Η οικονομική κρίση «τροφοδοτεί» το δημογραφικό πρόβλημα

Την πρόβλεψη ότι τις επόμενες τρεις δεκαετίες θα συνεχιστεί η μείωση του πληθυσμού τής Ελλάδας και η δημογραφική του γήρανση, ενώ το πρόσημο του ισοζυγίου γεννήσεων/θανάτων θα παραμείνει αρνητικό, διατυπώνει το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων – Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. 

Μεταξύ των ετών 2011 και 2024, καταγράφονται σταθερά αρνητικά φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις μείον θάνατοι), τα οποία -μαζί με τα επίσης αρνητικά μεταναστευτικά ισοζύγια της περιόδου- προκάλεσαν τη μείωση του πληθυσμού κατά σχεδόν 500 χιλ. άτομα.

Παράλληλα, η Ελλάδα είναι μια σχετικά γερασμένη χώρα αφού σχεδόν το 23% των κατοίκων της είναι άνω των 65 ετών, ενώ το 2023 οι πάνω των 65 ήταν σχεδόν 1 εκατ. περισσότεροι από τους νέους 0-14 ετών.

Την ίδια στιγμή παρατηρείται και προοδευτική αύξηση των ποσοστών ατεκνίας, τα οποία για τις γενεές γύρω από το 1980 αφορούν πλέον περίπου 1 στα 5 άτομα.

Τον περασμένο Ιανουάριο η «Πρωινή» με ρεπορτάζ της κατέγραφε μια αναντιστοιχία μεταξύ γεννήσεων και θανάτων στην Ηλεία. Τα στοιχεία των ληξιαρχείων έδειχναν ότι το 2024 είχαμε περισσότερους θανάτους απ’ ότι γεννήσεις. Φυσικά αυτό αποτελούσε ένα είδος επιβεβαίωσης της επίσημης στατιστικής εικόνας, όπως αυτή είχε καταγραφεί λίγα χρόνια πριν, από την απογραφή του 2021.

Είδαμε τότε ότι ο μόνιμος πληθυσμός της Ηλείας μειώθηκε κατά 6,2% σε σχέση με το 2011, φτάνοντας τους 149.350 κατοίκους. Η μείωση αυτή αφορά τους περισσότερους δήμους της περιοχής, με εξαίρεση τους δήμους Ανδραβίδας – Κυλλήνης και Πηνειού, οι οποίοι σημείωσαν μικρή αύξηση πληθυσμού. Φυσικά, ανάλογες είναι οι τάσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, η οποία συρρικνώνεται πληθυσμιακά τα τελευταία 15 χρόνια, με μείωση 3,1%.

Ο πληθυσμός της χώρας δεν μειώνεται επειδή οι Έλληνες είναι μποέμ και ανεξάρτητοι, που δεν ακολουθούν τους κανόνες και τις συμβάσεις της κοινωνίας. Ο πληθυσμός μειώνεται επειδή η χώρα δεν δίνει οικονομικά κίνητρα στους πολίτες της να καλύψουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη δημιουργία μιας πολυμελούς οικογένειας. Το οικονομικό βάρος της απόφασης για τεκνοποιία λειτουργεί αποτρεπτικά για πολλά ζευγάρια, ειδικά σε περιόδους ακρίβειας και αβεβαιότητας, όπως αυτή που διανύουμε εδώ και πολλά πλέον χρόνια. 

Έτσι, το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι απλώς ζήτημα μείωσης του πληθυσμού. Είναι μια πολύπλοκη εξίσωση που συνδέεται άμεσα με την οικονομική κρίση, τη μετανάστευση εξαιτίας της, τη γήρανση και την απώλεια εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Ενώ η χώρα προσπαθεί να ανακάμψει από τις πληγές της οικονομικής κρίσης, οι επιπτώσεις της δεκαετίας 2010 – 2020 παραμένουν ορατές.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η Ελλάδα βίωσε ένα σοβαρό κύμα φυγής, γνωστό και ως “brain drain”. Μεταξύ 2010 και 2015, χιλιάδες νέοι, συχνά με υψηλά προσόντα και πτυχία, αναζήτησαν καλύτερες ευκαιρίες στο εξωτερικό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αναχωρήσεις να υπερβαίνουν τις αφίξεις, δημιουργώντας ένα δημογραφικό κενό που είναι δύσκολο να καλυφθεί.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η σύνθεση του πληθυσμού έχει αλλάξει. Το ποσοστό των αλλοδαπών έχει μειωθεί από το 6,5% το 2008 στο 3% το 2024. Αυτό εν μέρει εξηγεί και την μείωση των μαθητών που θα φοιτήσουν φέτος στην Α΄ Δημοτικού, καθώς παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν στη χώρα μας πριν έξι χρόνια, θα φοιτήσουν αλλού, αφού οι γονείς τους, ελλείψει εργασίας, μετακινήθηκαν σε άλλες χώρες ή επέστρεψαν στην πατρίδα τους.  Μια άλλη παράμετρος των στατιστικών στοιχείων είναι ότι το ποσοστό των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει αυξηθεί από 34,4% σε 40,2%. Παρά την πρόοδο αυτή, η απώλεια του εξειδικευμένου δυναμικού αποτελεί μια επίμονη πρόκληση για την ανάπτυξη της χώρας.

Πέρα από τους αριθμούς, το δημογραφικό πρόβλημα κρύβει σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι εάν δεν υπάρξουν άμεσες παρεμβάσεις, το μέλλον θα φέρει νέες προκλήσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας μπορεί να μειωθεί κάτω από τα 10 εκατομμύρια μέχρι το 2030, μια μείωση άνω του 4% σε σχέση με το 2022.

Ένα τέτοιο σενάριο απαιτεί βαθιές αλλαγές, κυρίως στις πολιτικές για την οικογένεια και τη γονιμότητα. Η αντιστροφή αυτής της πορείας είναι ένα στοίχημα που απαιτεί στρατηγική και αποφασιστικές κινήσεις. Θα μπορέσει η Ελλάδα να μετατρέψει την πρόκληση σε ευκαιρία; Δύσκολο, όσο η φτώχεια βασανίζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.