ΑΙΡΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΑ-Ενέργεια: Ένα δημόσιο αγαθό στα χεριά των ολιγαρχών
«Η φθηνότερη ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώνεται ποτέ». Αυτό είναι το απόφθεγμα που χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός για να διανθίσει το διάγγελμα στο οποίο εμφανίσθηκε πρόθυμος να επιστρέψει στους πολίτες ένα σημαντικό μέρος των υπέρογκων αυξήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος. Αναδρομικά μάλιστα, αυξάνοντας την επιδότηση του δημοσίου στην κερδοσκοπία των παρόχων ενέργειας.
Για να καταλάβουμε τι συμβαίνει με την Ενέργεια στη χώρα, πρέπει να εξετάσουμε αρχικά την κατάσταση όπως συμβαίνει με κάθε αγαθό που παράγεται, κυκλοφορεί στην «αγορά» και καταλήγει στον καταναλωτή. Είναι μία αλυσίδα με διάφορους κρίκους. Ο πρώτος είναι η παραγωγή. Εδώ η Ελλάδα ξεκινάει από ήδη δυσμενή θέση, καθώς η εξάρτησή της από την εισαγόμενη ενέργεια έχει υπερδιογκωθεί. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, του 2020, εισάγουμε το 81,4% των προϊόντων Ενέργειας που καταναλώνουμε, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 57,5%. Αυτή η εξάρτηση δεν ήρθε από μόνη της, είναι συνέπεια και πολιτικών επιλογών, όπως της βίαιης απολιγνιτοποίησης που προώθησε η κυβέρνηση, κλείνοντας τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ (και τροποποίησε τον Απρίλιο μετά το ξέσπασμα το πολέμου και τις αντιδράσεις). Μία επιλογή που παρουσιάστηκε, το 2019, ως «πράσινη επιλογή», μόνο που αποφασίστηκε και εκτελείται χωρίς να είναι έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο, ενώ οι στόχοι της χώρας για απεξάρτηση από τον «βρόμικο λιγνίτη» ήταν πιο φιλόδοξοι ακόμα και από τη Γερμανία, κατά 10 ολόκληρα χρόνια.
Ποια είναι λοιπόν η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί σήμερα στη χώρα και έχει οδηγήσει σε τραγικό αδιέξοδο τους καταναλωτές:
α) Η Ενέργεια στην Ελλάδα είναι πλέον πλήρως ιδιωτικοποιημένη. Με τις ευλογίες των δανειστών και τις υπογραφές όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων, η αγορά Ενέργειας «απελευθερώθηκε», οι ιδιώτες πάροχοι μπήκαν στο παιχνίδι, με υποσχέσεις για χαμηλότερα κόστη και ανταγωνισμό που θα λειτουργήσει υπέρ του καταναλωτή, Περάσαμε και μερικά «χρόνια του μέλιτος», με τις συνεχείς οχλήσεις για φοβερές και τρομερές προσφορές από τις ιδιωτικές εταιρείες, που εκείνο το διάστημα με ρύθμιση τρίτου μνημονίου αγόραζαν ρεύμα κάτω του κόστους από τη ΔΕΗ. Τώρα θα πρέπει να καταλάβουμε τι συμβαίνει, παγκοσμίως και διαχρονικά, όταν ιδιωτικοποιείς κοινωνικά αγαθά.
β) Η Ενέργεια εισάγεται σε ένα ιδιότυπο χρηματιστήριο, το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Η Ελλάδα μάλιστα έχει την μοναδικότητα, να παίζεται σε αυτό το Χρηματιστήριο το 100% της Ενέργειας, όταν το σύνηθες για άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι ένα ποσοστό 15-20%.
γ) Στην Ενέργεια κάνουν παιχνίδι μία χούφτα ολιγάρχες, μαζί με τη συμμετοχή του βρετανικού fund CVC που απέκτησε αποφασιστικό ρόλο στη ΔΕΗ, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε ότι το Δημόσιο δεν θα συμμετέχει στην Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου, χάνοντας έτσι την πλειοψηφία.
