Δέκατη από το τέλος η ηλειακή οικονομία!
-Η χαμηλή παραγωγικότητα και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα
-Η πρωτιά στην αγροτική παραγωγή δεν αποφέρει υπεραξία και εξωστρέφεια
Επιμ.: Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Τα στοιχεία που επεξεργάστηκε η «ΔιαΝΕΟσις» για την ηλειακή οικονομία, ερμηνεύουν σε σημαντικό βαθμό τη χαμηλή ανταγωνιστικότητά της και τη δυσκολία της να βγει από το τέλμα, όντας δέκατη από το τέλος! Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές τιμές, το 2019 ανερχόταν στα €1.857 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο 67% του εθνικού μέσου όρου και στο 36% του μέσου όρου της ΕΕ, κατατάσσοντας την Ηλεία στις χαμηλότερες θέσεις (42η) ανάμεσα στις ΠΕ της χώρας.
Η παραγωγικότητα της εργασίας ανέρχεται το 2019 σε 22.100 ευρώ ανά εργαζόμενο, από τις χαμηλότερες μεταξύ των ΠΕ της χώρας (47η) και ισούται με το 65% του εθνικού και το 37% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και διαχρονικά μειώνεται με σημαντικό ρυθμό.
Η αποτύπωση του επιπέδου ευημερίας γίνεται συχνά με τη χρήση μιας σειράς φυσικών ή οικονομικών δεικτών οι οποίοι μετρούν με συγκριτικό τρόπο διαφορετικές πλευρές της κατάστασης μιας περιοχής και επιτρέπουν τη σύνθεση μιας συνολικής εικόνας. Η Ηλεία, σε μια σειρά από δείκτες, όπως οι τραπεζικές καταθέσεις, ο αριθμός των επιβατηγών αυτοκινήτων, ο αριθμός των λεωφορείων και ο αριθμός των γιατρών (όλοι οι δείκτες είναι ανά κάτοικο) παρουσιάζει ιδιαίτερα χαμηλές τιμές σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο και βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης μεταξύ των νομών της χώρας.
Οι καταθέσεις των κατοίκων της Ηλείας, ο αριθμός των ΙΧ αυτοκινήτων, των λεωφορείων και των γιατρών ανά κάτοικο ισούνται με το 49%, το 24%, 58% και 41% αντίστοιχα του εθνικού μέσου όρου, ενώ η διαχρονική μεταβολή των μεγεθών είναι συνήθως αρνητική.
Η Ηλεία έχει σχετικά καλύτερη επίδοση σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο σε κάποιους δείκτες, όπως τα φορτηγά αυτοκίνητα ανά κάτοικο (μέγεθος που συσχετίζεται με τις μεταφορές των αγροτικών προϊόντων), ή την αναλογία καθηγητών/μαθητών Λυκείου, ενώ βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο σε σχέση με τον αριθμό φαρμακείων.
Από την αγροτική παραγωγή το ¼ του ΑΕΠ της Ηλείας
Αξιοσημείωτη είναι η πρωτιά της Ηλείας στον πρωτογενή τομέα, καθώς έχει την υψηλότερη συνεισφορά στο συνολικό ΑΕΠ του (23,5%),μέγεθος υπερ-πενταπλάσιο από τον εθνικό μέσο όρο, το οποίο αυξάνεται με σημαντικούς ρυθμούς. Ωστόσο, ο δευτερογενής τομέας (μεταποίηση, ενέργεια και κατασκευές) της Ηλείας είναι σχετικά περιορισμένος και συμβάλλει μόνο κατά 12,2% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ. Βρίσκεται στην 32η θέση μεταξύ των ΠΕ και κάτω από τον εθνικό μέσο όρο, ενώ έχει φθίνουσα συμμετοχή στο ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία.
Ο τριτογενής τομέας (εμπόριο και υπηρεσίες) είναι ο μεγαλύτερος τομέας της οικονομίας και συμβάλλει με 64,3% στη διαμόρφωση του τοπικού ΑΕΠ. Παρ’ όλα αυτά, το μέγεθός του είναι μικρότερο από τον εθνικό μέσο όρο και βρίσκεται στην 40ή θέση της κατάταξης, ενώ διαχρονικά η συμμετοχή του στο ΑΕΠ μειώνεται.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα σε σχέση με τη συμβολή των τριών τομέων της οικονομίας στην απασχόληση της Ηλείας. Ο πρωτογενής συμβάλλει με 28,3% στη συνολική απασχόληση, ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής σε επίπεδο νομών, σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο και εφταπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά σε φθίνουσα πορεία.
