Η εργαλειοποίηση του ύπνου έχει δύο όψεις


Σχεδόν 30 χρόνια έχουν περάσει από τότε που το Guinness World Records σταμάτησε επισήμως να καταγράφει ρεκόρ ακραίας αϋπνίας.

Έτσι, το ρεκόρ του Ρόμπερτ ΜακΝτόναλντ –18 ημέρες, 21 ώρες και 40 λεπτά χωρίς ύπνο– παραμένει και θα παραμείνει ακατάρριπτο.

Η απόφαση του 1997, όπως μας θυμίζει στους Financial Times o αρθογράφος Λίο Λιούις,  βασίστηκε σε τρεις λόγους: τεχνικούς (είναι σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν στιγμιαία επεισόδια «μικρο-ύπνου»), ηθικούς (υπάρχει σπάνια γενετική διαταραχή που προκαλεί θανατηφόρα αϋπνία) και, κυρίως, προφανείς: η παρατεταμένη στέρηση ύπνου είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και δεν ενδείκνυται να ενθαρρύνεται.

Κι όμως, παρά τη λογική και τη σύνεση αυτής της απόφασης, στην καθημερινή πολιτική και κοινωνική ζωή δείχνουμε εντυπωσιακά άνετοι με την εργαλειοποίηση του ύπνου.

Η εκμετάλλευση ενός τόσο βασικού ανθρώπινου αγαθού για πολιτικούς σκοπούς μοιάζει ιδιαίτερα οπισθοδρομική, σχολιάζει ο αρθογράφος. Και αυτό ισχύει ιδίως σε μια εποχή όπου οι κυβερνήσεις καλούνται να διαχειριστούν κοινωνίες στις οποίες όλο και περισσότερες, κυρίως λευκού κολάρου, θέσεις εργασίας απειλούνται από τεχνολογίες που δεν χρειάζονται ύπνο.

Ο ύπνος ως ανικανότητα

Η εργαλειοποίηση του ύπνου έχει δύο όψεις. Η πρώτη είναι παλιά, αλλά εφαρμόζεται με σύγχρονη ένταση: η παρουσίαση του ύπνου ως αδυναμία, πολυτέλεια ή λόγος πολιτικής απαξίωσης. Τη ρητορική αυτή χρησιμοποίησε συστηματικά ο Ντόναλντ Τραμπ, βαφτίζοντας τον Τζο Μπάιντεν «Sleepy Joe». Το υπονοούμενο ήταν σαφές: όποιος κουράζεται, όποιος χρειάζεται ύπνο, δεν είναι ικανός να ηγηθεί μιας χώρας που εξιδανικεύει τη διαρκή εγρήγορση και την ασταμάτητη ενεργητικότητα.

Το επιχείρημα λειτούργησε ακριβώς επειδή, στον δημόσιο λόγο, έχουμε μάθει να απαξιώνουμε κάτι που γνωρίζουμε ότι είναι απολύτως απαραίτητο.

Για το ανθρώπινο σώμα, ο ύπνος είναι μια σχεδόν μαγική διαδικασία αποκατάστασης. Για τον κακόπιστο ή απλώς πολιτικά υποκινούμενο παρατηρητή, μετατρέπεται σε ένδειξη αδυναμίας.

Η αϋπνία ως αρετή

Από αυτή την απαξίωση προκύπτει η δεύτερη όψη: η εξύμνηση της αϋπνίας. Όσοι κοιμούνται λιγότερο –τουλάχιστον σύμφωνα με τους ίδιους– εμφανίζονται ως πιο σκληροί, πιο αφοσιωμένοι, πιο παραγωγικοί, πιο πατριώτες.

Η στέρηση ύπνου βαφτίζεται πάθος, επιμονή και επιτυχία. Επενδυτές, τραπεζίτες και ανώτατα στελέχη έχουν υπάρξει ιδιαίτερα επιδέξιοι στο να παρουσιάζουν την προθυμία τους να θυσιάσουν τον ύπνο ως υπέρτατο νόμισμα επαγγελματικής αφοσίωσης.

Ο Τραμπ υιοθέτησε με ενθουσιασμό αυτή τη ρητορική, δηλώνοντας ότι «δεν είναι μεγάλος φίλος του ύπνου» και επιδεικνύοντας τις μεταμεσονύκτιες αναρτήσεις του ως απόδειξη αφοσίωσης.

Σε ανάλογο ύφος, επαίνεσε τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, λέγοντας ότι «δεν κοιμάται πολύ – όπως κι εγώ – σκεφτόμαστε τις χώρες μας».

Από την Ουάσιγκτον στο Τόκιο

Η εργαλειοποίηση του ύπνου δεν είναι αποκλειστικά αμερικανικό φαινόμενο. Στην Ιαπωνία, η πρωθυπουργός Σαναέ Τακαΐτσι δήλωσε με την ανάληψη των καθηκόντων της ότι εγκαταλείπει την ισορροπία εργασίας-ζωής υπέρ του «δουλειά, δουλειά, δουλειά».

Στη συνέχεια αποκάλυψε ότι κοιμάται μόλις 3 ώρες τη νύχτα και, σύμφωνα με κυβερνητικούς αξιωματούχους, καθιέρωσε συσκέψεις τις πρώτες πρωινές ώρες.

Σε μια χώρα που ήδη καταγράφει από τους χαμηλότερους μέσους όρους ύπνου στον ΟΟΣΑ, το μήνυμα ήταν σαφές: η εξάντληση παρουσιάζεται ως πολιτική αρετή, με την κοινωνία να καλείται –σιωπηρά– να την αποδεχθεί.

Ο κίνδυνος της απανθρωποποίησης

Οι άμεσοι κίνδυνοι αυτής της πολιτικής εργαλειοποίησης είναι εμφανείς. Υπάρχει όμως και ένας βαθύτερος, πιο ανησυχητικός: η απανθρωποποίηση.

Όταν η αϋπνία παρουσιάζεται ως δύναμη, οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μονάδες αντοχής, σε μηχανές απόδοσης που κρίνονται με βάση το πόσο λίγο κοιμούνται.

Ο Ρόμπερτ ΜακΝτόναλντ, ο άνθρωπος πίσω από το ακραίο ρεκόρ αϋπνίας, έπειτα από εκείνο το επίτευγμα έπεισε το Guinness να σταματήσει να το τιμά και αφιερώθηκε σε κάτι εντελώς διαφορετικό: την κατασκευή του μεγαλύτερου, τότε, πλοίου Βίκινγκ από 15 εκατομμύρια ξυλάκια γλειφιτζουριών. Αυτό είναι ένα δημιουργικό επίτευγμα άξιο μνείας. Όχι οι ώρες –ή οι μέρες– χωρίς ύπνο.

Η κληρονομιά κανενός, πολιτικού ή μη, δεν θα έπρεπε να μετριέται σε ώρες αϋπνίας. Σε έναν κόσμο που ήδη δοκιμάζει τα όρια της αντοχής του, ο ύπνος δεν είναι αδυναμία. Είναι ανθρώπινο όριο. Και ίσως, τελικά, μια σιωπηλή πράξη αντίστασης.

naftemporiki.gr