ΑΙΡΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΑ: 13000 ωφελούμενοι
Τα καμπανάκια είναι πολλά και χτυπάνε. Το ζήτημα, όπως πάντα, είναι ποιοι τα ακούν, και έπειτα ποιοι εξ’ όσων τα ακούν είναι διατεθειμένοι να κάνουν κάτι για αυτό. Γιατί πρόκειται για δύο διαφορετικά πράγματα, καμία αμφιβολία περί τούτου. Αν έχουμε φτάσει εδώ που έχουμε φτάσει σήμερα, είναι ακριβώς επειδή αναδείξαμε και εξακολουθούμε κατά κύριο λόγο να αναδεικνύουμε είτε ανίκανους, είτε αδιάφορους, είτε και τα δυο μαζί. Αν δε, συνυπολογίσεις και τη μερική ή ολική διαφθορά τους, έχεις ήδη μία πολύ καλή εικόνα για την κατάσταση της χώρας, της περιοχής, της πόλης, του χωριού, της γειτονιάς.
Ευτυχώς όμως υπάρχουν και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Τα γρήγορα αντανακλαστικά και η εν γένει διάθεση την οποία επέδειξε η περιφερειακή ενότητα Ηλείας ώστε να τρέξει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα το επιχειρησιακό πρόγραμμα Επισιτιστικής και Βασικής Υλικής Συνδρομής (Ε.Β.Υ.Σ.) του Ταμείου Ευρωπαϊκής Βοήθειας για τους Απόρους(ΤΕΒΑ/FEAD), αποκτά επιπρόσθετη σημασία, καθώς αποδεικνύει εν τοις πράγμασι ότι όπου υπάρχει ενδιαφέρον και βούληση, προκύπτουν αποτελέσματα. Θα συνιστούσε λοιπόν σημαντική παράλειψη να μην επισημανθεί η συμβολή του Αντιπεριφερειάρχη Π.Ε. Ηλείας, κ. Γιαννόπουλου σε αυτήν την υπόθεση, έτσι όπως αποκρυσταλλώθηκε και στην πρόσφατη σύσκεψη για τον συντονισμό της διαδικασίας διανομής προϊόντων ΤΕΒΑ.
Όμως, ας μην υπάρχει καμία αυταπάτη ότι μιλάμε για μία κοινωνία σε αδιέξοδο. Τα κοινωνικά μαθηματικά είναι απλά, αλλά η επανάληψη παραμένει πάντα η μήτηρ της μαθήσεως, ενίοτε και της πολιτικής φρόνησης. Εφόσον ο πληθυσμός του νομού ανέρχεται στα 149.350 άτομα και οι 7.029 αιτήσεις αντιστοιχούν σε 12.860 ωφελούμενους, τότε εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού διαβιεί κάτω από το όριο της φτώχειας. Μιλάμε για ανθρώπους που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Μιλάμε για οικογένειες. Μιλάμε για παιδιά. Μιλάμε για μία άνευ προηγουμένου επισιτιστική, ανθρωπιστική και κοινωνική κρίση. Και επιπλέον, αν αυτοί οι 13.000 συμπολίτες μας έχουν περιέλθει σε αυτή τη δεινή θέση, τότε είναι εξίσου βέβαιο ότι τουλάχιστον μερικοί δεκάδες χιλιάδες ακόμη βρίσκονται λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας.
Άραγε, από πότε το «δελτίο τροφίμων» έγινε κανονικότητα σε αυτή τη χώρα; Από πότε η πολιτική πρακτική εξαντλείται στη διαχείριση των συνεπειών της δριμείας φτωχοποίησης της συντριπτικής κοινωνικής πλειοψηφίας; Κι αν αυτή η φτωχοποίηση εξακολουθήσει να επελαύνει με τον ίδιο ρυθμό, τότε ποιο επιχειρησιακό ή άλλο πρόγραμμα θα σταθεί ικανό να ανακόψει την εμβάθυνση της κρίσης; Κάποιοι ζουν σε άλλο κόσμο και ίσως το αντιληφθούν μόνο όταν θα δουν εικόνες αργεντίνικης αγανάκτησης, με τις νοικοκυρές να διαμαρτύρονται στους δρόμους χτυπώντας τις κατσαρόλες τους. Τότε βέβαια ίσως γίνονται και άλλα. Πράγματα τα οποία δεν έχουν ξαναγίνει ποτέ εδώ. Αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο… Αν η ανάγκη για επιβίωση φτάσει στο μη περαιτέρω.
Δεν είναι δραματικοί οι τόνοι. Είναι δράμα η πραγματικότητα, όπως αποτυπώνεται και στα παραπάνω μεγέθη. Και αφού η πραγματικότητα είναι αυτή, τότε η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα δεν μεταμορφώθηκε και τίποτε δεν προμηνύει ένα νέο κύκλο ανάπτυξης της οικονομίας. Για την ακρίβεια, προβλέπεται να παραμείνει στάσιμη για τα δύο επόμενα χρόνια με ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης πέριξ του 1%. Σε αυτό το δυσμενές και δυσοίωνο σκηνικό, η Ηλεία δε θα μπορούσε να αποτελεί και δεν αποτελεί εξαίρεση. Και λιγοστεύουμε, και φτωχαίνουμε. Είναι βέβαια παρήγορο το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι οι οποίοι ενδιαφέρονται να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους έτσι ώστε να μετριάσουν την όξυνση της κοινωνικής ανισότητας και να συμβάλλουν ενεργά στην ανακούφιση των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, αλλά για πόσο και μέχρι ποιου σημείου, παραμένει ένα ερώτημα το οποίο οφείλει να προβληματίσει άπαντες.