Ο δευτερογενής τομέας συμβάλλει με 14,7% στην απασχόληση της Ηλείας, όμως είναι αρκετά κάτω από τον εθνικό μέσο όρο (76%) και περίπου στο μισό του μέσου όρου της ΕΕ (45%), διατηρώντας διαχρονική σταθερότητα συμμετοχής.
Τέλος, ο τριτογενής τομέας δημιουργεί τον κύριο όγκο των θέσεων εργασίας στην περιοχή (56,9%), αλλά η συμβολή του, παρότι διαχρονικά αύξουσα, είναι μικρότερη από αυτή του εθνικού (81%) και ευρωπαϊκού μέσου όρου (89%).
Οι πιο σημαντικοί γενικοί κλάδοι για την τοπική οικονομία της Ηλείας από άποψη μεγέθους κύκλου εργασιών είναι το χονδρικό και λιανικό εμπόριο (με μεγάλη διαφορά από τους υπόλοιπους), και ακολουθούν η γεωργία, η μεταποίηση, ο τουρισμός, οι μεταφορές και τα logistics, και τα ελεύθερα επαγγέλματα.
Μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις
Το σοβαρότερο ίσως πρόβλημα που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της τοπικής και περιφερειακής οικονομίας, είναι το μέγεθος τωνεπιχειρήσεων, διότι έχει ιδιαίτερη σημασία για την αποτελεσματική λειτουργία, το κόστος παραγωγής, αλλά και την ανταγωνιστικότητα των κλάδων, κυρίως των εξωστρεφών.
Αν υπολογίσει κανείς το μέσο μέγεθος των επιχειρήσεων λαμβάνοντας υπόψη και τη γεωργία, είναι εξαιρετικά μικρό και δεν ξεπερνά τον 1,5 εργαζόμενο ανά επιχείρηση. Αλλά και αν ακόμη αφαιρεθεί η γεωργία από τον υπολογισμό, το μέσο μέγεθος του μη γεωργικού τομέα της οικονομίας δεν ξεπερνά τους 2,6 εργαζόμενους ανά επιχείρηση. Το μέσο μέγεθος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ηλεία είναι αρκετά μικρότερο από τον μέσο όρο της χώρας, αλλά κυρίως των πλέον ανεπτυγμένων περιφερειών (4-6 εργαζόμενοι ανά επιχείρηση), το οποίο είναι ούτως ή άλλως μικρό με βάση τα διεθνή δεδομένα.
Η Ηλεία εξάγει το 7,3% του παραγόμενου ΑΕΠ της, μέγεθος που την κατατάσσει περίπου στη μέση της κλίμακας των περιφερειακών ενοτήτων της χώρας. Παρότι οι τοπικές εξαγωγές έχουν ακολουθήσει σημαντική αυξητική τάση την τελευταία δεκαετία, το μέγεθος αυτό αντιστοιχεί στο 43% του εθνικού μέσου όρου. Η Ηλεία, επιπλέον, διαθέτει ιδιαίτερα υψηλή εξαγωγική εξειδίκευση στη γεωργική παραγωγή, αλλά ελάχιστη εξαγωγική παρουσία και καμία εξειδίκευση στους άλλους κλάδους της τοπικής οικονομίας, ούτε σε αυτούς οι οποίοι είναι εντάσεως εργασίας ή χαμηλής τεχνολογίας.
Εξάλλου, παρότι ο εξαγωγικός προσανατολισμός του πρωτογενούς τομέα είναι σημαντικός, η έλλειψη σημαντικής επεξεργασίας των προϊόντων που θα συνέβαλε στη σύνδεση με τον κλάδο των τροφίμων, περιορίζει την προστιθέμενη αξία την οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει ο πρωτογενής τομέας για την τοπική οικονομία και συνεπώς περιορίζει την κατά τα άλλα σημαντική επίδρασή του στο τοπικό εισόδημα.