Η δεύτερη μέρα του μήνα Βοηδρομιώνα: μια παραβολή
Του Κώστα Δουζίνα από την Εφσυν
Ας θυμηθούμε ότι η Αριστερά είναι συνηθισμένη στις πολιτικές ήττες, τις θεωρητικές αποτυχίες, τις συγκρούσεις και διασπάσεις. Αλλά πάντα σηκωνόταν και έδινε ελπίδα στον κόσμο. Σήμερα πολλοί ξέχασαν ή δεν έμαθαν την αριστερή καρτερία. Αν υποφέρουμε τόσο πολύ γι’ αυτά που έγιναν το Σαββατοκύριακο, τι θα έπρεπε να κάνουν οι αριστεροί μετά τη Βάρκιζα ή τον Εμφύλιο, στις εξορίες, τις φυλακές, μπροστά στο απόσπασμα; Η λήθη είναι προβληματική αλλά, όπως έδειξαν οι αρχαίοι, καταπραϋντική.
Ο Ξενοφών αφηγείται στα «Ελληνικά» μια περίεργη και ενδιαφέρουσα ιστορία. Το 403 π.Χ., όταν είχε λήξει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, οι Αθηναίοι δημοκρατικοί ανέτρεψαν τους τριάντα τυράννους που κυβερνούσαν την Αθήνα ύστερα από πραξικόπημα. Ο Κλεόκριτος, εκπρόσωπος των δημοκρατικών, θα μπορούσε να ενεργήσει εκδικητικά και να απαιτήσει την τιμωρία των εχθρών του για τις βαρβαρότητες που είχαν διαπράξει.
Αντ’ αυτού, η πρότασή του στους Αθηναίους ήταν «ας ξεχάσουμε τα κακά του παρελθόντος». Ο δήμος ψήφισε διάταγμα που απαγόρευε την ανάμνηση των τραυματικών αυτών γεγονότων και την έγερση μηνύσεων γύρω από αυτά και οι πολίτες έδωσαν τον όρκο: μη μνησικακείν – να μη θυμόμαστε τα κακά αλλά και να μη χρησιμοποιούμε τη μνήμη ως εργαλείο για να κάνουμε κακό. Όταν ένας από τους δημοκρατικούς διαμαρτυρήθηκε για την επιβαλλόμενη λήθη οδηγήθηκε ενώπιον του δήμου από τον δημοκράτη Αρχίνο και καταδικάστηκε σε θάνατο. Έπειτα από αυτό, τα κακά του παρελθόντος ξεχάστηκαν.
Υπάρχουν σαφή προηγούμενα αυτής της ιστορίας. Ο Ηρόδοτος αφηγείται την πρώτη απαγόρευση της μνήμης. Οι Πέρσες κατέστειλαν μια εξέγερση των Ιώνων στη Μικρά Ασία το 494 π.Χ. Κατέλαβαν και λεηλάτησαν την πόλη της Μιλήτου και έβαλαν φωτιά στους βωμούς και τους ναούς της. Οι Αθηναίοι ήταν συντετριμμένοι από την καταστροφή που είχε συμβεί στους αδελφούς τους στη Μίλητο. Οταν ο πρώιμος τραγωδός Φρύνιχος παρουσίασε την τραγωδία του «Μιλήτου Αλωσις», οι Αθηναίοι συγκινήθηκαν βαθιά.
Ξέσπασαν σε λυγμούς, θρήνησαν και μίσησαν το έργο για την περιγραφή της καταστροφής. Επέβαλαν πρόστιμο 1.000 δραχμών στον Φρύνιχο γιατί το έργο του τους θύμισε τα «οικεία κακά», τις δικές τους συμφορές. Διατάχθηκε επίσης να μην ξαναπαρουσιαστεί το έργο, γιατί υπενθύμιζε τα πάθη των συγγενών τους, των Ιώνων και της πόλης τους. Η άλωσις είχε οδηγήσει στην καταστροφή την πολιτική ταυτότητα της πόλης. Η τραγωδία καταδικάστηκε στη λήθη και ρίχτηκε στον ποταμό της λησμονιάς.
