Κεφαλονιά, ένας σταθμός πριν το Μεσολόγγι για τον Βύρων
Του Πάνου Τριγάζη*
Τρεις Αυγούστου, πριν διακόσια χρόνια, ο Λόρδος Βύρων έφτανε στην Κεφαλονιά με το πλοίο «Ηρακλής», προερχόμενος από τη Γένοβα. Επρόκειτο για το δεύτερο και τελευταίο ταξίδι του στην Ελλάδα, ύστερα από 14 χρόνια, με τον ελληνικό λαό τούτη την φορά στα άρματα για την χιλιάκριβη τη λευτεριά.
Στην Ιταλία, ο ήδη μεγάλος ποιητής, κορυφαίος του Ρομαντισμού, είχε διαμείνει έξι χρόνια, κυρίως στη Ραβέννα, συμμετέχοντας ενεργά στο επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων, κόντρα στην Αυστροουγγαρία του Μέτερνιχ, ο οποίος είχε θέσει τον ατίθασο άγγλο ευγενή υπό στενή παρακολούθηση.
Το εν λόγω κίνημα είχε ηττηθεί το 1821, χρονιά που άρχιζε ο ελληνικός αγώνας της ανεξαρτησίας, οπότε μόνη επιλογή του Λόρδου Βύρωνα που αναζητούσε νέα πεδία επαναστατικής δράσης μετά την αυτοεξορία του από την Αγγλία, ήταν να έρθει στην Ελλάδα, με πρώτο σταθμό την Κεφαλονιά, σκαλοπάτι για το πολιορκούμενο Μεσολόγγι.
Εγκαταστάθηκε, λοιπόν, στο χωριό Μεταξάτα, κοντά στο Αργοστόλι, με την αρωγή της αγγλικής διοίκησης του νησιού, η οποία του παρείχε και πληροφορίες για την πορεία του αγώνα των επαναστατημένων ελλήνων, στους κόλπους των οποίων είχαν ήδη ξεσπάσει οξύτατες έριδες, με συνέπεια διάφορα καπετανάτα.
Πριν αναχωρήσει από τη Γένοβα, ο Βύρων είχε χάσει από πνιγμό στον κόλπο Λερίτσι τον στενό φίλο και ομοϊδεάτη του Πέρσι Σέλλεϋ, επίσης μεγάλο ποιητή εκ των κορυφαίων του Ρομαντισμού, ο οποίος είχε χαιρετίσει την ελληνική Επανάσταση με ένα λυρικό ποίημα υπό τον τίτλο «Hellas”, το οποίο είχε προλογίσει με κείμενο-έκκληση προς τις κυβερνήσεις της Ευρώπης να βοηθήσουν τον ελληνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας, κλείνοντας το κείμενο με την περίφημη φράση «Είμαστε όλοι Έλληνες»! Φράση, που χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές έκτοτε με διάφορες παραλλαγές, με πιο πρόσφατη στα χρόνια 2011-2012 όταν κορυφωνόταν ο αγώνας κατά των εξοντωτικών μνημονίων και αναπτυσσόταν νέο κίνημα διεθνούς αλληλεγγύης με τον ελληνικό λαό από το Σίδνεϋ μέχρι το Παρίσι και από το Μόντρεαλ μέχρι Ελσίνκι.
Όπως προκύπτει από τα γραπτά του, ο Λόρδος Βύρων ήρθε αποφασισμένος να πολεμήσει στο πλευρό των επαναστατημένων ελλήνων. Ειδικότερα, αναχωρώντας από τη Γένοβα, άρχισε να γράφει το «Ημερολόγιο της Κεφαλονιάς», το οποίο είχε προλογίσει με τους ακόλουθους στίχους: «Οι νεκροί έχουν ξυπνήσει // πρέπει εγώ να κοιμηθώ; // Μάχεται ο κόσμος τους τυράννους // και εγώ να φοβηθώ;// Τα στάχυα είναι ώριμα // κι εγώ να μη θερίσω; // Μια σάλπιγγα ηχεί καθημερινά στα αφτιά μου // ο αντίλαλός της στην καρδιά μου».
Γιατί στο Μεσολόγγι;
Διαμένοντας επί τετράμηνο στα Μεταξάτα, ο Βύρων λάβαινε προσκλήσεις από διάφορα ελληνικά επαναστατικά κέντρα και οπλαρχηγούς, μεταξύ άλλων και από τον Μάρκο Μπότσαρη, τον οποίο ήθελε να συναντήσει πηγαίνοντας στο Μεσολόγγι, αλλά δεν τον πρόλαβε, διότι ο περίφημος εκείνος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης έχασε την ζωή του σε μάχη στο Καρπενήσι, 9 Αυγούστου 1823. Παράλληλα, είχε επικοινωνήσει στο Μεσολόγγι με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο είχε γνωρίσει σε συνάντηση στην Πίζα της Ιταλίας, προτρέποντάς τον να εργαστεί για τον τερματισμό των εμφύλιων σπαραγμών.
Τελικά, έφυγε για το Μεσολόγγι, σπάζοντας τον αποκλεισμό, αποβιβαζόμενος εκεί στις 4 Ιανουαρίου 1824, με πολλές δράσεις στο ενεργητικό του, μεταξύ άλλων και την ίδρυση της πρώτης ελληνικής εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά», της οποίας την έκδοση χρηματοδότησε, δρώντας παράλληλα υπέρ της απελευθέρωσης αιχμαλώτων, ελλήνων και τούρκων, καθώς και της προστασίας προσφύγων.
Αυτός ήταν ο αληθινός Βύρων, τον οποίο το ελληνικό συντηρητικό κατεστημένο δεν θέλησε – ούτε σήμερα θέλει – να γνωρίσει ο ελληνικός λαός.
*Ο Πάνος Τριγάζης είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Μπάιρον για τον Φιλελληνισμό και τον Πολιτισμό