Η επίσκεψη Σταινμάιερ και η σουρεαλιστική ιστορία των αποζημιώσεων του Γ΄ Ράιχ
Σε κάθε περίπτωση και, κυρίως, με αφορμή την παρουσία γερμανών αξιωματούχων στη χώρα, τίθεται δικαίως το ζήτημα των αποζημιώσεων από τις φρικαλεότητες των Ναζί, εγείρεται η συλλογική μας μνήμη, η οργή ξεχειλίζει, το παράπονο εξοργίζει και, κάπως έτσι, όπως η διαφορά δυναμικού παράγει τον ηλεκτρικό σπινθήρα, (ξανα)θυμόμαστε την χαίνουσα πληγή που ξύνει για τους δικούς του λόγους ο κάθε μπαγάσας, άλλος με μετριοπάθεια για να μην τον μαλώσουν ότι το ξέχασε, άλλος με καθώς πρέπει συγκαταβατικότητα (διότι δεν τολμά να πει την αλήθεια, αλλά κάτι πρέπει να πει…) και άλλος με αμετροέπεια και θρασύτητα, «ψαρεύει» ανάμεσα στο κοπάδι των ηλιθίων, κάνοντας μάλιστα και «υπολογισμούς», υπολογίζοντας τα τρισεκατομμύρια που μας χρωστάνε οι απόγονοι των στρατευμένων σε εκείνη την άθλια ιδεολογία που κατέσφαξαν την Ευρώπη.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, κάθε «επίσημος γερμαναράς» γνωρίζει εκ των προτέρων ότι στην «ατζέντα» θα υπάρχει πάντα το αίτημα των αποζημιώσεων, το οποίο, βέβαια, αμφιβάλω αν απασχολεί τους συνομιλητές όταν κλείνουν οι πόρτες και τα μικρόφωνα, αλλά, φυσικά, στις κοινές δηλώσεις για τους δημοσιογράφους και το κοινό, εμείς θα λέμε κάθε φορά τα δικά μας και εκείνοι θα λένε «Nein!»
Όσον αφορά, βέβαια, στους ανεπίσημους «ντεντέσκους» επισκέπτες, τους τουρίστες δηλαδή, οι οποίοι διασκεδάζουν ανέμελα γύρω απ΄τα νεκροταφεία της Κάνδανου, των Ανωγείων, της Αγίας Μαρίνας κλπ (με ελάχιστους από αυτούς να σκύβουν με μεταμέλεια και ευλάβεια στα ματωμένα χώματα), αυτοί εισπράττουν χαμόγελα, αγκαλιές και “ich liebe dich” από τους απόγονους όσων μαρτύρησαν, και, κυρίως από εκείνους που στην Κρήτη τους λένε ακόμα «σουμπερίτες…»
Κοντολογίς, και σε κάθε περίπτωση, η προτεσταντική ηθική και η «αντι-κομμουνιστική υστερία» που συναντήθηκαν κάτω από ανεπανάληπτες ιστορικές συνθήκες λίγα χρόνια μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, φρόντισαν να δεθούν σαν ακλόνητοι σύμμαχοι τα θύματα και οι θύτες (σε κρατικό επίπεδο, πρωτίστως) και να κλείσουν τους λογαριασμούς τους…
Στις 18 Μάρτη του 1960 υπογράφτηκε στη Βόννη « Σύμβασις μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας περί παροχών υπέρ Ελλήνων υπηκόων θιγέντων υπό εθνικοσοσιαλιστικών μέτρων διώξεως…»
Εκατόν δέκα πέντε εκατομμύρια (115.000.000) μάρκα σε τρεις δόσεις για τα θύματα. Και δεν ξανά ασχολούμαστε με λεφτά. Τελεία και παύλα, λένε οι Γερμανοί. (Που κατέληξαν αυτά τα χρήματα, ουδείς γνωρίζει…φυσικά).
-Συμφωνούμε, απαντά στη ρηματική διακοίνωση ο πρέσβης κος Θ. Υψηλάντης, ωστόσο, διατηρούμε το δικαίωμα να το «ξανασυζητήσουμε» μελλοντικά… Όπως και γίνεται. Με κάθε ευκαιρία το συζητάμε, φυσικά.
Επίσης, προνοώντας για την οριστική λύση του θέματος, φρόντισε η ελληνική Πολιτεία, ένα χρόνο πρίν, το 1959, με αφορμή την υπόθεση Μέρτεν, να απεμπολήσει το ηθικό της δικαίωμα απέναντι σε κάθε ναζιστικό έγκλημα. Το Νομοθετικό Διάταγμα4016/1959 « Περί εκκαθαρίσεως του θέματος των εγκληματιών πολέμου» αποφυλάκισε και απέλασε τον Μέρτεν δυο μέρες πριν τη δίκη του και μαζί με άλλα νομικά τερτίπια (για λόγους διακρατικών συμφωνιών και κρατικού συμφέροντος!) απάλλαξαν όλα τα καθάρματα, ντόπια και ξένα , συνέπεια να είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που εχτός από έναν δυο Ράλληδες, δυο τρεις στρατιωτικούς εξιλαστήρια θύματα και κάτι κοπρίτες μικρομαυραγορίτες και σμπίρους, κανένας δεν διώχθηκε για την απεχθή δράση του στην κατοχή.
Δ.Ρ