FOLLOW US: facebook twitter

“Γιατί δεν πρόκειται να ξεχάσω την αθάνατη Μ. Γιαννάκου Κουτσίκου ως άνθρωπο, ως πολιτικό και ως Υπουργό Παιδείας”

Ημερομηνία: 01-04-2022 | Συντάκτης:


Του Γιώργου Ευθυμίου, Εκπ/ού



Δυστυχώς, πριν σαράντα μέρες, έφυγε ενωρίς μια από τους πιο τιμημένους πολιτικούς της Πατρίδας μας. Μια από τους πιο αντικειμενικούς και αμερόληπτους, τους ανυστερόβουλους και αδογμάτιστους, τους ανυπόκριτα σεβόμενους τις ιδέες των άλλων, που έχουν το δικαίωμα να αγωνίζονται από το δικό τους μετερίζι για τα δημοκρατικά και άλλα δικαιώματά τους και ιδανικά τους.

Μια πολιτικός που η σεμνότητά της και το γαλήνιο, το φιλικό και μειλίχιο ήθος της, σε έκανε να τη σέβεσαι και να την αγαπήσεις κι ας ήταν ενταγμένη σε διαφορετική πολιτική παράταξη από τη δική μας.

Ήταν η πολιτικός που ταπεινά και αληθινά, επιτρέψτε μου να σας πω, την τιμούσα και για τα παραπάνω χαρίσματά της αλλά και για την ορθή και αντικειμενική θέση που πήρε σ’ ένα Ιστορικό γεγονός, που θα θυμηθείτε, πιστεύω, αν διαβάσετε το παρακάτω αναφερόμενο σ’ αυτήν ταπεινό άρθρο μου, που φιλοξένησε ο τοπικός τύπος μας το 2007.


Ιστορία ΣΤ΄ Δημοτικού

(είχε λάκκο η φάβα)
Πρωίνή 29 – 10 – 2007, ΑΥΓΗ 7 –11 – 2007


Δεν είχα καταφέρει να προμηθευτώ μέχρι πριν λίγες μέρες αυτό το περιβόητο βιβλίο της ΣΤ΄τάξεως του Δημοτικού, που κατέληξε να χαρακτηριστεί από πολλούς διαβόητο, σύμφωνα με όσα μας βομβάρδιζαν από τα τηλεπαράθυρα σοβαροί, υπεύθυνοι και κάθε ιδεολογίας άνθρωποι, αλλά και σύμφωνα με όσα διάβαζα καθημερινά στις εφημερίδες – ελάχιστοι οι διαφωνούντες – και γι’ αυτό πίστεψα ότι δεν μπορεί παρά να είναι ένα αντεθνικό κι επομένως επικίνδυνο βιβλίο.

Ευτυχώς, λοιπόν, έλεγα, που υπήρξαν οι αντιδράσεις γιατί το βιβλίο αποσιωπούσε το γεγονός ότι μετά την πυρπόληση της Σμύρνης έγινε σφαγή των Ελλήνων, ενώ ανέφερε πως «χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας να μπουν στα πλοία και να φύγουν για την Ελλάδα».

Αν αυτός είναι ο λόγος απόρριψης του βιβλίου, αναρωτιέται κανείς μήπως δε χρειάζεται μόνο ο κοινός νους, για να αντιληφθεί ότι σε ένα πόλεμο η σφαγή είναι αναπόφευκτη, αφού και οι δύο αντίπαλοι, όποιοι κι αν είναι αυτοί, προσπαθούν με κάθε μέσο να επικρατήσουν, μια και το μίσος και ο φανατισμός που κυριαρχεί εκατέρωθεν, αλλά και ο αγώνας υπέρ όλων, για τη συντριβή του άλλου και την επικράτηση τη δική του, είναι γνώρισμα των πολέμων;

Ξέρει, μήπως, κανέναν πόλεμο που έγινε με ροδοπέταλα; Που δε χύθηκε αίμα; Αλλά που, σαν ανώτεροι άνθρωποι οι αντιμαχόμενοι, συμφώνησαν να λύσουν τις διαφορές τους σε μια παρτίδα σκάκι και στο τέλος νικητής και ηττημένος έσφιξαν τα χέρια αναγνωρίζοντας ο ένας την ανωτερότητα του άλλου; Ακόμη και οι μονομαχίες δεν τέλειωναν με την οριστική πτώση του ενός (Πολυνείκης – Ετεοκλής);

Όταν εμείς φτάσαμε στο Σαγγάριο, όπως αποφάσισαν κάποιοι σοφοί, που τότε είχαν την εξουσία, γιατί δεν μας αρκούσε η Μικρά Ασία κι έπρεπε να μπούμε και στην Άγκυρα, τη στιγμή μάλιστα που ήξεραν πως η Γαλλία, Ρωσία και Ιταλία είχαν καταστεί εχθρικές πια σε μας και φιλικές στον Κεμάλ, ενώ η Αγγλία ήταν αδιάφορη, έως και εχθρική κι εκείνη, πώς φτάσαμε ως εκεί;

Φτάσαμε λέγοντάς μας οι Τούρκοι «καλώς ορίσατε, καρντάσια, κάτσετε να φάμε και να πιούμε»; Τους νικούσαμε, ως εκεί τουλάχιστον, χωρίς να ανοίξει μύτη και χωρίς να χυθεί σταγόνα αίματος; Ποιος μπορεί να πιστέψει αυτό; Ποιος μπορεί να πιστέψει πως οι Έλληνες δεν αφαίρεσαν ζωές, αφού κάποιοι «υπερεθνικόφρονες» πίστεψαν πως είχε έρθει η ώρα να αναβιώσουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κι επομένως έπρεπε να καταλάβουν και την Άγκυρα με όποιο τίμημα;

