Επιστολή από τον επιχειρηματία Κ. Παναγιωτόπουλο στην κυβέρνηση: «Ρεύμα και καύσιμα μας οδηγούν στο λουκέτο…»
-Επιστολή-καταπέλτης από τον επιχειρηματία, Κώστα Παναγιωτόπουλο, προς την κυβέρνηση
Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Τρομακτική πίεση ασκεί ο καλπασμός του πληθωρισμού στις επιχειρήσεις της Ηλείας, ιδιαίτερα σε όσες εκ φύσεως απαιτούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας και καυσίμων για να λειτουργούν και να παράγουν.
Ο διπλασιασμός της τιμής του μαζούτ και του υγραερίου LPG, όπως και ο τριπλασιασμός στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έχουν εκτοξεύσει το κόστος λειτουργίας και έχουν εξανεμίσει την όποια ρευστότητα υπάρχει, δημιουργώντας σοβαρό κίνδυνο βιωσιμότητας στις επιχειρήσεις.
Όπως επισημαίνει σε ανοιχτή επιστολή του ο επιχειρηματίας Κώστας Παναγιωτόπουλος, ιδιοκτήτης της ομώνυμης κεραμοτουβλοποιίας στα Δουνέικα, η παύση λειτουργίας της επιχείρησης δεν είναι ένας υπερβολικός ισχυρισμός αλλά κάτι που μπορεί να συμβεί αν δεν ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα στο ενεργειακό.
«Η επιχείρησή μας λόγω των μεγάλων προβλημάτων που έχουν προκύψει, έχει σταματήσει να παράγει, κινδυνεύει να κλείσει, και θέλουμε να μας γνωρίσετε για τις ενέργειές σας που θα μας βοηθήσουν να συνεχίσουμε τη λειτουργία μας», τονίζει χαρακτηριστικά αποδίδοντα αυτήν την εξέλιξη στα πολύ ακριβά καύσιμα.
«Εκτός του πετρελαίου κίνησης και του φυσικού αερίου, που δεν υπάρχει δίκτυο στο Νομό μας, πρέπει να ενισχυθεί και το μαζούτ, που χρησιμοποιείται ως καύσιμος ύλη καθώς τα δύο τελευταία χρόνια η τιμή του έχει ανέβει 100% (από 400€/τόνο, έχει πάει 800€/τόνο). Έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις η αύξηση αυτή, καθώς είμαστε ενεργοβόρα επιχείρηση και χρησιμοποιούμε εκατομμύρια χιλιόγραμμα ετήσια. Επίσης, ως καύσιμη ύλη χρησιμοποιείται, στις περιοχές που δεν υπάρχει δίκτυο φυσικού αερίου, το υγραέριο LPG που τα δύο τελευταία χρόνια έχει ανέβει κατά 100% (από 600€/τόνο έχει πάει 1.200€/τόνο). Λόγω της πολύ μεγάλης κατανάλωσης, μας έχει επηρεάσει πάρα πολύ η αύξηση του κόστους», εξηγεί ο Κώστας Παναγιωτόπουλος.
Αναγκαία η μείωση της τιμής στο ρεύμα
Εκτός όμως από τα καύσιμα, το ρεύμα έχει επίσης «γονατίσει» την επιχείρηση εκτοξεύοντας τα έξοδα λειτουργίας.
«Έχει αυξηθεί η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 300%, κάτι που δημιουργεί πολύ μεγάλο πρόβλημα στην επιχείρησή μας. Είμαστε ενεργοβόρα επιχείρηση, καταναλώνουμε εκατομμύρια KWH ετησίως. Θα πρέπει να ενισχυθούν οι τιμές χρέωσης ανά KWH της ηλεκτρικής ενέργειας και εκτός του πετρελαίου diesel, φυσικού αερίου και βενζίνης, να ενισχυθούν και οι τιμές του μαζούτ και του υγραερίου (LPG), που χρησιμοποιούνται από τις παραγωγικές επιχειρήσεις της Περιφέρειας, αντί του φυσικού αερίου.
