Έγκλημα στην Ανδραβίδα: Τέσσερις φορές ισόβια στον 61χρονο φονιά – Σκότωσε ένα ζευγάρι και δύο παιδιά
Πηγή: Πρώτο Θέμα
Οι δικαστές τον έκριναν ομόφωνα ένοχο – «Κόλαφος» η αγόρευση της εισαγγελέως σε βάρος του
Η τετραπλή δολοφονία μιας οικογένειας στην Ανδραβίδα, που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο τον Μάρτιο του 2022 αναβίωσε σήμερα στις δικαστικές αίθουσες με τον 61χρονο δράστη ο οποίος εκτέλεσε τους δύο γονείς και έπνιξε τα δύο από τα τρία παιδιά της οικογένειας επειδή του χρωστούσαν τα ενοίκια του σπιτιού όπου διέμεναν.
Ο δράστης βρέθηκε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου με την κατηγορία της σνθρωποκτονίας με δόλο κατά συρροή, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία κατ εξακολούθηση και παράνομη κατοχή όπλων και πυρομαχικών και καταδικάστηκε σε τέσσερις φορές ισόβια, 21 μήνες κατά συγχώνευση για οπλοφορία, οπλοχρησία, οπλοκατοχή και 900 ευρώ χρηματική ποινή, για την αποτρόπαια εγκληματική του πράξη σε βάρος του 32χρονου Αρμάντο Κλότσι, της συζύγου του Μαρίας καθώς και των δύο ανήλικων παιδιών τους, ηλικίας 1,5 και 2,5 ετών.
Η σύνθεση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, συντάχθηκε πλήρως με την Εισαγγελέα της Έδρας, η οποία με μια αναλυτική και άκρως περιγραφική πρόταση “κατακέραυνωσε” τον κατηγορουμενο, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς του, αλλά και τα τρία ελαφρυντικά που ζήτησε η υπεράσπιση του, προτείνοντας την ενοχή του για όλες τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται.
Η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών Κωνσταντούλα Αθανασοπούλου τόνισε χαρακτηριστικά κατά την αγόρευσή της ότι “ο κατηγορουμενους έδρασε με ιδιαίτερη σκληρότητα και ήθελε να τους εξαφανίσει ως οικογένεια” και με ιδιαίτερη έμφαση είπε πως “είναι εγκληματίας!”. Αναφερόμενη στην σκηνή του εγκλήματος και στον τρόπο δράσης του σημείωσε πως “σκότωσε, πυροβόλησε, έπνιξε, έσυρε σφουγγάρισε και θα συνέχισε να καθαρίζει αλλά στάθηκε άτυχος, γιατί ο μικρός χτύπησε την πόρτα, άλλαξε ρούχα, έφυγε για την Πάτρα, έκρυψε το όπλο και δεν συνεργάστηκε με την αστυνομία για την εύρεση του όπλου”. Ακόμα, επικαλούμενη όλες τις ψυχιατρικές γνωματεύσεις που εμπεριέχονταν στη δικογραφία απέρριψε κάθε ισχυρισμό περί ψυχικής διαταραχής και απώλειας μνήμης, επισημαίνοντας πως ο κατηγορουμενος δεν έχει κανένα ψυχιατρικό ιστορικό και πως υπήρξε αληθής συρροή σε όλες του τις πράξεις.
Η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών Κωνσταντούλα Αθανασοπούλου τόνισε χαρακτηριστικά κατά την αγόρευσή της ότι “ο κατηγορουμενους έδρασε με ιδιαίτερη σκληρότητα και ήθελε να τους εξαφανίσει ως οικογένεια” και με ιδιαίτερη έμφαση είπε πως “είναι εγκληματίας!”. Αναφερόμενη στην σκηνή του εγκλήματος και στον τρόπο δράσης του σημείωσε πως “σκότωσε, πυροβόλησε, έπνιξε, έσυρε σφουγγάρισε και θα συνέχισε να καθαρίζει αλλά στάθηκε άτυχος, γιατί ο μικρός χτύπησε την πόρτα, άλλαξε ρούχα, έφυγε για την Πάτρα, έκρυψε το όπλο και δεν συνεργάστηκε με την αστυνομία για την εύρεση του όπλου”. Ακόμα, επικαλούμενη όλες τις ψυχιατρικές γνωματεύσεις που εμπεριέχονταν στη δικογραφία απέρριψε κάθε ισχυρισμό περί ψυχικής διαταραχής και απώλειας μνήμης, επισημαίνοντας πως ο κατηγορουμενος δεν έχει κανένα ψυχιατρικό ιστορικό και πως υπήρξε αληθής συρροή σε όλες του τις πράξεις.
Οι σοροί του 32χρονου και της 28χρονης είχαν εντοπιστεί πάνω στο τρέιλερ στην αποθήκη του σπιτιού. Το ηλικίας τριών ετών παιδί είχε βρεθεί πάνω σε κλινοσκεπάσματα στο δάπεδο της αποθήκης, δίπλα από το τρέιλερ, ενώ το άλλο παιδί, ηλικίας δύο ετών, είχε εντοπιστεί νεκρό μέσα στο σπίτι από τον 12χρονο αδελφό του.
Προμελετημένο το έγκλημα
Το έγκλημα έδειχνε να είναι προμελετημένο, με τον δράστη να είχε σκοπό να «εξαφανίσει» τα ίχνη της δολοφονημένης οικογένειας, γι’ αυτό και είχε ξεκινήσει να «φορτώνει» τις σορούς σε τρέιλερ για να τις μεταφέρει. Όπως είχε γίνει γνωστό, η οικογένεια του χρωστούσε κάποια ενοίκια κι ο 61χρονος ήθελε να τους εκδιώξει πριν λήξει το μισθωτήριο.
Τα ίχνη του 61χρονου μετά το τετραπλό φονικό είχαν χαθεί μυστηριωδώς.
Η αστυνομία είχε στήσει επιχείρηση σύλληψης έξω από την κατοικία του στην Ανδραβίδα και ο δράστης είχε εντοπιστεί να κυκλοφορεί στην Περιμετρική Οδό των Πατρών στο ύψος του Παμπελοποννησιακού Σταδίου όπου είχε στηθεί μπλόκο, με τους αστυνομικούς να τον σταματούν και στη συνέχεια να τον συλλαμβάνουν χωρίς εκείνος να προβαίνει σε καμία αντίσταση.
Ο φίλος του 12χρονου αγοριού που ήταν μαζί του, την ώρα της φριχτής ανακάλυψης είχε πει στους αστυνομικούς: «Είχαμε πάει βόλτα το απόγευμα και κάποια στιγμή πήγαμε μαζί σπίτι του για να πάρει κάτι που ήθελε. Χτύπησε την πόρτα, όμως δεν άνοιξε κανείς. Και μας λέει να περιμένουμε για να μπει από το παράθυρο. Ξαφνικά μου λέει “γρήγορα γρήγορα έλα μέσα κάτι έχει πάθει η μάνα μου”. Μπαίνω και εγώ από το παράθυρο, ψάχνουμε το σπίτι και βλέπουμε το μωρό μέσα στην κούνια και νομίζαμε ότι κοιμόταν. Μετά είδαμε αίματα στο δωμάτιο όπου κοιμούνταν οι γονείς. Όμως δεν αντικρίσαμε τα άλλα μέλη της οικογένειας μέσα στο σπίτι. Μετά βγήκα έξω και ο φίλος μου βγήκε κρατώντας τον αδερφό του, που είχε έντονα κόκκινα σημάδια στο λαιμό και αίμα στο στόμα του…».