Καρυοθραύστης: Η “κρυφή” αλληγορία του παιχνιδιού, που μας αφορά όλους
Ο Καρυοθραύστης είναι πολλά περισσότερα από ένα “παιδικό παιχνίδι” ή ένα στολίδι Χριστουγέννων. Η υπέροχη αλληγορία πίσω από το παραμύθι
Ένα από τα πιο δημοφιλή χριστουγεννιάτικα παιχνίδια – στολίδια, είναι ο Καρυοθραύστης. Το παιχνίδι μέχρι τον 20ο αιώνα ήταν λειτουργικό, ωστόσο πλέον χρησιμοποιείται ως διακοσμητικό. Στη δε γερμανική παράδοση, οι κούκλες του Καρυοθραύστη, είναι σύμβολα καλής τύχης, που τρομάζουν τα κακόβουλα πνεύματα.
Οι κούκλες του Καρυοθραύστη “κρατούν” από τα Ore Mountains που βρίσκονται κατά μήκος των τσεχογερμανικών συνόρων. Σύμφωνα με τη γερμανική παράδοση, ο πρώτος Καρυοθραύστης δημιουργήθηκε από έναν τεχνίτη στο Seiffen στη Σαξονία. Συχνά, οι κούκλες χαρίζονταν ως δώρα, και κάποια στιγμή συνδέθηκαν με την περίοδο των Χριστουγέννων. Η δημοτικότητά τους αυξήθηκε κατακόρυφα στον 19ο αιώνα και εξαπλώθηκαν σε κοντινές ευρωπαϊκές χώρες. Κάπως έτσι ξεκίνησε και η μαζική παραγωγή τους.
Η πρώτη μαζική παραγωγή φέρεται να έγινε από τον Friedrich Wilhelm Füchtner στο εργαστήριό του στο Seiffen το 1872, με το Seiffen να μετατρέπεται σε ένα κέντρο της βιομηχανίας ξύλινων παιχνιδιών.
Η διάδοση του Καρυοθραύστη εκτός Ευρώπης άρχισε να γίνεται μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν πολλοί Αμερικανοί στρατιώτες που στάθμευαν στη Γερμανία επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες με γερμανικούς καρυοθραύστες ως αναμνηστικά.
Επίσης, το στολίδι έγινε ακόμη πιο δημοφιλές μετά τον Καρυοθραύστη του Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι (1892) που αποτελούσε προσαρμογή του κλασικού παραμυθιού “Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των ποντικών” (Nussknacker und Mausekönig) του Ερνστ Τέοντορ Αμαντέους Χόφμαν από τον Αλέξανδρο Δουμά (τον πρεσβύτερο). Ο Τσαϊκόφσκι αφιέρωσε μάλιστα τη δική του “απόδοση” στην αδερφή του που είχε χάσει πρόωρα τη ζωή της.
Σημειώνεται πως το παραμύθι του Χόφμαν, που γράφτηκε το 1816, ήταν δώρο για τη μικρή κόρη ενός φίλου του, τη Μαρί Χίτσιγκ.
Το 1851 κυκλοφόρησε στη Γερμανία και μια άλλη εκδοχή του Καρυοθραύστη από τον Χάινριχ Χόφμαν. Ο τίτλος του παραμυθιού αυτού ήταν “O βασιλιάς Καρυοθραύστης και ο φτωχός Ράινχολντ”.
Το πρώτο παραμύθι κυκλοφόρησε σε μια συλλογή διηγημάτων το 1816, ενώ το 1844, ο Δουμάς το αποτύπωσε σε μια πιο “εύπεπτη” μορφή.
Η πλοκή του παραμυθιού
Η ιστορία εκτυλίσσεται την παραμονή των Χριστουγέννων, όταν η μικρή Κλάρα (ή Μαρί, ανάλογα με την εκδοχή) και ο αδερφός της λαμβάνουν δώρα από τον μυστηριώδη νονό τους, τον Ντροσσελμάγιερ. Ανάμεσα στα δώρα, η Κλάρα λατρεύει έναν ξύλινο καρυοθραύστη με τη μορφή στρατιώτη.
Το βράδυ, όταν η Κλάρα επιστρέφει στο σαλόνι για να δει τον καρυοθραύστη, ξεκινάει η μαγεία: το δέντρο μεγαλώνει, τα παιχνίδια ζωντανεύουν, και ξαφνικά ξεσπά μια μάχη ανάμεσα στους στρατιώτες-παιχνίδια και τον στρατό των ποντικών, με αρχηγό τον Βασιλιά των Ποντικών.
