Ανεπαρκής και καταστροφική η πολιτική στον αγροτικό κόσμο
Του Γιώργου Παναγιωτόπουλου
Αν. Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Μέλος Κ.Π.Ε ΠΑΣΟΚ
Τέλος φθινοπώρου 2022. Μια ακόμα καλλιεργητική περίοδος αφήνει δυσβάστακτα χρέη στην εναπομείνουσα παραγωγική τάξη, τους αγρότες.
Σε διαρκή περιδίνηση και αδυναμία διεξόδου από τη διαρκώς διογκούμενη αύξηση του κόστους παραγωγής, κινείται η πολύπαθη κοινωνική τάξη της υπαίθρου. Δηλαδή, Ώρα μηδέν, για την επιβίωση των αγροτών και τη βιωσιμότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
«Σε μια περίοδο, όπου είναι επιτακτική ανάγκη, μια νέα φυσιογνωμία του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, σε μια περίοδο όπου αμφισβητούνται δεδομένα και συνθήκες της οικονομικής ζωής και επιβάλλονται νέες αφηγήσεις μέσα από την αξιολόγηση της πραγματικότητας για στρατηγικό σχεδιασμό προσανατολισμένο στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελληνικής γης, η πολιτεία είναι απούσα. Οι θεσμοί της κοινωνίας απόντες. Τα πάντα αρχίζουν και τελειώνουν σε ανούσιες δηλώσεις και φωτογραφήσεις, λες και πωλούν καθρεφτάκια και χάντρες σε ιθαγενείς», έγραφα δύο χρόνια πριν σε δημόσια παρέμβασή μου. Δυστυχώς όμως ο χρόνος κυλά, αιχμάλωτος των συνειδητών πολιτικών παθογενειών.
Καμία μέριμνα και καμία ουσιαστική υποστήριξη από την ανύπαρκτη και εθνικά επιζήμια πολιτική της κυβέρνησης.
Ο παραγωγικός ιστός της χώρας φθίνει επικίνδυνα σε μια περίοδο, που λόγω των γεγονότων και εξελίξεων, έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα και στόχευση της πολιτικής για την εθνική επιβίωση.
Ας ρωτήσουμε τον διπλανό μας, αγρότη και κτηνοτρόφο, να μας δώσει με τα δικά του λόγια την ουσία και την αλήθεια της ζωής που βιώνει. Χρέη και αδιέξοδα, θα είναι οι λέξεις που θα ακούσουμε.
Δυστυχώς, δεν κατανοεί η κυβέρνηση ότι ο πρωτογενής τομέας είναι δομικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας όπου μπορούν πάνω του να κρεμαστούν και να αναπτυχθούν κάθε είδους μορφές του τριτογενούς τομέα.
Δυστυχώς, συνειδητά απαξιώνει και συρρικνώνει την παραγωγική βάση της χώρας προς όφελος μεγάλων «παικτών» του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου, περιορίζοντας επικίνδυνα την αυτάρκεια, άρα την εθνική ανεξαρτησία και υπόσταση.
Τεκμηριώνονται τα παραπάνω; ΝΑΙ
Από τον απελπισμένο αγρότη , παραγωγό και κτηνοτρόφο.
Από τι άλλο; Από στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση.
Γνωρίζουν οι κυβερνώντες ότι: Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής Γεωργίας-Κτηνοτροφίας το 2021 (έτος αναφοράς 2020), η συνολική χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή 2011 (έτος αναφοράς 2009), είναι μειωμένη κατά 6,5 εκατομμύρια στρέμματα περίπου, ενώ ο αριθμός των απασχολούμενων (κάτοχοι αγροτικών εκμεταλλεύσεων και μέλη των οικογενειών τους) έχει μειωθεί κατά 30% στους αποκλειστικά απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα και κατά 57% σε όσους έχουν και άλλες δραστηριότητες σε επίπεδο χώρας.
Στην περιφέρεια Δυτ. Ελλάδας, κατά το ίδιο διάστημα σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός γεωργικών εκμεταλλεύσεων μειώθηκε κατά 22,5%, η χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση μειώθηκε κατά 20% και ο αριθμός των απασχολούμενων (κάτοχοι αγροτικών εκμεταλλεύσεων και μέλη των οικογενειών τους) έχει μειωθεί κατά 24% στους αποκλειστικά απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα και κατά 50% σε όσους έχουν και άλλες δραστηριότητες.
Επιπλέον, καταγράφεται και έλλειμα ύψους 550 εκατ. ευρώ στο ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων το εννεάμηνο του 2022.
Η δραματική εικόνα των παραπάνω στοιχείων επιδεινώνεται καθημερινά.
Ήδη καθίσταται η συνθήκη μη αναστρέψιμη, με τη συνέχιση της ανεπαρκούς και καταστροφικής πολιτικής στον αγροτικό κόσμο.
Την ίδια ώρα που η επισιτιστική κρίση χειροτερεύει, με τα προϊόντα πρώτης ανάγκης να ακριβαίνουν κάθε ημέρα, με τον ετήσιο δείκτη τιμών καταναλωτή να αυξάνεται διαρκώς και τους αναλυτές να προειδοποιούν ότι έρχεται και νέα άνοδος τους επόμενους μήνες, η χώρα υποθηκεύει το μέλλον της στερούμενη τον διαχρονικό στυλοβάτη της κοινωνίας, τον πρωτογενή τομέα, ως αποτέλεσμα μιας αδιάφορης πολιτικής της κυβέρνησης.
Όμως,
Είναι η αγροτική μας οικονομία, εθνικό ζήτημα ύψιστης προτεραιότητας «ανόητε» πολιτικέ, θαμώνα των gourmet εστιατορίων του Κολωνακίου, των βορείων προαστίων και θιασώτη της κοινωνίας των προνομιούχων κερδοσκόπων.