύσουν την αξιολόγησή τους επί των συγκεκριμένων δανείων από την ύπαρξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου και να στραφούν στην αξιολόγηση των δυνατοτήτων (και την βελτίωσή τους) αποπληρωμής τους από τους ίδιους του δανειολήπτες. Κατά συνέπεια, οι τράπεζες πρέπει να παύσουν να θεωρούν ως απολύτως επανεισπράξιμα τα συγκεκριμένα δάνεια και να επαφίενται στην εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου για την πληρωμή του εγγυημένου μέρους, απορρίπτοντας ως μη συμφέρουσα και άνευ αντικειμένου την περίπτωση ρύθμισής τους, αφού πλέον πρέπει να αναζητούν τρόπους «αύξησης της πιθανότητας αποπληρωμής» τους από τον δανειολήπτη και όχι από το Ελληνικό Δημόσιο. Ως προς αυτό, η υπουργική απόφαση θέτει στα επιχειρηματικά δάνεια, ένα αντικειμενικό κριτήριο, ήτοι αυτό της «αύξησης της καθαρής παρούσης αξίας (ΚΠΑ) του δανείου» και δη
ΚΠΑ αναμενόμενων ταμειακών ροών μετά την ρύθμιση >ΚΠΑ αναμενόμενων ταμειακών ροών μετά την καταγγελία – ΚΠΑ αναμενόμενες ταμειακές ροές από κατάπτωση εγγύησης του ΕΔ.
Με απλά λόγια, η υπουργική απόφαση Χουλιαράκη υποχρεώνει τα πιστωτικά ιδρύματα να παρέχουν στους δανειολήπτες δανείων με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου (κόκκινων ή ενήμερων) ίδιες ή παρόμοιες ρυθμίσεις με αυτές που προσφέρουν σε όλα τα άλλα δάνεια, με σκοπό την ενίσχυση της δυνατότητας αποπληρωμής τους από τον δανειολήπτη, λαμβανομένων υπόψη, ούτως ειπείν, των οικονομικών του δεδομένων ως βάση για την εξέταση των αιτημάτων ρύθμισης των συγκεκριμένων δανείων και την αύξηση της δυνατότητας αποπληρωμής τους σε καθεστώς ρύθμισης, απ’ ό,τι σε καθεστώς καταγγελίας, αφαιρώντας πλήρως από τον υπολογισμό αυτό την ύπαρξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου.
Σε αυτή την περίπτωση, η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με την παράγραφο Γ της υπουργικής απόφασης “ακολουθεί τις απαιτήσεις υπέρ των οποίων χορηγήθηκαν, όπως αυτές ρυθμίζονται με τη συμφωνία ρύθμισης”.
Μετά ταύτα, δεν απομένει η εφαρμογή της ως άνω υπουργικής απόφασης από τις τράπεζες, προς το σκοπό δε αυτό θα πρέπει να συντονιστούν και όλοι οι εποπτικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί τους.
[1]Η με αριθμ. 2/94253/0025/21.12.2018 (ΦΕΚ Β’ 5960/31.12.2018) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Γεωργίου Χουλιαράκη «Όροι και προϋποθέσεις διατήρησης της ισχύος της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου σε περιπτώσεις ρυθμίσεων δανείων».[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]