Συναντάμε τη σημασία της λήθης και στη μυθολογία της Αθήνας. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν ο Ποσειδώνας έχασε τον διαγωνισμό για να γίνει προστάτης της Αθήνας από τη θεά Αθηνά, δεν εξέφρασε επιθυμία για εκδίκηση κατά της πόλης. Οι ευγνώμονες Αθηναίοι διέγραψαν από το ημερολόγιό τους την ημέρα της μονομαχίας, τη δεύτερη ημέρα του μήνα Βοηδρομιώνα (Σεπτέμβριος), επειδή ήταν μια θλιβερή ανάμνηση για τον Ποσειδώνα. Έχτισαν επίσης λατρευτικό βωμό στη Λήθη στην Ακρόπολη. Η απαγορευμένη ημέρα εγκαινίασε τον θεσμό αυτού που οι Ρωμαίοι αποκάλεσαν αργότερα DiesFasti και Nefasti – απαγορευμένες ημέρες, ημέρες πένθους.
Μόνο ορισμένες θρησκευτικές και νομικές πράξεις μπορούσαν να διεξαχθούν αυτές τις μέρες. Η ελληνική λέξη ήταν «ημέρα αποφράς», η καταραμένη μέρα που δεν μπορεί να την προφέρει ή να την πει κανείς. Αλλά η ημέρα δεν χανόταν. Ο Ποσειδώνας και οι πολίτες θυμόνταν τι είχε συμβεί όταν οι μέρες πήγαιναν από την πρώτη στην τρίτη του μήνα.
Η δεύτερη του Βοηδρομιώνα είναι η μέρα της πόλης, ο χρόνος της πολιτικής, που αναγκαστικά περνάει και από τη σύγκρουση και την καταλλαγή. Ενας χρόνος που είναι στενά συνδεδεμένος με τη δημιουργία και λειτουργία του δημοκρατικού δήμου αλλά και τις απαρχές της τραγωδίας, μια και ο Φρύνιχος είναι ένας από τους πρώτους τραγωδούς. Η πολιτική και η λογοτεχνία θεμελιώνονται πάνω στην παρακαταθήκη του όρκου μη μνησικακείν. Ο Αριστοτέλης συμφωνεί υποστηρίζοντας ότι η πολιτική είναι αυτό είτε γεννάει ή βάζει τέλος στην εχθρότητα και την εκδίκηση.
Η στρατηγική των Αθηναίων δημοκρατικών ήταν ένα θαύμα θεσμικής φαντασίας. Συνδύαζε με εξαιρετικό τρόπο μια νομική διάταξη, «απαγορεύεται να θυμάστε τα κακά», με έναν όρκο: μη μνησικακείν, δεν θα θυμάμαι τα κακά. Αλλά μπορούμε να ξεχάσουμε με νόμο; Η σημαντική συμβολή του Φρόιντ στη μνημονική τέχνη είναι η ανακάλυψή του ότι η απώλεια της μνήμης δεν προκύπτει από το πέρασμα του χρόνου αλλά από τα εμπόδια που χτίζει το ασυνείδητο προκειμένου να ξεχάσουμε, να καταστείλουμε και να απωθήσουμε τις οδυνηρές αναμνήσεις. Επιθυμούμε να ξεχνάμε παρά να θυμόμαστε τα κακά.
Είναι ευκολότερο να ζούμε με το παραβάν των ευχάριστων αναμνήσεων παρά με τον πόνο του παρελθόντος. Αλλά δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη δύναμη των κακών που μας έγιναν. Το ασυνείδητο είναι ο φύλακας της μνήμης – επιλέγει αυτό που πρέπει να θυμηθούμε και κρύβει τα υπόλοιπα κάτω από ένα παραβάν φαντασιώσεων και καταπραϋντικών αναμνήσεων. Αυτές οι απωθημένες μνήμες επιστρέφουν ως συμπτώματα ψυχικών διαταραχών, σε όνειρα, γλωσσικά ολισθήματα και παραπράξεις, στη δυσπραγία και στους φόβους που όλοι αισθανόμαστε χωρίς να ξέρουμε από πού έρχονται.