Η λέξη «συνωστίζονταν» ήταν που μας «μάρανε» κι όχι κάποιοι άλλοι βαθύτεροι – εθνικοί λόγοι; Κι έπεσαν στην παγίδα τόσοι σοφοί, τόσοι διανοούμενοι, τόσοι πολιτικοί «πατριδολάτρες» (για να μην πούμε πατριδοκάπηλοι) και δε βλέπανε ότι «έχει λάκκο η φάβα»; Έχει τον αποπροσανατολισμό τον προεκλογικό……;

Κι ας υποθέσουμε πως ήταν μια σημαντική παράλειψη η μη καταγραφή του σφαγιασμού των Ελλήνων στη Σμύρνη. Δεν τη βρίσκει κανείς δικαιολογημένα εσκεμμένη παράλειψη, όταν απευθύνεται σε εντεκάχρονα παιδιά, που δε θα πρέπει να δηλητηριάζονται οι τρυφερές ψυχές τους με ωμότητες οποθενδήποτε κι αν προέρχονται;

Κι από την άλλη να θέλουμε όλοι οι Έλληνες, όλα τα κόμματα, να ενταχθούν οι Τούρκοι στην Ε.Ε., πιστεύοντας ότι έτσι θα σταματήσει επιτέλους το προαιώνιο μίσος και από τις δυο πλευρές, και τα χρήματα για τους επάρατους εξοπλισμούς να τα διαθέτουμε για σχολεία, νοσοκομεία, ανάπτυξη κλπ. Τα πράγματα όμως δείχνουν ξεκάθαρα ότι είμαστε υποκριτές ή αφελείς ή τα αιώνια θύματα του Γκεμπελισμού.

Εξάλλου οι εντεκάχρονοι αυτοί μαθητές υποχρεωτικά θα φοιτήσουν στο Γυμνάσιο. Στη Γ’ τάξη του Γυμνασίου θα διδαχτούν την ίδια Ιστορία και ωριμότεροι πια κατά τρία χρόνια, θα έχουν την κρίση να αντιληφθούν πως πόλεμος σημαίνει αιματοχυσία , σημαίνει αιχμαλωσία και σφαγή. Θα διαβάσουν τότε και θα τους αναλύσει και ο Καθηγητής της Ιστορίας το απόσπασμα της σελ. 323, του Βασ. Σφυρόερα, Αθήνα , Ιούνιος 1991, που λέει κατά λέξη:

«Ο Ελληνικός στρατός, παρά την κόπωσή του, αντιστάθηκε με γενναιότητα στη θύελλα της Τουρκικής στρατιάς, αναγκάστηκε όμως να συμπτυχθεί προς τα παράλια διωκόμενος συνεχώς. Στις 27 Αυγούστου 1922 ο Τουρκικός στρατός μπήκε στη Σμύρνη και τέσσερις μέρες αργότερα η ωραία Ιωνική πόλη πυρπολήθηκε. Ακολούθησαν φοβερές λεηλασίες και σφαγές αμάχων, που προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να επιβιβαστούν σε πλοία εγκαταλείποντας τον τόπο της συμφοράς. Όσοι δεν πρόλαβαν να φύγουν, αιχμαλωτίστηκαν και οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Μεταξύ των θυμάτων ήταν και ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, που βρήκε μαρτυρικό θάνατο».

Στη συνέχεια τα ίδια ιστορικά γεγονότα θα γίνουν αντικείμενο μελέτης τους στην Ιστορία της Γ΄Λυκείου, Β. Σκουλάτου – Ν. Δημακόπουλου – Σ. Κόνδη, 1999,σελ, 103, οπότε οι μαθητές θα ξαναδιαβάσουν για Τρίτη φορά τα παρακάτω: «Ενώ το μέτωπο είχε οριστικά καταρρεύσει και όσες από τις Ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν είχαν αιχμαλωτιστεί ή φονευθεί από τους Τούρκους, επιβιβάζονταν βιαστικά στα πλοία».

Αυτό ήταν το αμάρτημα των συνταξάντων την Ιστορία της ΣΤ΄ τάξης του Δημοτικού.
Ευτυχώς όμως που η αντικειμενική και αμερόληπτη Υπουργός Παιδείας κυρία Μαριέττα Γιαννάκου – Κούτσικου δεν επηρεάστηκε από τους επικριτές και συναίνεσε να διδάσκεται, αφού το βιβλίο είναι γραμμένο μεθοδικά, με τις απαραίτητες εικόνες και τα σχεδιαγράμματα κι ακόμη με τις πηγές δίπλα από κάθε Ιστορικό γεγονός.

Η κυρία Μαριέττα Γιαννάκου – Κούτσικου απέδειξε πως ήταν μια αμερόληπτη Υπουργός, που δεν ήγετο και εφέρετο από τους πολιτικούς και κομματικούς ανέμους. Γι’ αυτό δικαιολογημένα δε θα την ξεχάσουν όσοι αναγνώριζαν και εκτιμούσαν αυτά τα χαρίσματά της.


Αιωνία της η μνήμη.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος