Έως και 300 ευρώ τον μήνα το κόστος των ανατιμήσεων
Δόση στεγαστικού, ενέργεια και τρόφιμα συνθέτουν μόνιμο Γολγοθά για τα νοικοκυριά
Η αύξηση δόσεων των στεγαστικών δανείων, η επιμονή των υψηλών τιμών ενέργειας, αλλά και οι συνεχείς αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων –απόδειξη ότι ο κλαδικός πληθωρισμός εξακολουθεί να ανεβαίνει– συνθέτουν ένα μόνιμο Γολγοθά που μπορεί να αυξήσει τις μηνιαίες δαπάνες ενός μέσου νοικοκυριού ακόμη και κατά 300 ευρώ τον μήνα σε σχέση με τα προ πληθωριστικής κρίσης επίπεδα. Και αυτό παρά τις επιδοτήσεις που παρέχονται για το ηλεκτρικό ρεύμα ή το φυσικό αέριο και οι οποίες χρηματοδοτούνται με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε μηνιαία βάση.
Για ένα νοικοκυριό με οικογενειακό εισόδημα 2.000 ευρώ τον μήνα, αυτά τα περίπου 300 ευρώ μπορούν να προκαλέσουν απώλεια ετήσιου εισοδήματος της τάξεως του 13%-14% και ουσιαστικά να στερήσουν μια οικογένεια από ενάμισι μηνιάτικο. Πολύ μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημα για τα φτωχότερα νοικοκυριά, γι’ αυτό και οι όποιες συζητήσεις για τα επόμενα μέτρα στήριξης –τόσο στο πεδίο των τροφίμων όσο και στο μέτωπο του κόστους δανεισμού– επικεντρώνονται στα πιο ευάλωτα, οικονομικά, νοικοκυριά.
Τα σημάδια αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού τόσο τον Οκτώβριο όσο και τον Νοέμβριο είναι μια ένδειξη επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης των τιμών, αλλά δεν σημαίνουν σε καμία περίπτωση αποκλιμάκωση των τιμών. Ουσιαστικά, στην ήδη ακριβή κιλοβατώρα ηλεκτρικού ρεύματος (ακόμη και μετά την επιδότηση), στην ακριβή αμόλυβδη και στη φουσκωμένη τιμή του φυσικού αερίου έρχονται να προστεθούν το ολοένα και αυξανόμενο κόστος των τροφίμων –τον Νοέμβριο καταγράφηκε στην Ελλάδα η μεγαλύτερη μεταβολή στα τρόφιμα από το ξέσπασμα της κρίσης– και φυσικά οι επιβαρύνσεις των δανειοληπτών από τις διαδοχικές ανόδους των επιτοκίων, οι οποίες μάλιστα λειτουργούν σωρευτικά. Αυξήσεις οι οποίες μάλιστα, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα συνεχιστούν με το επόμενο βήμα να γίνεται από την ΕΚΤ στην επόμενη συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου.
Κατανομή των εξόδων
Πώς μεταφράζεται στην πράξη αυτή η τέλεια καταιγίδα; Ενα τυπικό νοικοκυριό εξυπηρετεί ένα στεγαστικό δάνειο. Του έχει απομείνει οφειλή 80.000 ευρώ, η οποία θα πρέπει να αποπληρωθεί μέσα στα επόμενα 15 χρόνια. Καταναλώνονται 400 κιλοβατώρες ηλεκτρικού ρεύματος σε μηνιαία βάση, ενώ το κόστος των ειδών διατροφής ήταν πριν από την κρίση περίπου 295 ευρώ τον μήνα. Τόσα τουλάχιστον αναφέρονται στην έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ. Θέρμανση γίνεται με φυσικό αέριο με μέση μηνιαία κατανάλωση 700 KWh, ενώ υπάρχει και ένα αυτοκίνητο που καταναλώνει 80 λίτρα τον μήνα για να καλυφθούν οι μετακινήσεις.
