Η αρρώστια στον χρόνο…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”111132″ img_size=”full”][vc_column_text]Πίσω στον χρόνο, 14ο αιώνα, όλοι οι δρόμοι οδηγούσαν στην Αβινιόν. Στο τοπίο των ποταμών και των αμπελιών και της λεβάντας, , όλοι έφταναν εδώ. Κατεβαίνοντας ή ανεβαίνοντας τον Ροδανό, οχτακόσια χιλιόμετρα ποτάμι, από τον ελβετικό παγετώνα ώς τη Μεσόγειο, με άμαξες και τα πόδια, στο παπικό κράτος της Αβινιόν: έμποροι, καλλιτέχνες, εργάτες γης που γίνονταν βιοτέχνες, η ευμάρεια ήθελε καλούς μαστόρους, όλοι στους Γάλλους Πάπες και ιδίως στον Κλήμη τον Εκτο.
Είχαν κουράσει οι θρησκευτικοί πόλεμοι, η ασυδοσία των φεουδαρχών, είχε απλωθεί το μαντάτο πως στην Αβινιόν αγαπούσαν τους Εβραίους εμπόρους – κανείς δεν παζαρεύει τόσο άξια όσο εκείνοι. Κι ύστερα όποιος πλήρωνε τον φόρο του στους Πάπες είχε εδώ ήσυχο το κεφάλι του. Και δώσ’ του από κοντά σαλτιμπάγκοι, πόρνες και κλεφτρόνια, Τσιγγάνοι από τον Νότο και τροβαδούροι, λιποτάκτες, λόγιοι, αλχημιστές και πληρωμένοι δολοφόνοι, ζητιάνοι, τσαρλατάνοι, και πλύστρες. Το καπηλειό και το πορνείο της Ευρώπης υπό την ανοχή της παπικής εξουσίας των Γάλλων κληρικών με την ευγενή καταγωγή. «Η Αβινιόν είναι ένας οχετός, όπου συγκεντρώνονται όλα τα αποβράσματα του κόσμου… Τα πάντα αποπνέουν ψέμα, ο αέρας, η γη, τα σπίτια και κυρίως τα υπνοδωμάτια»!
Απορείς με την αντιφατική ιστορία μιας πόλης που τον ύστερο Μεσαίωνα προόδευε υπό την κυριαρχία των κληρικών, τη σάρωσε η πανούκλα και συγχρόνως έδωσε τον πρώτο διανοούμενο της Αναγέννησης. Μα στο βάθος, ως συνήθως, ανασαίνουν διαβάσματα βιβλίων. Είναι φθινόπωρο, άδεια η πόλη από το πλήθος που συχνάζει εδώ για να δει θέατρο, το περίφημο Φεστιβάλ της Αβινιόν, να τεμπελιάσει στις όχθες του Ροδανού, να εξορμήσει στην προβηγκιανή εξοχή γύρω και το βράδυ να κατασταλάξει πίνοντας τα περίφημα τοπικά κρασιά στην Πλατεία του Ρολογιού ή την άλλη κάτω από το Παπικό Παλάτι.
Κι αν εμείς –αρχές του 21ου αιώνα– με τους δορυφόρους προσπαθούμε να εντοπίσουμε τους φορείς της αρρώστιας, οι κάτοικοι της πόλης τον 14ο αιώνα προφανώς δεν νοιάζονταν. Ήξεραν μόνο πως κάποιο καράβι από την Ανατολή, γράφουν για την Κριμαία, με σιτηρά στα αμπάρια και καλοθρεμμένους αρουραίους είχε πιάσει λιμάνι στη Σικελία. Από τη Μεσίνα της απλώθηκε το θανατικό. Ανέβαινε βόρεια, ρήμαξε Φλωρεντία και Βενετιά, έστριψε προς την Προβηγκία, κυνηγούσε φαίνεται τις πολιτείες τις πυκνοκατοικημένες (Αχ, Νέα Υόρκη…)
Οι ψύλλοι, αυτά τα ζωύφια, την έτρεφαν με ανθρώπινο αίμα. Τσίμπημα και μετάδοση. Μόνο η φυγή και η φωτιά τούς σταματούσε (κάπως έτσι κατακάηκε το Λονδίνο στην άλλη φοβερή πανδημία του 17ου αιώνα ). Η φωτιά λοιπόν. Διέταξε ο περίφημος γιατρός του Πάπα Κλήμη με το όνομα Γκι Ντε Σολιάκ να ανάψουν στη μεγάλη αίθουσα του Παλατιού δύο φωτιές που δεν θα σβήνουν ούτε στιγμή. Κι ανάμεσά στις φλόγες τους – κι ας καίει ο ήλιος έξω, θα ζει ο Πάπας.
Λόγιος ο Πάπας, λάτρης του ωραίου, προστάτης των Γραμμάτων και των Τεχνών. Και φαίνεται πως όσο κράτησε η πανούκλα κυβερνούσε από την ίδια θέση, Άλλωστε λένε πως ούτε τότε αποχωρίστηκε την ερωμένη του, την πανέμορφη Σεσίλ Ντε Κομίνγκ, – μπορούσε άραγε να διοικήσει χωρίς αυτήν; Οι χρονογράφοι του καιρού της την παραδίδουν στην Ιστορία με τέλεια αποτριχωμένο λείο και αρωματισμένο σώμα, όπου έβαφε τα χείλη του φύλου της πορφυρά. Ο ίδιος προσπαθούσε, λένε, από τα διαμερίσματά του να σταματήσει τους διωγμούς των Εβραίων, να σταματήσει τις ακρότητες των αυτομαστιγωνόμενων αιρετικών. Φέρεται ως ο θλιμμένος διανοούμενος Πάπας του όλου Μεσαίωνα.
Η πανούκλα του 14ου αιώνα στις πόλεις της Προβηγκίας έχει ακόμα μια έκπληξη: δεν χτυπά μόνο τη βουβωνική χώρα του σώματος αλλά και τους πνεύμονες. Μεταδίδεται με μεγάλη ταχύτητα και με τα σταγονίδια στον αέρα. Στις πυκνοκατοικημένες πόλεις εντός των τειχών κάνει θραύση. Πεθαίνουν οι άνθρωποι σε πέντε ή έξι μέρες. Κανείς δεν πλησιάζει τον άλλο. Ο φόβος είναι χειρότερος από τον θάνατο. Και οι δεισιδαιμονίες (υποθέτω δεν θα υπολείπεται και ο φθόνος). Ποιος φταίει; Οι Εβραίοι που δηλητηρίασαν τα πηγάδια και θα οδηγούνται στη σφαγή. Η ξέφρενη ζωή και η αμαρτία, ο Θεός θέλει θυσίες – και πότε δεν ήταν το ίδιο. Οι αυτομαστιγωνόμενοι πιστοί σε δημόσια θέα. Να σηκώσουν πάνω τους όλα τα κρίματα των πολιτών. Ο όχλος που δεν μπορεί να προστατευτεί και η «μαγεία» δίνει και παίρνει στις τάξεις του, κρατά, θαρρείς, τον νόμο στα χέρια του.
Πηγή: efsyn.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]