Η τριπλή πρόκληση το 2023 για το λιανικό εμπόριο
Toυ Γιώργου Καρανίκα, προέδρου της ΕΣΕΕ
Οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις εντός του 2023 αναπτύσσονται σε τρία (ευρύτερα) επίπεδα, τα οποία αφορούν τόσο στη διεθνή όσο και στην ελληνική οικονομία: τη συρρίκνωση της ρευστότητας λόγω της μείωσης κατανάλωσης, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη μετάβαση.
Το λιανικό εμπόριο βρίσκεται τα τελευταία χρόνια διαρκώς υπό καθεστώς εξωγενών πιέσεων. Η πανδημική κρίση ανάδειξε την αναγκαιότητα του ψηφιακού μετασχηματισμού των εμπορικών επιχειρήσεων. Η πίεση των lockdowns εξώθησε τις πολύ μικρές και μικρές εμπορικές επιχειρήσεις σε έναν βίαιο και συχνά αποσπασματικό ψηφιακό μετασχηματισμό με αρκετές να επενδύουν στη δυνατότητα πραγματοποίησης ηλεκτρονικών/απομακρυσμένων πωλήσεων. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ το 20% των εμπορικών επιχειρήσεων, δηλαδή μία στις πέντε, διαθέτει (πλέον) e-shop. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε εν μέσω πανδημικής κρίσης αλλά είναι αρκετά χαμηλότερο σε σύγκριση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.
Αυτό είναι γνωστό. Όμως, σε κάθε περίπτωση, η ψηφιοποίηση δεν εξαντλείται στην δημιουργία ενός ηλεκτρονικού καταστήματος (e-shop) καθώς αυτό έχει μια σειρά προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται για να λειτουργήσει σωστά. Και βέβαια, πέρα από το ηλεκτρονικό κατάστημα, το οποίο επανατοποθετείται στην αγορά, θεωρώ ότι το φυσικό κατάστημα θα παραμείνει το κύτταρο του λιανικού εμπορίου με τον μετασχηματισμό του να είναι μια μεγάλη πρόκληση. Η μετάβαση προς ένα φυσικό κατάστημα με ψηφιακές υποδομές δεν είναι φουτουρισμός αλλά ιστορική αναγκαιότητα. Η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης (AI), η επένδυση στα έξυπνα ράφια, στα συστήματα digital touchpoints και στις ανέπαφες πληρωμές προσφέρουν τις ευκολίες της ψηφιακής εμπειρίας εντός καταστήματος αυξάνοντας τις πωλήσεις μέχρι και 30% όπως δείχνουν σχετικές έρευνες.
Από την άλλη πλευρά, η ενεργειακή κρίση, έχει αυξήσει το λειτουργικό κόστος των εμπορικών επιχειρήσεων σε ποσοστό πάνω από 20%. Μάλιστα σε κάποιους υποκλάδους, όπως τα εμπορικά καταστήματα τροφίμων, η επιβάρυνση είναι ακόμα μεγαλύτερη ξεπερνώντας το 30-40% σε σχέση με πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η κρίση της ενέργειας αναδεικνύει τη σημασία της μετάβασης του συνολικού παραγωγικού οικοσυστήματος προς τη βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Από ό,τι φαίνεται το 2022 η ελληνική οικονομία κλείνει έναν κύκλο παρατεταμένων προκλήσεων οι οποίες επιταχύνθηκαν εν μέσω της ενεργειακής κρίσης. Η οικονομία, παρά τους κραδασμούς, φαίνεται πως επιτυγχάνει τη μακροοικονομική της σταθερότητα επιχειρώντας τον δειλό της βηματισμό για τον παραγωγικό της μετασχηματισμό.
Βέβαια, το ενεργειακό κόστος και ο πληθωρισμός παραμένουν σε υψηλά επίπεδα γεγονός που εντείνει την αβεβαιότητα και επηρεάζει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη. Θεωρώ ότι οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις εντός του 2023 αναπτύσσονται σε τρία (ευρύτερα) επίπεδα, τα οποία αφορούν τόσο στη διεθνή όσο και στην ελληνική οικονομία: τη συρρίκνωση της ρευστότητας λόγω της μείωσης κατανάλωσης, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη μετάβαση.
Οι προκλήσεις αυτές σχετίζονται κυρίως με την εξεύρεση των αναγκαίων πόρων που θα χρηματοδοτήσουν τη μετάβαση των πολύ μικρών (micro) και μικρών εμπορικών επιχειρήσεων προς περισσότερο «πράσινα» καταστήματα. Άλλωστε, το 97,3% των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου είναι microεπιχειρήσεις που προσφέρουν το 57% των θέσεων απασχόλησης και εισφέρουν το ένα στα δυο ευρώ του που εισπράττει ο κλάδος. Έτσι, η λογική της μετάβασης σε ένα υπόδειγμα βιώσιμης ανάπτυξης προϋποθέτει την συμπερίληψη αυτού του εξαιρετικά μεγάλου πλήθος επιχειρήσεων το οποίο, σύμφωνα με τις μετρήσεις, είναι (σχεδόν) αποκλεισμένο από τη χρηματοδότηση. Για αυτό, το λιανικό εμπόριο ελπίζει ότι το 2023 θα είναι ένα έτος το οποίο θα συνδεθεί με μια πιο στοχευμένη και δικαιότερη κατανομή των ευρωπαϊκών (κυρίως) και μη πόρων ώστε να αρχίσει να υλοποιείται ο πολυθρύλητος ψηφιακός και πράσινος μετασχηματισμός.