Η απαξίωση του κόσμου της εκπαίδευσης
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”12786″ img_size=”full”][vc_column_text]
Γράφει ο Πολυμέρης Βόγλης*
Ίσως μπορούμε να φανταστούμε σχολεία χωρίς βιβλία ή χωρίς αίθουσες διδασκαλίας, αλλά δεν μπορούμε να φανταστούμε σχολεία χωρίς δασκάλους. Στη διάρκεια της πρόσφατης καραντίνας η εκπαιδευτική διαδικασία μπόρεσε να συνεχιστεί όχι επειδή υπήρχαν ηλεκτρονικοί υπολογιστές ή το διαδίκτυο, αλλά επειδή οι εκπαιδευτικοί συνέχισαν να διδάσκουν μπροστά στην κάμερα του υπολογιστή τους.
Ακόμα και σε αυτή τη συνθήκη οι πάντες αναγνώρισαν ότι η εξ αποστάσεως διδασκαλία σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη διά ζώσης.
Η φυσική παρουσία και αλληλόδραση διδασκόντων και διδασκομένων δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον για να επιτευχθεί ο σκοπός της εκπαίδευσης: η μετάδοση και ανακάλυψη της γνώσης μέσω της διδασκαλίας. Η διδασκαλία είναι η πεμπτουσία της εκπαίδευσης και οι εκπαιδευτικοί αποτελούν την «καρδιά» της εκπαίδευσης. Νηπιαγωγοί, δάσκαλοι, καθηγητές μέσης εκπαίδευσης, πανεπιστημιακοί καθηγητές καθημερινά κοπιάζουν για να προσφέρουν γνώσεις σε εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά και νέους.
Κι όμως ο κόσμος της εκπαίδευσης βρίσκεται τους τελευταίους μήνες στο επίκεντρο της επίθεσης της κυβέρνησης, η οποία συστηματικά απαξιώνει το έργο που οι εκπαιδευτικοί προσφέρουν στην ελληνική κοινωνία, με τη βοήθεια πάντα των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης που καλλιεργούν την εντύπωση ότι οι εκπαιδευτικοί είναι «τεμπέληδες». Η επίθεση κατά του κόσμου της εκπαίδευσης χρησιμοποιείται ως προπέτασμα καπνού για να εφαρμοστούν οι πιο συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών στην εκπαίδευση.
Ο κατάλογος είναι μακρύς και αφορά όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Ενδεικτικά κανείς θα μπορούσε να αναφέρει την αύξηση των μαθητών ανά τάξη (σε καιρό πανδημίας!), την κατάργηση μαθημάτων στο Λύκειο που εμπλούτιζαν την εκπαιδευτική διαδικασία και διεύρυναν τους ορίζοντες των μαθητών, την καθιέρωση ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων με δίδακτρα στα Πανεπιστήμια, τον αποκλεισμό των διοικητικών υπαλλήλων και του υπόλοιπου προσωπικού των ΑΕΙ από τη συμμετοχή στις εκλογές για την ανάδειξη της διοίκησης των Πανεπιστημίων.
Αποκορύφωμα της όλης επίθεσης κατά του κόσμου της εκπαίδευσης είναι η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στα ιδιωτικά σχολεία (υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων, απελευθέρωση απολύσεων, ελαστικοποίηση του ωραρίου κ.λπ.). Και κάτι επιπλέον. Η κυβέρνηση, ταυτιζόμενη με τα συμφέροντα των ιδιοκτητών των σχολείων, έδειξε με τον πιο αδιάψευστο τρόπο στους εκπαιδευτικούς αλλά και σε όλη την κοινωνία ότι η πολιτική της έχει σαφές ταξικό πρόσημο.
Ολα αυτά τα μέτρα και οι αλλαγές συμβαίνουν ενώ ήδη ο κόσμος της εκπαίδευσης βρίσκεται εδώ και αρκετά χρόνια σε μια δεινή θέση. Οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι από τα χρόνια των μνημονίων και είναι πλέον από τους χαμηλότερους στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ για πολλούς εκπαιδευτικούς ο μισθός δεν εξασφαλίζει μια αξιοπρεπή διαβίωση.
Τα κενά στην εκπαίδευση πολλαπλασιάζονται κάθε χρόνο, οι μαθητές μένουν χωρίς δασκάλους και καθηγητές για πολλούς μήνες, ενώ η μέση ηλικία των εκπαιδευτικών έχει αυξηθεί (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εκπαιδευτική διαδικασία) καθώς ο τελευταίος διαγωνισμός ΑΣΕΠ για εκπαιδευτικούς έγινε πριν από δώδεκα χρόνια. Το σοβαρότερο ωστόσο πρόβλημα είναι η επισφάλεια.
Ενα πολύ μεγάλο μέρος της διδασκαλίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης γίνεται πλέον από έκτακτο διδακτικό προσωπικό: από αναπληρωτές και ωρομίσθιους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή από συμβασιούχους και κατόχους διδακτορικού που απασχολούνται για «απόκτηση διδακτικής εμπειρίας» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Την ίδια στιγμή που όλοι θρηνολογούν, υποτίθεται, για το brain drain, χιλιάδες νέοι επιστήμονες και εκπαιδευτικοί βιώνουν καθημερινά την απαξίωση καθώς εργάζονται με χαμηλούς μισθούς, χωρίς επαγγελματική προοπτική και συχνά σε συνθήκες άγριας εκμετάλλευσης, ιδιαίτερα στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Η συζήτηση για το μέλλον της εκπαίδευσης δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ακουστεί η φωνή του κόσμου της εκπαίδευσης. Η κυβέρνηση, σε μια επίδειξη αλαζονείας και αυταρχισμού, επιδεικτικά αγνοεί τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών που τους τελευταίους μήνες ήταν έντονες και καθολικές. Κοινή συνισταμένη των αντιδράσεων ήταν ότι η κυβέρνηση με μια σειρά από μέτρα (από τη χρήση καμερών στις αίθουσες μέχρι την κατάργηση της Κοινωνιολογίας και των καλλιτεχνικών μαθημάτων) απαξιώνει τον ρόλο και το έργο των εκπαιδευτικών και υποβαθμίζει τη δημόσια εκπαίδευση.
Η κυβέρνηση δεν πιστεύει στην ύπαρξη δημόσιων αγαθών και ακολουθώντας τη λογική της μείωσης των δημόσιων δαπανών για την Παιδεία οδηγεί τη δημόσια εκπαίδευση στον μαρασμό. Ωστόσο όλοι πλέον αναγνωρίζουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει προστασία της υγείας του πληθυσμού χωρίς ένα δημόσιο σύστημα υγείας επαρκώς στελεχωμένο και εξοπλισμένο, με καλά αμειβόμενους γιατρούς και νοσηλευτές. Το ίδιο ισχύει για την παιδεία. Χωρίς ένα καλό σύστημα δημόσιας παιδείας υπονομεύεται το μέλλον της νέας γενιάς, δηλαδή το μέλλον της χώρας. Γι’ αυτό και η κοινωνία πρέπει να σταθεί στο πλευρό των εκπαιδευτικών.
*αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]