Αφιέρωμα στον Αμαλιαδίτη Νίκο Μάργαρη-συγγραφέα της ιστορίας της Μακρονήσου
Εκδήλωση του Συλλόγου Φίλων Μουσείου Μπελογιάννη σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ)
Επιμέλεια Ελένη Παπαδοπούλου
Ο Σύλλογος Φίλων Μουσείου Μπελογιάννη διοργανώνει σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) εκδήλωση – αφιέρωμα στον Αμαλιαδίτη αντιστασιακό μουσικοσυνθέτη και συγγραφέα του έργου «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΥ» Νίκο Μάργαρη.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 25 Ιανουαρίου στος 6.30 το απόγευμα, στο συνεδριακό κέντρο της Σοχιάς στην Αμαλιάδα.
Ομιλητές θα είναι οι:
Θανάσης Γάλλος- Διδάκτωρ Ευρωπαϊκής Ιστορίας του Εθνικού Καποδιστριακού Παν/μίου της Αθήνας και ερευνητής της ΑΣΚΙ.
Ελένη Σκάβδη δημοσιογράφος και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Μουσείου Μπελογιάννη.
Ο Αμαλιαδίτης Νίκος Μάργαρης
Ο Νίκος Μάργαρης γεννήθηκε στην Αµαλιάδα το 1922. Από το 1941 οργανώθηκε στην Αντίσταση και συµµετέχει στην ίδρυση της ΕΠΟΝ Ηλείας. Συνεργάτης των παράνοµων εφηµερίδων Σάλπισµα (ΕΠΟΝ Ηλείας) και Μαχητής (ΕΑΜ Ηλείας) µετακινείται από τον Πύργο στην Πάτρα για την έκδοση της εφηµερίδας Ελεύθερη Αχαΐα. Στρατιώτης στη Μακρόνησο από το 1947 έως το 1950, καταγράφει συστηµατικά την καθηµερινή ζωή στο στρατόπεδο. Μετά την λήξη της στρατιωτικής του θητείας εξορίζεται στον Άη Στράτη όπου παραµένει – µε εξαίρεση µια δεκαοκτάµηνη άδεια- από το 1950 ως το 1960. Επιστρέφονταςαπό την εξορία εργάζεται στην Αυγή, παραδίδει µαθήµατα µουσικής καιταυτόχρονα συγγράφει το κλασσικό του βιβλίο για την ιστορία της Μακρονήσου χρησιµοποιώντας την δική του µαρτυρία και τις µαρτυρίες άλλων κρατουµένων. Παράλληλα συλλέγει µαρτυρίες και τεκµήρια για την Αντίσταση και τους τόπους εξορίας. Από την δεκαετία του ‘60 και σχεδόν ως το θάνατό του συγκροτεί ένα σηµαντικό αρχείο στο οποίο ταξινοµεί συστηµατικά τεκµήρια για την Κατοχή, την Εθνική Αντίσταση και τους τόπους εξορίας. Εκτός από το έργο του για την Μακρόνησο, ο Νίκος Μάργαρης, επιµελήθηκε τη Λευκή Βίβλο του ΕΑΜ, την Ιστορία της 10ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ ∆υτικής Μακεδονίας και τη βιογραφία του Ευριπίδη Μπακιρτζή. Πέθανε στην Αθήνα τον Ιούλιο του 2004.
Τί ήτανε επιτέλους η Μακρόνησος;
(Από το σημείωμα της έκδοσης)
Πολλοί γνωρίσανε και ζήσανε τη Μακρόνησο. Αρκετοί πέθαναν εκεί. Πάρα πολλοί δεν ακούσανε ίσως ποτέ τίποτα γι’ αυτήν. Άλλοι κάτι ακούσανε και άλλοι διαβάσανε. Και λίγοι γράψανε χωρίς να τη γνωρίζουν και δίχως να την ιδούν. Η σημερινή γενιά των 20 και 25 χρόνων σίγουρα δεν ξέρει τίποτα για τη Μακρόνησο. Ενώ πολλοί “διαπρεπείς επισκέπται” την είδανε τότε, μιλήσανε και γράψανε.