Ο καρυοθραύστης, με τη βοήθεια της Κλάρας, νικά τον Βασιλιά των Ποντικών, και εκείνη τη στιγμή μεταμορφώνεται σε έναν όμορφο πρίγκιπα. Μαζί ξεκινούν ένα μαγικό ταξίδι στη Χώρα των Ζαχαρωτών, όπου τους υποδέχεται η Ζαχαρένια Νεράιδα και άλλα μαγικά πλάσματα. Η Κλάρα βιώνει μια αξέχαστη γιορτή γεμάτη χορούς και μουσική.
Στο τέλος, η Κλάρα ξυπνάει και ανακαλύπτει ότι όλα ήταν ίσως ένα όνειρο (ή μπορεί και όχι). Η ιστορία εξερευνά την παιδική φαντασία, την αγνότητα της ψυχής και τη μαγεία των Χριστουγέννων. Επίσης, τονίζει τη σημασία της γενναιότητας και της φιλίας.
Στο παραμύθι, οι γονείς της Κλάρας δεν φαίνεται να πιστεύουν τη φανταστική της περιπέτεια. Αντίθετα, αντιμετωπίζουν την ιστορία της ως προϊόν της ζωηρής φαντασίας ενός παιδιού, ειδικά μετά το χτύπημα που έπαθε η Κλάρα όταν έπεσε από τον καναπέ κατά τη διάρκεια “της μάχης των παιχνιδιών με τους ποντικούς”.
Η μητέρα της την παρηγορεί και τη βάζει για ύπνο, χωρίς να δίνει ιδιαίτερη σημασία στα “περίεργα” γεγονότα που αφηγείται. Αυτό όμως προσθέτει ένα στοιχείο μυστηρίου στην ιστορία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να ήταν όλα ένα όνειρο ή μια πραγματική, μαγική εμπειρία που μόνο τα παιδιά μπορούν να δουν. Το παραμύθι υπαινίσσεται ότι η μαγεία μπορεί να είναι πραγματική, αλλά μόνο αν την πιστέψεις.
Μια υπέροχη αλληγορία ενηλικίωσης
Στην αρχική εκδοχή του παραμυθιού “Ο Καρυοθραύστης” από τον Χόφμαν, το τέλος είναι κάπως πιο σκοτεινό και μυστηριώδες σε σχέση με το γνωστό μπαλέτο ή τις πιο δημοφιλείς εκδοχές του παραμυθιού. Στο τέλος της ιστορίας, η Κλάρα (ή Μαρί) συνεχίζει να ταξιδεύει στον μαγικό κόσμο. Ο Καρυοθραύστης, αφού νικά τον βασιλιά των ποντικών, μεταμορφώνεται σε πρίγκιπα και παίρνει την Κλάρα στον κόσμο των μαγικών πλασμάτων. Στη συνέχεια, η Κλάρα φτάνει σε μια ηλικία που πρέπει να αποχωριστεί την παιδική της φαντασία και να αναλάβει τις ευθύνες του κόσμου των ενηλίκων. Εν τέλει, το ταξίδι της στον κόσμο των Ζαχαρωτών υποδεικνύει μια συμβολική “μετάβαση” από την αθωότητα της παιδικής ηλικίας στην ωριμότητα. Εδώ το παραμύθι συνδέεται με την έννοια της φαντασίας και της αθωότητας που χάνεται καθώς μεγαλώνουμε.
Η δε απόρριψη της “μαγείας” από τους ενήλικες αντικατοπτρίζει την κοινωνική απαίτηση για “ωριμότητα και λογική”. Από την άλλη, ο Καρυοθραύστης είναι το κεντρικό σύμβολο της παιδικής αθωότητας και της προστασίας. Ο ίδιος είναι “μεταμορφωμένος” σε έναν ηρωικό πρίγκιπα, όμως η φύση του παραμένει παιχνιδιάρικη και ατελής. Είναι σαν να δείχνει ότι η αθωότητα της παιδικής ηλικίας είναι ωραία, αλλά ατελής και γεμάτη αντιφάσεις.
Στην “ανάγνωση” του Χόφμαν, το παραμύθι είναι μια εξερεύνηση της ανθρώπινης ψυχής και των δυσκολιών της μετάβασης από την αθωότητα στην πραγματικότητα, και υπογραμμίζει τη δυσκολία του να αποδεχτούμε τη ρεαλιστική όψη της ζωής χωρίς να χάσουμε την παιδική μας φαντασία.