Θα πρέπει να ενισχυθούν οι επιχειρήσεις για τους τελευταίους μήνες και για τους επόμενους. Επίσης, θα πρέπει να μειωθούν οι τιμές του μαζούτ και του υγραερίου LPG. Θα πρέπει να μειωθεί η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας ανά KWH», αναφέρει χαρακτηριστικά και ζητά από τα αρμόδια υπουργεία να μειώσουν τις τιμές των καυσίμων και της ενέργειας, επιχορηγώντας παράλληλα τις επιχειρήσεις ώστε να συνεχίσουν την παραγωγική τους δραστηριότητα.
Προτάσεις για τη νομοθεσία στις ΑΠΕ
Επειδή όμως δεν αρκεί η προσπάθεια σε αυτό το επίπεδο, κ Παναγιωτόπουλος υπογραμμίζει την ανάγκη να βελτιωθεί η νομοθεσία σχετικά με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, καταθέτοντας στοχευμένες προτάσεις στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου.
«Στο άρθρο 81 του Νομοσχεδίου: να είναι υποχρεωμένη η ΡΑΕ να επιβάλλει σε αυτούς που διαχειρίζονται το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ κλπ), να μην υπάρχουν κορεσμένες περιοχές. Το έχει ανάγκη η χώρα. Στο άρθρο 82 του Νομοσχεδίου: α. Στις ζώνες υψηλής παραγωγικότητας που είναι εγκατεστημένες μεταποιητικές επιχειρήσεις, να μπορούν να δημιουργηθούν στα γήπεδα αυτών και στα όμορα, φωτοβολταϊκοί σταθμοί για συμψηφισμό ενέργειας (net metering), έως το ύψος της εγκατεστημένης ισχύος της επιχείρησης, και άνω του 1MW και άνω του 1% της συνολικής κάλυψης στο Νομό. Όμορα να θεωρούνται και αυτά που διασχίζονται από αγροτικούς, κοινοτικούς ή δημοτικούς δρόμους. Επίσης να μην υπάρχει ο περιορισμός του 1% σε Ζώνες υψηλής παραγωγικότητας και σε Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.) για εγκατάσταση ΑΠΕ και να γίνει τουλάχιστον 4%», προτείνει σημειώνοντας ότι στην Ελλάδα υπάρχουν εγκαταλελειμμένοι, ακαλλιέργητοι αγροί.
«Έτσι θα υπάρχει μικρότερη μόλυνση του περιβάλλοντος από άλλες πηγές ενέργειας για θέρμανση, κίνηση κλπ. Έτσι στη χώρα μας θα υπάρξει φθηνή ενέργεια από τον ήλιο και άλλες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και δεν θα εξαρτάται από τα ακριβά και ρυπογόνα καύσιμα», σχολιάζει.
Παράλληλα, δηλώνει πως αν μια επιχείρηση έχει ή θέλει να κατασκευάσει μονάδα για συμψηφισμό ενέργειας (net metering) και η παραγόμενη ενέργεια είναι μεγαλύτερη αυτής που καταναλώνει η επιχείρηση, η επιπλέον ενέργεια να μπορεί κατά βούληση του παραγωγού να αποζημιώνεται, με την κατώτερη τιμή αγοράς-πώλησης της ενέργειας, ώστε να μπορεί να καλύπτεται το χρηματοοικονομικό κόστος λειτουργίας του πάρκου και ένα πολύ μικρό ποσοστό κέρδους.
Επιπλέον, προτείνει τη βελτίωση στο σύστημα αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για να μη δημιουργείται αυτό το μεγάλο πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την πολύ ακριβή ενέργεια.
«Η MWH από 65€ από ΑΠΕ, πήγαινε στην κατανάλωση 300€. Επίσης να μπορεί ανά ΑΦΜ να γίνεται έως 4MW φωτοβολταϊκός σταθμός και όχι 0,4 MW που ισχύει σήμερα», επισημαίνει.
Η επιστολή του καταλήγει με προτάσεις σχετικά με τους λατομικούς χώρους, όπως η επέκταση λατομείου, δηλαδή να υπερβαίνουν για την έκταση του αρχικού λατομείου οι αιτήσεις μίσθωσης, για να αποτρέπεται η γραφειοκρατία σε νέα αδειοδότηση, και αυτές να κατατίθενται όσες φορές χρειάζεται (όχι «άπαξ»).