“Το υπέροχο αυτό πείραμα θα μπορούσαν να το μιμηθούν πολλαί χώραι”, είχε δηλώσει το Μάϊο του 1949 ο τότε αντιπρόεδρος της Βουλής των λόρδων κ. Τέϊνχαμ.
Ο Π. Κανελλόπουλος βεβαίωνε το Μάρτιο του 1949 ότι “στο ξερονήσι αυτό εβλάστησε η Ελλάς ωραιότερα από κάθε άλλη φορά”. Κι ένας εκλεκτός λογοτέχνης το Σεπτέμβριο του 1947 “είδε τη Μακρόνησο, συλλογίστηκε και ευχήθηκε: Πότε ολόκληρη η Ελλάδα μας θα γίνει Μακρόνησος και όλοι οι Έλληνες Μακρονησιώτες σαν τα παιδιά του Β’ Τάγματος”. Νταχάου, κάτεργο φασιστικό και ντροπή για την Ελλάδα και τον πολιτισμό αποκαλέσανε άλλοι τα αναμορφωτήρια. Το Σεπτέμβριο του 1950 αθηναϊκή εφημερίδα έγραφε: “Η Μακρόνησος κατεδικάσθη από τας ανοικτάς πληγάς των παραμορφωθέντων, από τους σταυρούς που υπάρχουν εις το μνήμα του Τατάκη και των άλλων τραγικών θυμάτων”.
“Ο στρατάρχης Παπάγος τον Απρίλιο του 1950 ανεγνώρισε την ανάγκην της καταργήσεως της Μακρονήσου. Υπέβαλεν εις τον Πρωθυπουργόν κ. Πλαστήραν εμπιστευτικήν έκθεσιν στρατηγού επί τούτω σταλέντος εις Μακρόνησον. Ο στρατηγός ούτος “πλειοδοτεί εις πιστοποίησιν διαπραχθεισών εκεί θηριωδιών”. Υποβάλλων την έκθεσιν ο στρατάρχης Παπάγος συνήνεσε εις την κατάργησιν της Μακρονήσου”.
Στις 10 Μαρτίου 1950 η γαλλική εφημερίδα “Φιγκαρώ” σημειώνει: “Ο Βασιλεύς Παύλος όταν ηρωτήθη υπό της Γαλλίδος δημοσιογράφου Ντομινίκ Ωκλαίρ δια το “νευραλγικόν σημείον”, δηλαδή το κάτεργον της Μακρονήσου, απήντησε: “Νομίζω και ελπίζω ότι όλα εκεί είναι καλά καθ’ όσον τουλάχιστον με επληροφόρησαν και με διεβεβαίωσαν”.
“Συνειργάσθην δια το αναμορφωτικόν έργον της Μακρονήσου και με εγκληματίας”, δηλώνει αργότερα ο στρατοπεδάρχης ταξίαρχος Μπαϊρακτάρης σε μια δίκη.
“Ντρέπομαι δια τους ύμνους που έγραψα άλλοτε δια την Μακρόνησον”, καταθέτει σε άλλη δίκη Έλληνας αξιωματικός που υπηρέτησε στο γραφείο Ηθικής Αγωγής των Στρατιωτικών Φυλακών. Κι ένας στρατιώτης του ίδιου γραφείου καταγγέλλει στο Δικαστήριο: “Εις την Μακρόνησον έγιναν φοβερά πράγματα”.
Μα τί ήτανε τέλος πάντων εκείνα τα αναμορφωτήρια; Τι έγινε στη Μακρόνησο; Τί ήτανε οι κλωβοί, τα σύρματα, οι αμετανόητοι και τα τρελάδικα; Πως η Ελλάδα “βλάστησε ωραιότερα παρά ποτέ” σ’ ένα ξερονήσι; Τί ήτανε επιτέλους η Μακρόνησος; Κάτεργο φασιστικό ή εθνική κολυμπήθρα; Αυτά θέλει να εξιστορήσει τούτο το βιβλίο. Και όχι όλα. Γιατί πολλά, πάρα πολλά παραμένουν ακόμα κρυμμένα.