Πρεμιέρα σήμερα του νέου πτωχευτικού: Δεύτερη ευκαιρία με… ρευστοποίηση περιουσίας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”130769″ img_size=”full”][vc_column_text]Το μέιζον πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους που ανέρχεται σε 234 δις ευρώ, με το 1/3 να αφορά φυσικά πρόσωπα και τα 2/3 επιχειρήσεις, φιλοδοξεί να περιορίσει ο Κώδικας Διευθέτησης Οφειλών και Παροχής Δεύτερης Ευκαιρίας που τίθεται από σήμερα σε ισχύ.
Τα δύο κορυφαία θέματα που απασχολούν τις τράπεζες, την κοινωνία και την κυβέρνηση είναι τα «κόκκινα» δάνεια και η χρηματοδότηση της οικονομίας, καθώς η πανδημία αποτέλεσε τροχοπέδη στην προσπάθεια μείωσης του τεράστιου αποθέματος προβληματικών δανείων την ώρα που η ανάγκη νοικοκυριών και επιχειρήσεων για ρευστότητα ώστε να επιβιώσουν γίνεται επιτακτική. Ωστόσο και τα δύο θέματα έχουν πολλά κεφάλαια με διαφορετικές αναγνώσεις.
Στην περίπτωση των «κόκκινων» δανείων, για τις τράπεζες η εφαρμογή του πτωχευτικού νόμου -τη Δευτέρα 1η Μαρτίου για τις μεγάλες επιχειρήσεις και από την 1η Ιουνίου για τα φυσικά πρόσωπα και τις μικρές επιχειρήσεις- και η επανέναρξη των πλειστηριασμών το νωρίτερο στις 15 Μαρτίου αποτελούν «καλά νέα». Από την άλλη πλευρά, για τους δανειολήπτες αυτές οι εξελίξεις είναι ιδιαίτερα αγχωτικές και επιτείνουν το κλίμα ανασφάλειας καταδεικνύοντας για ακόμα μία φορά ότι ο Πτωχευτικός Κώδικας είναι εκτός τόπου και χρόνου, αν και η εφαρμογή του μετατέθηκε και δεν μπήκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου.
Και αυτό παρά τις διαβεβαιώσεις κυβέρνησης και τραπεζών ότι θα ληφθούν όλες οι σχετικές πρόνοιες -που έχουν ημερομηνία λήξης- για όσους έχουν πληγεί από τη νέα κρίση (προγράμματα step up, «Γέφυρα Ι» για τα στεγαστικά και «Γέφυρα ΙΙ» τους επόμενους μήνες για τα επιχειρηματικά δάνεια), έχοντας μάλιστα ήδη βιώσει μια 10ετή κρίση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τη μεριά της ξεκαθαρίζει ότι δεν χωράνε άλλες καθυστερήσεις στη… μεταρρύθμιση του πτωχευτικού και στην επανεκκίνηση των πλειστηριασμών με στοχευμένα μέτρα προστασίας των ευάλωτων.
Ωστόσο, όσο ειλικρινείς κι αν είναι οι προθέσεις, όλα εξαρτώνται από την πορεία της πανδημίας και τις επιπτώσεις της και κατ’ επέκταση του Προϋπολογισμού και, φυσικά, από τα περιθώρια που δίνουν οι εποπτικές αρχές στις τράπεζες ώστε να μη «χτυπηθούν» οι ισολογισμοί τους και να μην αυξηθούν τα «κόκκινα» δάνεια. Γιατί αν συμβεί αυτό, τον «λογαριασμό» θα κληθούν να πληρώσουν και πάλι φορολογούμενοι.
Ετσι, το μείζον πρόβλημα είναι πώς θα καταφέρουν χιλιάδες εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι και μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που βιώνουν δραματική συρρίκνωση των εισοδημάτων τους να ανταποκριθούν, όχι μόνο τώρα, αλλά και σε μερικούς μήνες στις συσσωρευμένες υποχρεώσεις τους όχι μόνο προς τις τράπεζες αλλά και προς Δημόσιο, ΔΕΚΟ και τρίτους, όταν η οικονομία κινείται σε ρυθμούς ρελαντί εδώ και έναν χρόνο. Και το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά όλη την Ε.Ε. και κυρίως τις ευάλωτες χώρες.
Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης -που η κυβέρνηση έχει αναγάγει σε Ιερό Δισκοπότηρο- ακόμα δεν τα έχουμε δει να εισρέουν στα ταμεία των χωρών και όπως υπογραμμίζουν πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, «ακόμη και όταν αρχίσουν να κατανέμονται, δεν θα είναι επαρκή για να δώσουν λύσεις στα τεράστια προβλήματα που έχει προκαλέσει η κρίση του Covid-19».
Πλέον, οι φωνές που θέτουν μετ’ επιτάσεως το ζήτημα «διαγραφής» του χρέους των χωρών προς την ΕΚΤ, ώστε να διευκολυνθεί η κοινωνική και οικολογική ανοικοδόμηση μετά την πανδημία της Covid-19, πληθαίνουν. Στις φωνές αυτές προστέθηκε μόλις πριν από λίγες ημέρες και ο νομπελίστας Χριστόφορος Πισσαρίδης. Μιλώντας σε εκδήλωση της ισπανικής εφημερίδας El Pais συντάχθηκε με τη θέση που διατύπωσαν στις αρχές Φεβρουαρίου περισσότεροι από 100 οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων ο Τομάς Πικετί, τονίζοντας ότι «οι πολίτες ανακαλύπτουν, ορισμένοι με τρόμο, πως σχεδόν το 25% του ευρωπαϊκού δημόσιου χρέους το διακρατά η κεντρική τράπεζά τους».
Λύσεις και μάλιστα «νόμιμες» υπάρχουν, αλλά η υλοποίησή τους προϋποθέτει πολιτική βούληση από την Ε.Ε. και την ΕΚΤ ώστε να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους όλων των χωρών της Ε.Ε. Πώς; «Με τη μετατροπή τμήματος του δημόσιου χρέους που βρίσκεται στα χέρια της ΕΚΤ σε ένα ομόλογο χωρίς τακτή λήξη και χωρίς τοκομερίδιο, που θα ανακούφιζε άμεσα τις δανειακές επιβαρύνσεις», όπως πρότεινε ο Κ. Μίχαλος σε επιστολή του προς την Κριστίν Λαγκάρντ και την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Πηγή: efsyn.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]