Επίδομα στέγασης: Θεσμικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”60904″ img_size=”full”][vc_column_text]
Του Δημήτρη Μπουρίκου*
Η πρόσβαση σε στέγη αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα από το οποίο εξαρτάται σειρά άλλων δικαιωμάτων (πχ., προστασία ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), συναρτάται με την οντολογική ασφάλεια του ανθρώπου και την αξιοπρέπειά του ενώ συνιστά και κομβική κοινωνική επένδυση για τα παιδιά και τη νέα γενιά. Το άρθρο 21 παρ.4 του Συντάγματος ορίζει ότι «η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του κράτους».
Η κοινωνική στέγαση διαδραματίζει πλέον κομβικό ρόλο για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής 2020- ειδικότερα του στόχου για τη φτώχεια και την αποτροπή της μεταβίβασης μειονεκτημάτων από γενιά σε γενιά, συμβάλλοντας σε υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης, κοινωνικής συνοχής, κινητικότητας του εργατικού δυναμικού, καθώς και καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής φτώχειας μέσω του εκσυγχρονισμού της κτηριακής υποδομής (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Α7-0155/30.4.2013, Έκθεση σχετικά με την κοινωνική στέγαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Μετά το ξέσπασμα της δημοσιονομικής και ευρύτερης οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, την ορατότητα των συνεπειών στο πεδίο της στέγασης («φαινόμενο νέο-άστεγων») και την αναβάθμιση της σχετικής πολιτικής ατζέντας (βλ. ερωτήσεις στη Βουλή, διερευνήσεις επιτροπών διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, μελέτες), άρχισε να εμπεδώνεται η ανάγκη διαμόρφωσης και υλοποίησης μιας πολιτικής κοινωνικής στήριξης της στέγης
Με το ν. 4320/2015 (ΦΕΚ29Α/19.3.2015) θεσπίστηκε για πρώτη φορά το επίδομα ενοικίου ως επιμέρους κοινωνική στήριξη όσων καλύπτονταν στο πλαίσιο αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης (δηλ. ακραίας φτώχειας) και με το άρθρο 3 του ν.4472/17 (ΦΕΚ 74 Α/19.5.2017) θεσμοθετήθηκε το επίδομα στέγασης για έως και 600.000 νοικοκυριά που διαμένουν σε μισθωμένη κατοικία ή επιβαρύνονται με το κόστος εξυπηρέτησης στεγαστικού δανείου πρώτης κατοικίας.
Κοινωνικές διαστάσεις
Η θέσπιση του επιδόματος αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο προνοιακής πολιτικής για τη στήριξη της στέγασης, τομέας στον οποίο η χώρα μας ήταν ουραγός σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα είχε το 2016 την τέταρτη χαμηλότερη κοινωνική δαπάνη για στέγη στην ΕΕ28 με μόλις 4 ευρώ ανά μόνιμο κάτοικο (σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, 2016) όταν στην ΕΕ28 η αντίστοιχη δαπάνη ήταν 158 ευρώ.
Το εργαλείο αυτό είναι σαφώς κοινωνικό, υπέρ των φτωχότερων εισοδηματικών στρωμάτων και των νοικοκυριών που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες στεγαστικές ανάγκες, χωρίς όμως να περιορίζεται σε όσους διαβιούν σε ακραία φτώχεια αλλά αγγίζοντας εισοδηματικά μια ευρύτερη ομάδα νοικοκυριών.
H κάλυψη των στεγαστικών αναγκών μέσω της τραπεζικής πίστης κατέρρευσε με την οικονομική κρίση και τον περιορισμό των εισοδημάτων λόγω της πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας. Τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια ανήλθαν από 3,1 δις ευρώ το 2008 (ήτοι ποσοστό 4,8% της συνολικής στεγαστικής πίστης) στα 27,5 δις ευρώ (ήτοι το 44,7% της συνολικής στεγαστικής πίστης) το 2018.
Η οικονομική επιβάρυνση από τα έξοδα εξυπηρέτησης του στεγαστικού δανείου είναι δυσανάλογα μεγάλη για τους εισοδηματικά φτωχότερους δανειολήπτες. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα συγκριτικά στοιχεία στην Ελλάδα καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό επιβάρυνσης για το εισοδηματικά φτωχότερο 20% των δανειοληπτών που αγγίζει το 54%.
Οικονομικές διαστάσεις (επάρκεια επιδότησης)
Στο δημόσιο διάλογο, εκτός της συχνά εκφερόμενης απαξίωσης για την επιδοματική πολιτική («δίνετε επιδόματα αντί για δουλειές», «επιδοματικό κράτος»), συχνά θίγεται και η επάρκεια, το ύψος των επιδομάτων συγκριτικά με την ανάγκη που σκοπεύει να καλύψει. Η χορηγούμενη επιδότηση στέγασης μπορεί να αξιολογηθεί ως επαρκής στη βάση των στοιχείων της ΕΣΤΑΤ για τη μέση δαπάνη κόστους στέγασης (που δεν περιλαμβάνει μόνο το ενοίκιο) η οποία διαμορφώνεται στα 70,27 ευρώ μηνιαίως το 2017 (βλ. Διάγραμμα 5). Η δε αυξημένη επιδότηση για κάθε επόμενο μέλος του νοικοκυριού (35 ευρώ) ή υπεραυξημένη στις περιπτώσεις των μονογονεϊκών οικογενειών φαίνεται να ενισχύει ακόμα περισσότερο την επάρκεια της χορηγούμενης στεγαστικής συνδρομής.
Καταληκτικά
Οι συνθήκες σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο που διαμορφώθηκαν μετά το 2010 συνέβαλαν σε μια τρομακτική αύξηση της στεγαστικής επισφάλειας στη χώρα μας και την ίδια στιγμή, οι εφαρμοζόμενες δημοσιονομικές πολιτικές μείωσαν έως ελαχιστοποίησαν την όποια δημόσια κοινωνική στήριξη παρέχονταν στο πεδίο της στέγασης (κυρίως μέσω του ΟΕΚ) σε συνθήκες κατάρρευσης της στεγαστικής πίστης
Η θεσμοθέτηση του επιδόματος στέγασης αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη στην προσπάθεια εμπέδωσης και πραγμάτωσης του κοινωνικού δικαιώματος στη στέγαση, με αναμενόμενες θετικές συνέπειες για την προστασία νοικοκυριών εξαιρετικά επιβαρυμένων από το κόστος στέγης ή σε άμεση απειλή έξωσης (υπερχρεωμένα νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας).
Δεδομένης της συμβολής της δημόσιας στεγαστικής υποστήριξης σε ευάλωτα νοικοκυριά, το επίδομα στέγασης δεν αποτελεί απλώς μια μεταβιβαστική πληρωμή/μια επιδοματική πολιτική αλλά συνιστά ένα εργαλείο κοινωνικής επένδυσης που συμβάλει στην παροχή αξιοπρεπούς στέγης σε προσβάσιμες περιοχές, τη μείωση των ανισοτήτων πλούτου και εισοδήματος, την απελευθέρωση εισοδήματος των πλέον ευάλωτων για επενδύσεις στην εκπαίδευση και την ποιότητα ζωής και την προώθηση της απασχόλησης.
*Πολιτικός-Κοινωνικός Επιστήμονας
Απόφοιτος Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]