Επενδυτική έκρηξη… περιμένοντας τον Γκοντό
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”103451″ img_size=”full”][vc_column_text]
Του Κώστα Καλλωνιάτη *
Η κυβερνητική επιμονή σε μια πολλά υποσχόμενη επενδυτική έκρηξη –η οποία κατά τον υπουργό Ανάπτυξης, Αδωνι Γεωργιάδη, «έχει ήδη ξεκινήσει»- και σε ρυθμό ανάπτυξης που αναμένεται να φτάσει φέτος το 3% και αργότερα το 4%, θυμίζει τον τίτλο του θεατρικού έργου «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ, στο οποίο δύο άνθρωποι περιμένουν έναν άλλον που δεν έρχεται ποτέ. Οπως στο θέατρο παραλόγου οι δύο χαρακτήρες περιμένουν την άφιξη μιας υπερβατικής φιγούρας που θα τους σώσει, αλλά δεν έρχεται ποτέ, έτσι και η κυβέρνηση περιμένει μάλλον μάταια μια επενδυτική έκρηξη που θα αναπτύξει δυναμικά την οικονομία και το βιοτικό επίπεδο.
Παρά τις όποιες λεκτικές αναφορές σε εξωγενείς αντιξοότητες, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης φαίνεται να έχει άγνοια κινδύνου όταν τονίζει πως «το σύνολο του διεθνούς οικονομικού Τύπου εκτιμά ότι η Ελλάδα είναι ο πιο hot επενδυτικός προορισμός για τα επόμενα χρόνια» (Γεωργιάδης στον ΣΚΑΪ). Γιατί άραγε; Επειδή μειώνεται η φορολογία των επιχειρήσεων και έχουμε μια κυβέρνηση πιο φιλική προς αυτές με ελαστικότερες σχέσεις εργασίας και προώθηση ιδιωτικοποιήσεων; Μα, υπάρχουν πολλές άλλες χώρες σε Ε.Ε. και αλλού με ακόμη πιο φιλική στάση προς τις επιχειρήσεις που δεν έχουν πετύχει καμία επενδυτική έκρηξη. Για παράδειγμα, οι χώρες της Αν. Ευρώπης έχουν σημαντικά χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές αλλά εξακολουθούν να υπολείπονται του μέσου ευρωπαϊκού όρου στη σχέση επενδύσεων προς ΑΕΠ.
Το πρόβλημα είναι πως τις επενδύσεις καθορίζουν μια σειρά παράγοντες πέραν της φορολογίας, που στην περίπτωση της Ελλάδας δεν ευνοούν την προσέλκυσή τους. Για τον απλό λόγο ότι η οικονομία της χώρας εξήλθε μεν από την ύφεση, την κρίση και τα μνημόνια, παραμένει εντούτοις δομικά ευπαθής και ευάλωτη στις διεθνείς αναταράξεις.
Τέτοιοι παράγοντες είναι η περιορισμένη παραγωγική βάση και η χαμηλή βιομηχανική εξειδίκευση της οικονομίας, το μικρό επιχειρηματικό μέγεθος και η χαμηλή παραγωγικότητα, η υπερχρέωση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών χρεών 13 φορές υψηλότερο του μέσου ευρωπαϊκού όρου (39% έναντι 3% τον Ιούνιο) με συνέπεια την αδυναμία χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, η πολύ υψηλή ακόμη ανεργία, ο περιορισμένος δημοσιονομικός χώρος και τα προβλήματα διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας (βλ. Πολεοδομίες, Κτηματολόγιο, δικαστήρια κ.λπ.).
Όχι τυχαία, η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων και το χαμηλότερο απόθεμα ξένων άμεσων επενδύσεων (ως ποσοστά του ΑΕΠ) στην Ευρώπη, ενώ σε 34 ευρωπαϊκές χώρες μόλις 6 έχουν χειρότερη από την Ελλάδα επίδοση στον δείκτη αντίληψης διαφθοράς…
Αυτοί οι ανασταλτικοί για τις επενδύσεις παράγοντες είναι διαχρονικοί και θα μπορούσαν σταδιακά να αντιμετωπιστούν με την αισθητή εξομάλυνση της οικονομικής και πολιτικής κατάστασης στη χώρα που σημειώνεται τελευταία, αν δεν προέκυπταν δύο όψιμες αρνητικές και καταλυτικές εξωγενείς ανατροπές:
α. η δριμεία επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας σε συνδυασμό με την όξυνση των εμπορικών τριβών και του εθνικού οικονομικού προστατευτισμού και
β. η απότομη κλιμάκωση του γεωπολιτικού κινδύνου διεθνώς και ιδιαίτερα στη ΝΑ Μεσόγειο, με την Ελλάδα εκτεθειμένη στην τουρκική επιθετικότητα.
Και η μεν διολίσθηση της παγκόσμιας οικονομίας σε μια ύφεση και νέα κρίση έχει προς το παρόν συγκρατηθεί με τις μαζικές ενέσεις ρευστότητας πληθώρας κεντρικών τραπεζών, που η πρόσφατη ιστορία έχει καταδείξει ως αναποτελεσματικές ή βραχυχρόνιας και προσωρινής απόδοσης με πιθανές ολέθριες μεσομακροχρόνιες επιπτώσεις (βλ. δημιουργία φούσκας περιουσιακών στοιχείων, αύξησης των ανισοτήτων και κοινωνικής αμφισβήτησης των πολιτικών ηγεσιών).
Ο δε γεωπολιτικός κίνδυνος έχει ήδη λάβει διαστάσεις περιφερειακής σύγκρουσης στην περιοχή μας και με διακύβευμα τον έλεγχο της εξόρυξης και διακίνησης των ενεργειακών και άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών δεν φαίνεται να μπορεί να εκτονωθεί ή να χαλιναγωγηθεί.
Και οι δύο αυτές εξωγενείς ανατροπές τείνουν να επισκιάσουν -και ενδεχομένως να ανατρέψουν- τις όποιες προόδους σημειώνονται στην εγχώρια οικονομία, γιατί πυροδοτούν την ανασφάλεια και αβεβαιότητα, οι οποίες αποτελούν τον βασικό τοξικό, παραλυτικό στοιχείο της επενδυτικής δραστηριότητας.
Να θυμίσουμε σχετικά πως η Παγκόσμια Τράπεζα διαβλέπει νέα κρίση χρέους, το 82% των επικεφαλής των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών λαμβάνει μέτρα αντιμετώπισης της αναμενόμενης καταναλωτικής και επιχειρηματικής επιβράδυνσης, ενώ ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, MervynKing, σε διάλεξη στην πρόσφατη ετήσια συνεδρίαση του ΔΝΤ δήλωσε πως «διατηρώντας τη νέα ορθοδοξία της νομισματικής πολιτικής και παριστάνοντας ότι έχουμε κάνει το τραπεζικό σύστημα ασφαλές, υπνοβατούμε σε αυτή την κρίση…». Τέλος, ο δείκτης παγκόσμιας αβεβαιότητας το δ’ τρίμηνο 2019 (πριν από την κρίση Ιράν και Λιβύης) υπερδιπλασιάστηκε σε ετήσια βάση!
Μακάρι η Ελλάδα να αποτελέσει εξαίρεση, αλλά με τέτοια «έκρηξη αβεβαιότητας» είναι κυριολεκτικά απίθανο να δούμε «έκρηξη επενδύσεων».
* δημοσιογράφος, οικονομολόγος[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]