Αυτοί οι μαθητές στα χρόνια της πανδημίας…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”130277″ img_size=”full”][vc_column_text]
Του Νίκου Τσούλια*
[/vc_column_text][vc_column_text]Ποιος μπορεί να προσεγγίσει έστω με αδρές γραμμές το τι ακριβώς συμβαίνει στον κόσμο των παιδιών, των εφήβων, των νέων στους δίσεκτους καιρούς της πανδημίας; Ποιος μπορεί να ανιχνεύσει το πως θα επιδράσει όλη αυτή η σκοτεινιά το μέλλον τους και τα σχέδιά τους;
Βλέπουν τους γονείς τους χωρίς πολλές βεβαιότητες, με ανασφάλεια για το σήμερα και για το αύριο. Βιώνουν μια έκρυθμη κατάσταση, που δεν μπορούν να την ερμηνεύσουν. Ζουν σε συνθήκες εγκλεισμού εδώ και ενάμιση χρόνο. Το σώμα τους και το πνεύμα τους είναι συρρικνωμένα. Η φαντασία τους περικυκλώνεται από τις σκιές της πανδημίας. Οι παρέες τους και οι φίλοι τους γίνονται ακριβοθώρητοι.
Και η εκπαίδευσή τους, η διαπαιδαγώγησή τους, η κοινωνικοποίησή τους; Σε αναστολή, σε αλληλοδιάδοχες διακοπές, σε διαμεσολαβημένες από την εικόνα και τον υπολογιστή λειτουργίες. Και το σχολείο τους; Το νοσταλγούν ακόμα και όσοι δεν ενθουσιάζονταν μαζί του στις προ πανδημίας εποχές. Γίνεται όνειρο.
Τώρα τα σχολεία έχουν ανοίξει. Αλλά οι μαθητές δεν είναι βέβαιοι για την επόμενη ημέρα. Ένα κρούσμα είναι αρκετό για να κλείσει το τμήμα τους. Δυστυχώς δεν υπήρξε καμιά ουσιαστική στήριξη του ελληνικού σχολείου στην μέχρι τώρα πορεία της πανδημίας – μόνο οι μάσκες (με τη γνωστή φαιδρή ιστορία τους) και τα παγουρίνο! Ούτε μείωση μαθητών ανά τμήμα ούτε καν απόπειρα εύρεσης νέων αιθουσών ούτε αντισταθμιστική εκπαίδευση και ενισχυτική διδασκαλία ούτε τεχνολογική υποστήριξη (λίγα …ψίχουλα περί αυτού) ούτε διορισμοί εκπαιδευτικών για να στηρίξουν την προσπάθεια.
Όλοι οι μαθητές δοκιμάζονται σκληρά. Και είναι μια δοκιμασία που δεν αφορά μόνο μια δυστοπική σημερινή πραγματικότητα αλλά και ένα μεγάλο κενό στα σχέδιά τους, στις φιλοδοξίες τους, στα όνειρά του, που θα το κουβαλάνε μαζί τους. Δύο χρονιές με θεσμική υποεκπαίδευση, με ψήγματα αγωγής και πολιτισμού δεν αναπληρώνονται. Δεν μπορούν να επαναληφθούν οι σχολικές χρονιές για τους μαθητές, όπως υποστηρίζουν μερικοί. Δεν γίνεται και για λόγους ουσίας αλλά και για λόγους τυπικούς και τεχνικούς! Επιμέρους λύση είναι η εν μέρει αναπλήρωση με προγραμματισμό και σχεδιασμό και με διάθεση πόρων. (Επ’ αυτού θα επανέλθω).
Σε αυτή τη γενική, την γκρίζα εικόνα ισχυρίζομαι ότι υπάρχουν δύο επιμέρους ακόμα πιο “γκρίζες όψεις”. Η μία αφορά τα “πρωτάκια” του Δημοτικού των δύο σχολικών χρόνων, του περυσινού και του φετινού. Τα “πρωτάκια” πώς μπορούν να εδραιώσουν την πρώτη τους επαφή με τον κόσμο των Γραμμάτων, όταν δεν έχουν τη δασκάλα και τον δάσκαλο δίπλα τους – κυριολεκτικά και συμβολικά δίπλα τους; Πώς θα εισαχθούν στα σύμβολα, στις λέξεις, στις έννοιες, στις ιδέες χωρίς το συνοδοιπόρο, που θα οδηγήσει από το χέρι για να ξεχερσώνουν σιγά – σιγά την άγνοια; Ποιος θα τους δώσει με επιστημονικό τρόπο τις βασικές μεθόδους; Ποιος θα τα ενθαρρύνει και θα τα βοηθά στις δυσκολίες; Όχι, δεν μπορούν ποτέ οι γονείς να υποκαταστήσουν τη δασκάλα και τον δάσκαλο!
Η άλλη περίπτωση αφορά τους φετινούς υποψήφιους για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δύο χρόνια τώρα χωρίς εμπειρία εξετάσεων, χωρίς την ουσιαστική προετοιμασία του καλοκαιριού που μας πέρασε, χωρίς συστηματική εκπαίδευση, με ψυχολογία ανασφάλειας, με τον διαρκώς μετασχηματιζόμενο και ασταθή συναισθηματικό κόσμο της εφηβείας, με την έλλειψη φίλων και παρέας… Όλα αυτά δημιουργούν ένα τοπίο απαισιοδοξίας.
Και δεν μπορεί να σταθεί καμιά θεώρηση του τύπου ότι αυτή η κατάσταση αφορά όλους τους υποψηφίους και επομένως δεν αλλάζουν και πολλά πράγματα στο πεδίο του ανταγωνισμού. Πολλοί είναι οι λόγοι που δεν ισχύει μια τέτοια αντίληψη. Αρκεί και μόνο ένας για να ακυρωθεί η ισχύς της. Δεν επηρεάζονται ποτέ με τον ίδιο τρόπο οι άνθρωποι από μια κατάσταση “αντικανονικότητας”.
Υπάρχουν και οι ανισότητες, που πολλαπλασιάστηκαν και εντάθηκαν και με το κλείσιμο των σχολείων και με την τηλεκπαίδευση. Ανισότητες ακόμα απροσδιόριστες στην έκτασή τους. Και οι ανισότητες δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά ένα μέρος των μαθητών. Αφορούν την ουσία της εκπαίδευσης, την ηθική της παιδαγωγικής, το μέλλον της κοινωνίας. Δοκιμάζουν τον πυρήνα της μάθησης, τον ρόλο του εκπαιδευτικού, την καταστατική πράξη του σχολείου.
Και οι εκπαιδευτικοί; Ήταν και είναι αβοήθητοι από την πολιτεία σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας. Καμιά στήριξη. Μόνο επιθετικότητα και αδιαφορία γνώρισαν και γνωρίζουν από την ηγεσία του Υπουργείου. Όμως η μορφωτική κουλτούρα τους και η παιδαγωγική τους ευθύνη είναι αυτές που θα τους εμπνεύσουν και θα τους βοηθήσουν, για να βρουν φως στην εκπαίδευση των μαθητών τους. Η τωρινή επιστημονική και παιδαγωγική λειτουργία τους είναι πιο σημαντική και πιο κρίσιμη όσο ποτέ άλλοτε!
*Ο Νίκος Τσούλιας είναι Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής
Πηγή: alfavita.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]