«Είμαι πράγματι τυχερός…»: Η άγνωστη μάχη του Διονύση Σιμόπουλου με τον καρκίνο
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”57050″ img_size=”full”][vc_column_text]Στη μάχη του με τον καρκίνο αναφέρθηκε με μια συγκινητική του ανάρτηση στο facebook ο ηλειακής καταγωγής αστροφυσικός Διονύσης Σιμόπουλος, με τίτλο «Είμαι πράγματι τυχερός», διηγούμενος περιστατικά από τη ζωή του, στα οποία η τύχη ήταν μαζί του.
Είμαι πράγματι τυχερός…
Όπως ίσως να ξέρετε στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου στη διάρκεια μιας αιματολογικής εξέτασης που κάνω ετησίως, διαγνώστηκα με καρκίνο στην κεφαλή του παγκρέατος. Οι γιατροί μου σύστησαν να κάνω μια σειρά οκτώ δόσεων σκληρής χημειοθεραπείας ανά δύο εβδομάδες που διήρκεσαν από τον Νοέμβριο έως τον Μάρτιο. Την χημειοθεραπεία ακολούθησε μία χειρουργική επέμβαση κατά Whipple λίγο πριν από το Πάσχα. Χθες βγήκαν τα αποτελέσματα των εξετάσεων του πρώτου τριμήνου μετά την εγχείρηση και σύμφωνα με τους γιατρούς μου στο Αρεταίειο Νοσοκομείο του ΕΚΠΑ οι εξετάσεις αίματος και οι τομογραφίες (αξονική και μαγνητική) δεν δείχνουν (προς το παρόν) ούτε ίχνος καρκίνου! Η τρίμηνη παρακολούθηση θα συνεχιστεί φυσικά και στο άμεσο μέλλον, αλλά πλέον οι ελπίδες επιβίωσης είναι αρκετά μεγάλες! Tα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνoυν και το γεγονός ότι στη ζωή μου υπήρξα ιδιαίτερα τυχερός, όπως άλλωστε αναφέρω και στο νέο μου βιβλίο “Από τα Ψηλαλώνια στο Φεγγάρι.”:
Προσωπικά δεν πιστεύω στη μοίρα αν και πολλές φορές θεωρώ πως η τύχη παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Στην πορεία της δικής μου, τουλάχιστον, εξέλιξης θεωρώ ότι η τύχη ήταν για μένα ένα σημαντικό στοιχείο της ζωής μου, αφού πιστεύω πως ήμουν πολύ τυχερός στην όλη μου πορεία. Ειλικρινά θεωρώ πως ό,τι κι αν έκανα ή κατάφερα να κάνω στη μέχρι τώρα ζωή μου με βρήκαν στο δρόμο. Έτυχαν. Μην ξεχνάτε ότι εγώ έφυγα για την Αμερική από ανάγκη, επειδή τότε μέναμε στην Πάτρα και δεν υπήρχαν τα απαιτούμενα χρήματα για να σπουδάσω στην Αθήνα όπου τότε πληρώναμε και δίδακτρα και βιβλία. Να φανταστείτε ότι ένα πανεπιστημιακό βιβλίο Φυσικής κόστιζε τότε όσο μία μηνιαία σύνταξη του πατέρα μου. Και φυσικά το κόστος της διαβίωσης μακριά από την οικογένεια στην Πάτρα ήταν επίσης απαγορευτικό. Αντίθετα στην Αμερική δούλευα, ενώ παράλληλα σπούδαζα, κάτι που δεν θα μπορούσα να κάνω στην Ελλάδα του ’60, που όλος ο κόσμος έφευγε για να βρει μια έστω δουλίτσα στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Αυστραλία ή στον Καναδά…
… Η Αμερική όμως μου άνοιξε την πόρτα σε δρόμους που θα ήταν σχεδόν αδύνατον να περπατήσω αν είχα παραμείνει στην Ελλάδα. Γιατί στην Αμερική είχα την ευκαιρία να αναλάβω σε μικρή ηλικία θέσεις που εδώ τότε θα χρειαζόμουν δεκαετίες, αν και τα πράγματα έχουν κι εδώ αλλάξει προς το καλύτερο σε σύγκριση με την δεκαετία του ’60. Έτυχε επίσης να είμαι στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή, και να γνωρίσω τους κατάλληλους ανθρώπους που χρειάζονταν κάποιον σαν εμένα…
… Η συνάντησή μου με την αδελφή του Ευγένιου Ευγενίδη, την αείμνηστη Μαριάνθη Σϊμου, έγινε τις παραμονές Χριστουγέννων του 1972 και διήρκεσε δύο περίπου ώρες. Η συμφωνία για την συνεργασία μας όμως είχε ολοκληρωθεί μέσα στα πρώτα 5 λεπτά. Εκείνο που θυμάμαι πιο έντονα ήταν η φράση-κλειδί της όλης μας συζήτησης: «Κύριε Σιμόπουλε, θέλω να έλθετε στην Ελλάδα αλλά θα μου υποσχεθείτε ότι θα ασχοληθείτε αποκλειστικά και μόνο με το Πλανητάριο, κι όχι με οτιδήποτε άλλο», κι εγώ όχι μόνο της το υποσχέθηκα αλλά και το τήρησα. Γιατί η γυναίκα αυτή μού έδειξε περισσότερη εμπιστοσύνη απ’ ότι είχα εγώ στον εαυτό μου και σε μια ηλικία που στην Ελλάδα αν δεν ήσουν άνω των 60 ετών δεν σ’ εμπιστευόταν κανείς και πουθενά. Με τίμησε, κι ελπίζω ότι κι εγώ την τίμησα. Και πιστεύω ότι και οι δύο μας μείναμε ευχαριστημένοι από την επιλογή που κάναμε…
… Κάποια στιγμή θα γύριζα οπωσδήποτε στην Ελλάδα, έτυχε όμως αυτό να γίνει νωρίτερα και με καλύτερους για μένα όρους που οφείλονταν αποκλειστικά στην τύχη! Είτε έτσι όμως είτε αλλιώς πρέπει να σιγοντάρεις φυσικά και την τύχη σου. Γιατί θέλω να πιστεύω, επίσης, ότι για να κρατηθεί κάποιος σε μία παρόμοια θέση επί τόσα χρόνια, όπως εγώ, πρέπει να διαθέτει και κάποιες αρετές! Κι αυτές οι αρετές πρέπει να αναγνωρίστηκαν από την Σίμου αλλά και από τους μετέπειτα διοικητές του Ιδρύματος Ευγενίδου…”[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]