δ) Στους καταναλωτές έχει επιβληθεί μία, παντελώς ακατανόητη, «Ρήτρα Αναπροσαρμογής», που οδηγεί τους λογαριασμούς σε δυσθεώρητα ύψη, προκαλώντας μαζικές προσφυγές στα δικαστήρια, με έντονες αντιδράσεις ακόμα και από την Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων, που καλεί σε προσφυγές. Επομένως προκύπτει το ερώτημα: Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη πού είναι σε όλα αυτά; Πουθενά. Η κυβέρνηση έρχεται και «παίρνει μέτρα», αφού τελειώσει η αλυσίδα, αφού δηλαδή η Ενέργεια φτάσει στους πολίτες, σε «τετραπλάσιες και πενταπλάσιες τιμές», όπως παραδέχθηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε λοιπόν ότι επιστρέφεται, αναδρομικά, στους πολίτες «το 60% των πρόσθετων επιβαρύνσεων» για το διάστημα Δεκεμβρίου – Μαΐου. Αυτό δεν είναι απόλυτα ακριβές, γιατί έσπευσε να προσθέσει ότι το όριο της επιστροφής είναι στα 600 ευρώ. Άρα δεν μιλάμε για το 60%. Δεν διευκρίνισε επίσης τι ορίζεται ως «πρόσθετη επιβάρυνση», ενώ η επιστροφή αυτή αφορά μόνο οικιακούς καταναλωτές, για την κύρια κατοικία τους, με συνολικό μεικτό οικογενειακό εισόδημα ως 45.000 ευρώ. Για τις μικρές επιχειρήσεις, που είδαν αυξημένους λογαριασμούς κατά χιλιάδες ευρώ, η κυβέρνηση υπόσχεται ότι στους επόμενους λογαριασμούς, θα εμφανιστεί η αναδρομική έκπτωση από τους προηγούμενους μήνες.
Πώς μπορείς να διαφωνήσεις με αυτό; Πολύ εύκολα. Αν σκεφτείς ότι η κυβέρνηση αρνείται, πεισματικά να λάβει μέτρα για να χτυπήσει την αισχροκέρδεια στη ρίζα της, στα χρηματιστήρια και τις Ρήτρες που δημιουργείται, αλλά έρχεται μετά τον λογαριασμό, όχι να στηρίξει τον κόσμο, αλλά να επιδοτήσει τους ολιγάρχες και την ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ που μοιράζει μπόνους και ετήσιες απολαβές δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ στα στελέχη της.. Τώρα, έρχεται το κράτος και μεγαλώνει λίγο τη δημόσια επιδότηση, μειώνοντας λίγο την αφαίμαξη των πολιτών. 40% εσύ, 60% το Δημόσιο για λίγους μήνες, 50-50, φίφτι – φίφτι, για τους επόμενους.
Πετάμε έτσι δισεκατομμύρια από τα δημόσια Ταμεία, ενώ παράλληλα εδώ και μήνες συντελείται ίσως η πιο βίαιη μεταφορά πλούτου από κάτω προς τα πάνω. Χειρότερη ακόμα και από την περίοδο των μνημονίων, ως προς τη συντομία της. Τα χαρίζουν, με «φιλολαϊκό μανδύα» στους ιδιώτες στους οποίους είχαν ήδη παραδώσει την εκμετάλλευση ενός κοινωνικού αγαθού, αφού κατήργησαν, τον δημόσιο έλεγχο. Αν, για παράδειγμα, το ρεύμα ήταν σήμερα κρατικό μονοπώλιο, η οποιαδήποτε κυβέρνηση θα μπορούσε απλά να ελέγξει τις τιμές, η να στηρίξει οικονομικά την κοινωνική πολιτική της κρατικής ΔΕΗ.
Και τέλος, προκύπτει το τελευταίο ερώτημα: Μέχρι πότε θα μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να πετάει δισεκατομμύρια σε ένα βαρέλι από το οποίο η ίδια έχει αφαιρέσει τον πάτο;