Μαρία Καραμεσίνη: Η μνημονιακή εκδοχή του SURE
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”58168″ img_size=”full”][vc_column_text]ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ; Σωστά. Με επιδότηση της μείωσης του χρόνου εργασίας και των μισθών (νεοφιλελεύθερη συνταγή) ή με επιδότηση και εξασφάλιση των μισθών της πλήρους απασχόλησης (νεοκεϊνσιανή συνταγή); Με το πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ η κυβέρνηση έκανε την πρώτη επιλογή, ακολουθώντας το γερμανικό παράδειγμα, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση τη δεύτερη, με το πρόγραμμα Μένουμε Ορθιοι.
Στην κρίση του 2008, η Γερμανία ήταν η χώρα με τη μικρότερη αύξηση της ανεργίας και αυτό αποδόθηκε στο γερμανικό μοντέλο εργασίας μειωμένου χρόνου, που εφαρμόζεται σε περιπτώσεις προσωρινής μείωσης του κύκλου εργασιών μιας επιχείρησης. Οι θέσεις εργασίας και οι συμβάσεις του προσωπικού πλήρους απασχόλησης διατηρούνται, με μείωση των μισθών των εργαζομένων και μερική αναπλήρωση των απωλειών από τον γερμανικό ΟΑΕΔ. Παρόμοια σχήματα «εργασίας μειωμένου χρόνου» ή «μερικής ανεργίας» εφάρμοσαν η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Αυστρία και άλλες χώρες σε μικρότερη κλίμακα.
ΣΤΗΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ κρίση της πανδημίας, ήδη από τη φάση του lockdown, τα σχήματα αυτά γενικεύτηκαν στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε., με τη Δανία, τη Σουηδία, την Ολλανδία και την Ιρλανδία να εξασφαλίζουν την πλήρη κάλυψη των μισθολογικών απωλειών από το κράτος ή από τους εργοδότες, μέσω συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Τα σχήματα αυτά πλέον θα (συν)χρηματοδοτούνται μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων SURE και REACT-EU με προβλεπόμενα ποσά για την Ελλάδα 1,2 -2 δισ. και 300 εκατ. αντίστοιχα το 2020.
Η ελληνική κυβέρνηση διαφοροποιήθηκε από τα τεκταινόμενα στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. ήδη από τη φάση του lockdown ως προς τρία σημεία. Πρώτον, έδωσε πλήρη και ανεξέλεγκτη εξουσία στους εργοδότες να αποφασίζουν μονομερώς για τη μείωση του χρόνου εργασίας και την αναστολή συμβάσεων του προσωπικού στους πληττόμενους κλάδους, αποκλείοντας ή καταργώντας ακόμα και την υποχρέωση διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και καθιστώντας αδύνατο τον έλεγχο από την Επιθεώρηση Εργασίας. Δεύτερον, επέβαλε πολύ μεγαλύτερες μειώσεις μισθών στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Με την κρατική αποζημίωση των 800€, η κυβέρνηση της Ν.Δ. επέβαλε μεσοσταθμικά 45% μείωση εισοδήματος περίπου στο 32% των μισθωτών της χώρας, των οποίων η σύμβαση εργασίας ανεστάλη, ενώ δεν αναπλήρωσε καθόλου τις απώλειες μισθών περίπου στο 10% των μισθωτών της χώρας, που μπήκαν με μονομερή απόφαση του εργοδότη σε εκ περιτροπής εργασία και είδαν μειώσεις μισθών κατά 50%. Τρίτον, κατά τη φάση επαναλειτουργίας των επιχειρήσεων, η ελληνική κυβέρνηση αφήνει απροστάτευτο από τις απολύσεις το μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα.