Στο τέλος της εκδοχής του Δουμά, η Μαρί ξυπνάει και βρίσκεται και πάλι στο κανονικό της δωμάτιο, με τον καρυοθραύστη δίπλα της. Παρόλο που όλα φαίνονται να έχουν συμβεί μόνο στη φαντασία της, το όνειρο της έχει αφήσει μια βαθιά εντύπωση στην καρδιά της. Η Μαρί έχει πια μεγαλώσει και, καθώς η αθωότητά της αρχίζει να φεύγει, το μαγικό ταξίδι της είναι πια μια ανάμνηση που τη συνοδεύει για πάντα.
Αν και το παραμύθι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο όλα να ήταν όνειρο, η αίσθηση του θαύματος και της παιδικής μαγείας παραμένει ως μια εσωτερική αλήθεια για τη Μαρί, η οποία, αφού επιστρέψει στον πραγματικό κόσμο, είναι ικανή να διατηρήσει μέσα της την “υποψία” για τη μαγεία που υπάρχει γύρω της, σαν δώρο.
Σε κάθε περίπτωση το παραμύθι επικεντρώνεται στην αξία της φαντασίας και του παιδικού θαύματος, ακόμη και όταν η παιδική ηλικία αφήνει τη θέση της στη μεγαλύτερη σοβαρότητα της ενηλικίωσης.
Αυτήν την ιστορία, βασισμένη στη διασκευή του Αλέξανδρου Δουμά, πήρε ο Τσαϊκόφσκι και την έκανε μπαλέτο σε δύο πράξεις.
Στην πρώτη πράξη, όταν η γιορτή τελείωσε και οι καλεσμένοι έφυγαν, η Κλάρα μπήκε στο ήσυχο σαλόνι για να κοιμίσει τον καρυοθραύστη. Καθώς το ρολόι χτύπησε μεσάνυχτα, το κορίτσι αποκοιμήθηκε και μεταφέρθηκε σε έναν παραμυθένιο κόσμο. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο μεγάλωσε μαγικά, όλα τα παιχνίδια, ανάμεσά τους και ο Καρυοθραύστης, ζωντάνεψαν και ρίχτηκαν στη μάχη µε μεγάλα ποντίκια που εισέβαλαν στο δωμάτιο. Τελικά ο καρυοθραύστης κέρδισε τη μάχη και μεταμορφώθηκε σε έναν όμορφο πρίγκιπα.
Στη δεύτερη πράξη η Κλάρα και ο πρίγκιπας – Καρυοθραύστης ξεκινούν για ένα μαγικό ταξίδι. Περνούν από τη Βασίλισσα του Χιονιού αλλά και από τη χώρα των Ζαχαρωτών µε τη νεράιδα Ζαχαρένια.
Η Κλάρα δεν θέλει να αποχωριστεί τον Καρυοθραύστη της, όμως την ημέρα των Χριστουγέννων καθώς ξυπνά κοντά στην οικογένειά της, το µόνο που κρατά στα χέρια της είναι ο Καρυοθραύστης, η κούκλα που της είχε χαρίσει ο νονός της.
Το 2018 ο Καρυοθραύστης μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο από τη Disney όπου εδώ η Κλάρα, προσπαθεί μαζί με τον πατέρα και τα δυο αδέρφια της να ξεπεράσει το πένθος. Στη Χριστουγεννιάτικη γιορτή του νονού της Ντροσελμάγιερ (Μόργκαν Φρίμαν), η Κλάρα θα αποπειραθεί να ανοίξει ένα διακοσμητικό μεταλλικό αυγό που κληρονόμησε από τη μητέρα της. Ως αποτέλεσμα θα βρεθεί σε έναν πολύχρωμο παράλληλο κόσμο, επικεφαλής του οποίου είναι η Νεράιδα των Ζαχαρωτών (Κίρα Νάιτλι) που βρίσκεται σε πόλεμο με την Κόκκινη Μητέρα (Έλεν Μίρεν) του Τέταρτου Βασιλείου.
Το 1935, ο Jacob Grimm, ο μεγαλύτερος από τους γνωστούς αδελφούς Grimm, έγραψε για τους καρυοθραύστες στην πραγματεία του για τη γερμανική μυθολογία, στο πλαίσιο του λαογραφικού τους έργου. Περιέγραψε πώς οι ξύλινοι καρυοθραύστες σκαλίζονταν από τους ανθρώπους ως προστατευτικά “τοτέμ” που αντιπροσώπευαν τη δύναμη και την επιμονή, ενώ οι καρυοθραύστες με το θυμωμένο μαυριδερό στόμα συμβόλιζαν την καλή τύχη.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΕΜΕΤΗΣ