Ευεργετήματα και προβληματισμοί για το «ξεπάγωμα» των τριετιών στους μισθούς από την 1η Ιανουαρίου 2024
Άρθρο Προέδρου Επιμελητηρίου Ηλείας
Η επαναφορά των τριετιών στους μισθούς σε όλους τους εργαζόμενους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα που ξεκινά από την 1η Ιανουαρίου του 2024, θεωρητικά θα ενισχύσει σημαντικά το ανθρώπινο κεφάλαιο, μέσω υψηλότερων πραγματικών μισθών, με δεδομένο ότι στον ιδιωτικό τομέα καταβάλλονται 14 μισθοί τον χρόνο. Συνεπώς, η εφαρμογή αυτή θα έχει άμεσα θετικές συνέπειες στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, βελτιώνοντας τόσο τη σχετική αγοραστική τους δύναμη αλλά και τη δυνατότητα αντιμετώπισης σοβαρών ζητημάτων σχετικά με κόστος ζωής, τους άμεσους και έμμεσους φόρους αλλά και γενικότερα κάθε προσδοκίας για ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο.
Ωστόσο, θα πρέπει ταυτόχρονα να εφαρμοστεί και τα κατάλληλο νομοθετικό υπόβαθρο προκειμένου να εξυπηρετούνται από τη μία οι προφανείς αλλαγές στις ανάγκες των εργαζομένων, χωρίς όμως από την άλλη να προκαλούνται δυσμενείς επιπτώσεις στους εργοδότες και να καταλήγουν σε απρόσμενα επιζήμια αποτελέσματα , όπως για παράδειγμα απώλειες θέσεων εργασίας , και να προκύπτουν εν τέλει μεσοπρόθεσμα πολυσύνθετα χρηματοοικονομικά και παραγωγικά προβλήματα αλλά και ένα ισχυρό πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Επομένως, η κάθε αύξηση μισθού για να έχει ένα άμεσο αντίκτυπο στην κυκλοφορία του χρήματος στην αγορά και να οδηγεί στην ενίσχυση του εισοδήματος ακόμα των πλέον αδύνατων οικονομικά νοικοκυριών χωρίς ουσιαστικά να μεταθέτει εξαιρετικές οικονομικές δυσχέρειες στην εργοδοσία, πρέπει να είναι λελογισμένη και με στοχευμένα μέτρα. Μέτρα που θα αφορούν τόσο την ανακούφιση κατά της ακρίβειας, αλλά και μέτρα που θα συνδέονται και με την υποστήριξη των επιχειρήσεων, όπως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους, η επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών και η κατάργηση κάποιων βασικών επιβαρύνσεων, όπως εκείνων του τέλους επιτηδεύματος και του υπερβολικά υψηλού ποσοστού προκαταβολής φόρων.
Είναι γεγονός πως με το νέο μέτρο για το ξεπάγωμα των τριετιών , η κυβέρνηση φιλοδόξει να θεραπεύσει την Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 6 στις 28/2/2012, όπου σε εφαρμογή του δεύτερου μνημονίου και των πολιτικών της εσωτερικής υποτίμησης, πέρα από το “κούρεμα” του κατώτατου μισθού, προβλέφθηκε και το πάγωμα των τριετιών ως μέτρο “ανάκτησης” της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, έως ότου η ανεργία πέσει σε μονοψήφιο ποσοστό.
Ουσιαστικά, η νομοθεσία που ίσχυε μέχρι το 2012 αντιμετώπιζε τις τριετίες ως ένα “επίδομα προϋπηρεσίας”, στη βάση μισθολογικών ωριμάνσεων, και ακολουθούσαν τον εργαζόμενο ακόμα και στην περίπτωση αλλαγής εργοδότη.
Σε μια πρώτη ανάλυση η εφαρμογή του μέτρου , επικεντρώνεται σε δυο κατηγορίες. Αυτούς που εισήλθαν στην αγορά εργασίας μετά την 14/2/2012 και θα αρχίσουν να χτίζουν το δικαίωμα επιδόματος για πρώτη φορά. Δηλαδή ένας εργαζόμενος που σήμερα αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, από την 1η Ιανουαρίου 2024 θα τρέχει ο χρόνος του και θα δικαιούται αναλόγως την προϋπηρεσία του 10% ανά τριετία .
Η περίπτωση όμως αυτών που είχαν προσβληθεί πριν 14η Φεβρουαρίου 2012 χρήζει πιο προσεχτικό υπολογισμό. Για παράδειγμα ένας εργαζόμενος με πρόσληψη προ του 2012 και προϋπηρεσία 2 χρόνων, το δικαίωμα ωρίμανσης της 1ης τριετίας ενεργοποιείται 1/1/24 και καθίσταται πληρωτέο με τη συμπλήρωση τριετίας την 1/1/25 με αύξηση 10% επί του τότε ισχύοντος βασικού μισθού. Δηλαδή θα λάβει επιπλέον 780,00 Χ 10% = 78,00 (858,00 θα λαμβάνει τελικά) όταν συμπληρώσει την τριετία του συνολικά. Με την ίδια πρακτική ένας εργαζόμενος με πρόσληψη προ του 2012 και προϋπηρεσία 5 χρόνων, το δικαίωμα ωρίμανσης της 2ης τριετίας ενεργοποιείται 1/1/24 και καθίσταται πληρωτέο με τη συμπλήρωση εξαετίας την 1/1/25 με αύξηση 20% επί του τότε ισχύοντος βασικού μισθού. Αντίστοιχα και ο εργαζόμενος με πρόσληψη προ του 2012 και προϋπηρεσία 8 χρόνων, ενεργοποιεί το δικαίωμα ωρίμανσης της 1ης τριετίας την 1.1.24 και καθίσταται πάλι πληρωτέο με τη συμπλήρωση εννιαετίας την 1.1.25 με αύξηση 30% επί του τότε ισχύοντος βασικού μισθού.
Εν συνέχεια της ανωτέρω ανάλυσης, υπάρχουν σαφώς ζητήματα που πρέπει να προσεχθούν αλλά και να αποσαφηνιστούν περισσότερο. Όπως ο χρόνος της ισχύς της αναδρομικότητας. Δηλαδή, οι αυξήσεις 10% ανά τριετία, θα αρχίσουν να μετρούν από τη μέρα ψήφισης της νέας νομοθεσίας ή θα έχουν αναδρομική ισχύ; Ζήτημα που αφορά σαφώς περισσότερο όσους δεν είχαν καμία αύξηση μισθού λόγω της προϋπηρεσίας τους από το 2012. Ίδιας βαρύτητας είναι και το ζήτημα σχετικά με το εάν θα μετρήσουν αναδρομικά οι τριετίες που αφορούν εργασία στον ίδιο εργοδότη, όπως ουσιαστικά ίσχυε προ του 2012 . Τέλος υπάρχει και το ζήτημα με τους εργαζόμενους που αμείβονταν με υψηλότερους μισθούς , δεδομένου ότι οι τριετίες με το προ του 2012 πλαίσιο, αφορούσαν μόνο τους εργαζόμενους που αμείβονταν με τον κατώτατο μισθό και δεν αφορούσαν όσους καλύπτονταν από άλλες συλλογικές συμβάσεις ή είχαν αυξημένο μισθό από ατομική σύμβαση.
Με την ελπίδα ότι το ξεπάγωμα των τριετιών θα δημιουργήσει αξιόλογο κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα, ευελπιστούμε σε επιπρόσθετα μέτρα τόσο για την ενδυνάμωση των μισθωτών όσο και για την ελάφρυνση των επιχειρήσεων από το επερχόμενο λειτουργικό βάρος του επιπρόσθετου μισθολογικού κόστους, όπου θα δυσχεραίνει κάθε προσπάθεια επίτευξης βιωσιμότητάς ή διατηρήσιμης ανάπτυξης με πιθανή κατάληξη, να μετακυλήσει το κόστος στην αγορά μεσοπρόθεσμα .
Κωνσταντίνος Νικολούτσος
Πρόεδρος Επιμελητηρίου Ηλείας