Με τον νέο μηχανισμό προσωρινής διατήρησης των θέσεων εργασίας ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ στις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα που εμφανίζουν πτώση τζίρου τους προηγούμενους μήνες, δηλαδή στη συντριπτική πλειονότητα, μπαίνουμε σε νέα φάση. Δίνοντας τη δυνατότητα στους εργοδότες για μονομερή επιβολή εργασίας μειωμένου χρόνου στο προσωπικό τους σε περιβάλλον ελεύθερων απολύσεων, ο μηχανισμός οδηγεί μαθηματικά σε περαιτέρω μείωση κατά 20% των μισθών των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.
Οποιος εργαζόμενος αρνηθεί τη μείωση μισθού μπορεί αυτόματα να απολυθεί. Ταυτόχρονα ο μηχανισμός δεν προβλέπει την υποχρέωση διατήρησης του προσωπικού μερικής απασχόλησης κατά τη διάρκεια ισχύος της «εργασίας μειωμένου χρόνου» του προσωπικού πλήρους απασχόλησης, ούτε την προστασία του τελευταίου από την απόλυση για κάποιο διάστημα μετά τη λήξη της κρατικής επιδότησης, όπως σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Συνεπώς, η μείωση των μισθών δεν μειώνει την επισφάλεια της απασχόλησης, ενώ τροφοδοτεί την ύφεση λόγω αρνητικών επιπτώσεων στη ζήτηση.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ, αλλά όχι ασήμαντο. Από τη 15η Ιουνίου μέχρι τη 15η Οκτωβρίου, που θα βρίσκεται σε ισχύ ο μηχανισμός (με δυνατότητα παράτασης), οι εργοδότες, όπως προείπαμε, έχουν δικαίωμα να επιβάλουν μονομερώς μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση στο σύνολο ή σε μέρος του προσωπικού κατά την κρίση τους και ανάλογα με τις λειτουργικές τους ανάγκες, που δεν θα υποχρεούνται να αποδεικνύουν σε κάποιον (συνδικάτο ή διοικητικό όργανο) ούτε θα ελέγχει κάποιος (ΟΑΕΔ, Επιθεώρηση Εργασίας). Γιατί το μοναδικό κριτήριο ένταξης στον μηχανισμό είναι η πτώση του τζίρου τους προηγούμενους μήνες και όχι η εξέλιξη των παραγγελιών προϊόντων ή της ζήτησης υπηρεσιών σε πραγματικό χρόνο. Κάτι που, στο γερμανικό μοντέλο, αποτελεί αντικείμενο υποχρεωτικής διαπραγμάτευσης και συμφωνίας με τους εκπροσώπους των εργαζομένων στην επιχείρηση, όπως και η κατανομή της μείωσης του χρόνου εργασίας στο προσωπικό.
Η ΑΠΟΥΣΙΑ μηχανισμών διαβούλευσης, έγκρισης και ελέγχου, επιπλέον, ανοίγει διάπλατα την πόρτα για καταχρηστική εφαρμογή της «εργασίας μειωμένου χρόνου», για περαιτέρω καταστρατήγηση δικαιωμάτων των εργαζομένων και για συγκάλυψη της υποδηλωμένης εργασίας με σκοπό την εκμετάλλευση της κρατικής επιδότησης.
Εδώ κατά τη γνώμη μου βρίσκεται και η διαφορά της ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑΣ, του SURE α λα ελληνικά, από άλλους ανάλογους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς σε χώρες με ακόμα ισχυρό συνδικαλιστικό κίνημα. Η απουσία ασφαλιστικών δικλίδων και μηχανισμών ελέγχου, με ταυτόχρονη αναβάθμιση του διευθυντικού δικαιώματος, σε ένα περιβάλλον πλήρως εξατομικευμένων εργασιακών σχέσεων και με τα συνδικάτα στη γωνία, παράγει δευτερογενή αποτελέσματα απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων στην πράξη. Πέραν των πρωτογενών αποτελεσμάτων που παράγει το ίδιο το νομικό πλαίσιο.
*Καθ. Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, πρ. πρόεδρος και διοικήτρια ΟΑΕΔ
Πηγή: efsyn.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]