Αυτό το «εξοδολόγιο» μπορούσε να το καλύψει το νοικοκυριό πριν ξεσπάσει η κρίση με περίπου 1.000 ευρώ τον μήνα (1.023 ευρώ βγάζουν οι ακριβείς υπολογισμοί). Από το νέο έτος, θα απαιτούνται περίπου 1.296 ευρώ. Και να γιατί:
1. Η δόση του δανείου υπολογιζόταν μέχρι και το καλοκαίρι του 2022 με επιτόκιο 1,5%. Από το νέο έτος, είναι πολύ πιθανό ότι θα υπολογίζεται με επιτόκιο 4,5%. Ηδη το επιτόκιο της ΕΚΤ έχει αυξηθεί κατά δύο μονάδες και εκκρεμεί η απόφαση του Δεκεμβρίου. Στις αρχές του 2023, εκτιμάται ότι το επιτόκιο της ΕΚΤ θα είναι στο 3%. Για το δάνειο των 80.000 ευρώ που εξυπηρετεί αυτό το νοικοκυριό, η δόση θα αυξηθεί από τα 500 στα 617 ευρώ. Το αν θα υπάρξει κάποια προοπτική συγκράτησης της αύξησης, θα φανεί τις επόμενες δύο εβδομάδες όταν θα οριστικοποιηθούν οι διαβουλεύσεις της κυβέρνησης με τις διοικήσεις των τραπεζών.
2. Στα τρόφιμα, οι ανατιμήσεις συνεχίζονται. Επειδή ο κλαδικός πληθωρισμός των ειδών διατροφής «τρέχει» με περίπου 13%-14%, τα 295 ευρώ που απαιτούνταν πριν από την κρίση, έχουν ήδη γίνει ήδη 336 ευρώ. Το πρόβλημα με τα τρόφιμα είναι πολύ μεγάλο. Τα 295 ευρώ αποτελούν έναν μέσο όρο. Ενα φτωχό νοικοκυριό με εισόδημα 750 ευρώ εμφανιζόταν πριν από την κρίση να ξοδεύει 153 ευρώ για τρόφιμα, δηλαδή το 20% του εισοδήματός του. Τώρα, τα 153 ευρώ έχουν ήδη γίνει 173 και απαιτείται η διάθεση του 23% του εισοδήματος και όχι του 20%. Τέτοια επιβάρυνση στα πλουσιότερα νοικοκυριά δεν υπάρχει. Νοικοκυριό με εισόδημα 3.500 ευρώ τον μήνα δαπανά 383 ευρώ, δηλαδή το 11% του εισοδήματος. Ακόμη και μετά την αύξηση των τιμών, η αναλογία είναι ζήτημα αν θα αυξηθεί στο 12%-12,5%. Είναι πολύ πιθανό ότι και μέσα στο 2023, εάν υπάρξει δημοσιονομικός χώρος, θα υπάρξει επανάληψη των στοχευμένων μέτρων στήριξης για τα φτωχότερα νοικοκυριά. Μία ακόμη επιταγή ακρίβειας δεν μπορεί να αποκλειστεί μέχρι το Πάσχα, δεδομένου ότι οι μειώσεις των έμμεσων φόρων έχουν αποκλειστεί.
3. Στο ηλεκτρικό ρεύμα, η κιλοβατώρα, παρά την επιδότηση, κοστίζει σήμερα 16 λεπτά ή περίπου 25 λεπτά εάν συμπεριληφθούν και όλες οι χρεώσεις και ο ΦΠΑ. Πριν από την κρίση, μια κιλοβατώρα κόστιζε περίπου 15-16 λεπτά (ή 11 λεπτά χωρίς τους φόρους και τις λοιπές χρεώσεις).
4. Αν ενσωματωθεί στον λογαριασμό το κόστος του φυσικού αερίου (η τιμή παραμένει περίπου τριπλάσια σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα) αλλά και η αύξηση στις τιμές των καυσίμων, καταλήγουμε στην επιβάρυνση των περίπου 270-300 ευρώ ανά μήνα.
Τέτοια επιβάρυνση δεν αντιμετωπίζεται πλέον μόνο με μέτρα στήριξης. Και στον βαθμό που το πληθωριστικό κύμα αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά, είναι δεδομένο ότι πολύ σύντομα θα μπει στο τραπέζι η αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα και όχι μόνο στο επίπεδο του κατώτατου μισθού.