Η παρουσία της τραυματικής εμπειρίας είναι αδιάκοπη λοιπόν ακόμη και όταν δεν τη θυμόμαστε. Δεν είναι όμως συνειδητή. Η λήθη λειτουργεί σαν μια σκοτεινή επιφάνεια που κρύβει αυτά που έχουν καταπιεστεί. Αλλά τότε κάθε αμνηστία ή χάρη στους αντιπάλους θα ήταν παράδοξη και αντιφατική, αφού τα ίχνη της διαγραφείσας μνήμης θα επιβίωναν.
Και εδώ έρχεται η σημασία του όρκου. Η υπόσχεση που δίνουν οι πολίτες με τον όρκο εκπληρώνεται κάθε στιγμή που τα τραύματα του παρελθόντος επιστρέφουν και στοιχειώνουν. «Δεν θα χρησιμοποιήσω τη μνήμη που επιστρέφει ακριβώς επειδή ξέρω ότι επιστρέφει». Ο όρκος εξουδετερώνει τη μνήμη χωρίς να τη διαγράφει, πειθαρχεί τη μνήμη τοποθετώντας τη συγχώρεση και την καταλλαγή στο κέντρο της πόλης και της πολιτικής. Η πολιτική της λήθης όταν γίνεται επιμέλεια εαυτού συμβάλλει στη δημιουργία της πολιτικής μας ταυτότητας. Οι δύο απαγορεύσεις της μνήμης, αυτή που επιβάλλει ο νόμος και η άλλη, η αυτοεπιβαλλόμενη από τον όρκο, επανιδρύουν τη δημοκρατική πολιτική στα ερείπια της εμφύλιας σύγκρουσης.
Αριστερή καρτερία
Ας θυμηθούμε ότι η Αριστερά είναι συνηθισμένη στις πολιτικές ήττες, τις θεωρητικές αποτυχίες, τις συγκρούσεις και διασπάσεις. Αλλά πάντα σηκωνόταν και έδινε ελπίδα στον κόσμο. Σήμερα πολλοί ξέχασαν ή δεν έμαθαν την αριστερή καρτερία. Αν υποφέρουμε τόσο πολύ γι’ αυτά που έγιναν το Σαββατοκύριακο, τι θα έπρεπε να κάνουν οι αριστεροί μετά τη Βάρκιζα ή τον Εμφύλιο, στις εξορίες, τις φυλακές, μπροστά στο απόσπασμα; Η λήθη είναι προβληματική αλλά, όπως έδειξαν οι αρχαίοι, καταπραϋντική. Οι μεν κατηγορούν τους δε ότι δεν ήθελαν την εξουσία, οι δε τους μεν ότι δεν μπορούν να την κερδίσουν.
Αλλά η εξουσία δεν είναι ένα «πράγμα», κάτι που είτε το έχεις είτε όχι. Η εξουσία βρίσκεται σε σχέσεις, αναδύεται από τον συσχετισμό δυνάμεων. Είναι ριζωματική και δικτυωμένη, λειτουργεί παντού στις προσωπικές, τις οικονομικές και τις πολιτικές σχέσεις, στην οικογένεια, στο κόμμα, στην κοινωνία. Η εξουσία παράγει υποκείμενα, στάσεις ζωής και συμπεριφορές. Το βλέπουμε με τον πιο έντονο τρόπο αυτές τις μέρες. Η εκδίκηση έγινε πυξίδα δράσης και η λήθη του κακού παραμερίστηκε με περιφρόνηση. Ετσι χάνουν και οι μεν και οι δε. Θα έρθει άραγε η δεύτερη του Βοηδρομιώνα;
*Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, πρόεδρος του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς»