Εννέα κορυφαίοι οικονομολόγοι προβλέπουν τις επιπτώσεις από την κρίση του κορoνoϊού
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”107120″ img_size=”full”][vc_column_text]Mετά από πολλές εβδομάδες παγκόσμιου lockdown, την τραγική απώλεια δεκάδων χιλιάδων ζωών και το «κλείδωμα» μεγάλου μέρους της παγκόσμιας οικονομίας, η απόλυτη αβεβαιότητα εξακολουθεί να περιγράφει αυτήν την ιστορική στιγμή. Θα ανοίξουν ξανά οι επιχειρήσεις; Θα επιστρέψουν οι θέσεις εργασίας; Θα ταξιδέψουμε ξανά; Τα μέτρα στήριξης από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις θα είναι ικανά να αποτρέψουν μια βαθιά και διαρκή ύφεση, ή μας περιμένουν τα χειρότερα;
Ένα είναι σίγουρο: Η πανδημία θα οδηγήσει σε μόνιμες αλλαγές στην πολιτική και οικονομική τάξη, με τρόπους που θα γίνουν εμφανείς μόνο αργότερα.
To Foreign Policy ζήτησε από εννέα κορυφαίους στοχαστές, μεταξύ των οποίων δύο βραβευμένους με Νόμπελ οικονομολόγους, τις προβλέψεις τους για την οικονομική και χρηματοοικονομική τάξη μετά την πανδημία.
Joseph E. Stiglitz (Καθηγητής Οικονομικών, βραβευμένος με Νόμπελ και πρώην σύμβουλος Δημοκρατικών προέδρων): Χρειαζόμαστε καλύτερη ισορροπία μεταξύ παγκοσμιοποίησης και αυτονομίας
«Οι οικονομολόγοι συνήθιζαν να καλούν τις χώρες να ακολουθούν συγκεκριμένες πολιτικές επισιτιστικής ή ενεργειακής ασφάλειας, με δεδομένο ότι σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, όπου τα σύνορα δεν έχουν σημασία, θα μπορούσανε πάντα να στραφούνε σε άλλες χώρες αν κάτι συνέβαινε στη δική τους. Τώρα, τα σύνορα ξαφνικά έχουν σημασία, καθώς οι χώρες, οι οποίες διαθέτουν κρατούν τις μάσκες και τον ιατρικό εξοπλισμό για τις ίδιες και οι περισσότερες αγωνίζονται να προμηθευτούν. Η κρίση του πανδημίας υπήρξε μια ισχυρή υπενθύμιση ότι η βασική πολιτική και οικονομική μονάδα εξακολουθεί να είναι το έθνος-κράτος.
Για να χτίσουμε τις φαινομενικά αποδοτικές αλυσίδες εφοδιασμού μας, αναζητήσαμε στον κόσμο τον παραγωγό με το χαμηλότερο κόστος κάθε συνδέσμου στην αλυσίδα. Αλλά ήμασταν κοντόφθαλμοι, κατασκευάζοντας ένα σύστημα το οποίο σαφώς δεν είναι ανθεκτικό, αντίθετα είναι πολύ ευάλωτο. Η παραγωγή και διανομή, με λίγα ή καθόλου αποθέματα, μπορεί να είναι αρκετά ικανή να απορροφήσει μικρά προβλήματα, αλλά τώρα βλέπουμε το σύστημα να συνθλίβεται από μια απροσδόκητη διαταραχή.
Ίσως, θα έπρεπε να έχουμε πάρει το μάθημα της ανθεκτικότητας από την οικονομική κρίση του 2008. Είχαμε δημιουργήσει ένα διασυνδεδεμένο χρηματοοικονομικό σύστημα που φαινόταν αποτελεσματικό και ίσως ήταν καλό στην απορρόφηση μικρών σοκ, αλλά ήταν συστημικά εύθραυστο. Αν δεν υπήρχαν οι τεράστιες κρατικές ενισχύσεις, το σύστημα θα είχε καταρρεύσει, όταν έσκασε η φούσκα των ακινήτων. Προφανώς, αυτό το μάθημα δεν το πήραμε.
Στο οικονομικό σύστημα που θα διαμορφώσουμε μετά από αυτήν την πανδημία, οι χώρες θα πρέπει να αγωνιστούν για μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ της αξιοποίησης της παγκοσμιοποίησης και ενός απαραίτητου βαθμού αυτονομίας».
Robert J. Shiller (Νομπελίστας, καθηγητής του Yale University): Αυτή η ατμόσφαιρα πολέμου έχει ανοίξει ένα παράθυρο για αλλαγή
«Συμβαίνουν θεμελιώδεις αλλαγές κατά καιρούς – συχνά σε περιόδους πολέμου. Αν και ο εχθρός είναι τώρα ένας ιός και όχι μια ξένη δύναμη, η πανδημία δημιούργησε μια ατμόσφαιρα πολέμου, στην οποία τέτοιες αλλαγές φαίνονται ξαφνικά δυνατές. Ο πόλεμος φέρνει κοντά τους ανθρώπους όχι μόνο σε μια χώρα, αλλά και μεταξύ χωρών, καθώς μοιράζονται έναν κοινό εχθρό όπως ο ιός. Όσοι ζουν σε πλουσιότερες χώρες μπορούν να αισθανθούν περισσότερη συμπάθεια για εκείνους που υποφέρουν σε φτωχές χώρες επειδή μοιράζονται μια παρόμοια εμπειρία. Η τεχνολογία βοηθά να μας φέρει ακόμη πιο κοντά. Ξαφνικά ο κόσμος φαίνεται μικρότερος και πιο οικείος.
Υπάρχει λόγος να ελπίζουμε ότι η πανδημία έχει ανοίξει ένα παράθυρο για τη δημιουργία νέων τρόπων και θεσμών που θα αντιμετωπίσουν την ανισότητα. Για παράδειγμα, ένα καθολικό βασικό κατώτατο εισόδημα για τους εργαζόμενους αλλά και μια καλύτερη, καθολική, δημόσια ασφάλιση υγείας είναι δυο βασικά ζητήματα που τίθενται στο τραπέζι των αλλαγών. Δεδομένου ότι είμαστε όλοι στην ίδια πλευρά σε αυτόν τον πόλεμο, μπορεί τώρα να βρούμε το κίνητρο για τη δημιουργία νέων διεθνών θεσμών που θα επιτρέπουν καλύτερη κατανομή κινδύνων μεταξύ των χωρών. Η ατμόσφαιρα του πολέμου θα εξασθενίσει, αλλά αυτά τα νέα θεσμικά όργανα πρέπει να γίνουν και να μείνουν».
Gita Gopinath (επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ): Ο πραγματικός κίνδυνος είναι οι πολιτικοί που εκμεταλλεύονται τους φόβους μας
«Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, μια δραματική αλυσίδα γεγονότων – η τραγική απώλεια ζωών, η παράλυτη παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού, η διακοπή αποστολών ιατρικών προμηθειών μεταξύ συμμάχων και η βαθιά παγκόσμια οικονομική συρρίκνωση – αποκάλυψε τα τρωτά σημεία των ανοιχτών συνόρων και της παγκοσμιοποίησης. Οι επιχειρήσεις που αποτελούν μέρος των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού έχουν δει από πρώτο χέρι τους κινδύνους που ενυπάρχουν στις αλληλεξαρτήσεις τους και τις μεγάλες απώλειες που προκαλούνται από τη διακοπή αυτών. Επίσης, ακόμη και όταν τα μέτρα περιορισμού σταδιακά αρθούν παγκοσμίως, οι άνθρωποι μπορεί να αυτοαξιολογούν αλλιώς πλέον τους κινδύνους και να αποφασίζουν να περιορίσουν τα ταξίδια επ’ αόριστον, αντιστρέφοντας μισό αιώνα αυξανόμενης διεθνούς κινητικότητας.
Πέραν όμως της ανάγκης επαναπροσδιορισμού των τοπικών αγορών, ο πραγματικός κίνδυνος, είναι ότι αυτή η μετατόπιση από ανθρώπους και επιχειρήσεις, από την παγκοσμιοποίηση στην τοπικοποίηση, θα δώσει τροφή σε ορισμένους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να εκμεταλλευτούν τους φόβους για να υπερασπιστούν για άλλους λόγους τα κλειστά σύνορα. Θα μπορούσαν να επιβάλουν προστατευτικούς περιορισμούς στο εμπόριο με το πρόσχημα της αυτάρκειας και να περιορίσουν την κυκλοφορία των ανθρώπων με το πρόσχημα της δημόσιας υγείας. Είναι τώρα στα χέρια των παγκόσμιων ηγετών να αποτρέψουν αυτό το αποτέλεσμα και να διατηρήσουν το πνεύμα της διεθνούς ενότητας που μας έχει στηρίξει συλλογικά για περισσότερα από 50 χρόνια».
Carmen M. Reinhart (καθηγήτρια Διεθνούς Χρηματοοικονομικού Συστήματος στο Χάρβαρντ): Ένα ακόμη καρφί στο φέρετρο της παγκοσμιοποίησης
«Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η παγκόσμια οικονομική ύφεση στις αρχές της δεκαετίας του 1930 οδήγησαν στο θάνατο μιας προηγούμενης εποχής της παγκοσμιοποίησης. Αναζωπύρωση των εμπορικών φραγμών και των κεφαλαιακών ελέγχων, αποκοπή από τις παγκόσμιες κεφαλαιαγορές έως τη δεκαετία του 1950. Ο σύγχρονος κύκλος παγκοσμιοποίησης αντιμετώπισε μια σειρά χτυπημάτων μετά την οικονομική κρίση του 2008-2009: μια ευρωπαϊκή κρίση χρέους, το Brexit και τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας.
Η πανδημία κοραναϊού είναι η πρώτη κρίση από τη δεκαετία του 1930 που κατακλύζει τόσο τις προηγμένες όσο και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Η ύφεση θα είναι βαθιά και μεγάλη. Όπως και στη δεκαετία του 1930, οι κυριαρχικές επιλογές απομονωτισμού πιθανότατα θα αυξηθούν. Οι αμφιβολίες σχετικά με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, την ασφάλεια των διεθνών ταξιδιών και σε εθνικό επίπεδο οι ανησυχίες σχετικά με την αυτάρκεια στις ανάγκες θα ενταθούν και μετά την καταπολέμηση της πανδημίας. Η οικονομική αρχιτεκτονική μετά τον κορανοϊό μπορεί να μην μας οδηγήσει πίσω στην εποχή της προ-παγκοσμιοποίησης, αλλά η ζημιά στο διεθνές εμπόριο είναι πιθανό να είναι εκτεταμένη και διαρκής».
Adam Posen (Πρόεδρος του. Ινστιτούτου Peterson για τη Διεθνή Οικονομία): Οι προϋπάρχουσες συνθήκες της οικονομίας επιδεινώνονται
«Η πανδημία θα επιδεινώσει τέσσερις προϋπάρχουσες συνθήκες της παγκόσμιας οικονομίας. Η πρώτη από αυτές τις συνθήκες είναι η στασιμότητα – ο συνδυασμός της χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας, της έλλειψης ιδιωτικών επενδύσεων και του σχεδόν αποπληθωρισμού. Αυτό θα βαθαίνει, καθώς θα εξασθενίσει η ζήτηση και η καινοτομία.
Δεύτερον, το χάσμα μεταξύ των πλούσιων χωρών και του υπόλοιπου κόσμου θα διευρυνθεί περαιτέρω.
Τρίτον, εν μέρει ως αποτέλεσμα της ανάγκης για ασφάλεια και φαινομενικής ανοχής των αναπτυσσόμενων οικονομιών, ο κόσμος θα συνεχίσει να εξαρτάται υπερβολικά από το αμερικανικό δολάριο για χρηματοδότηση και εμπόριο. Τέλος, ο οικονομικός εθνικισμός θα οδηγήσει όλο και περισσότερο τις κυβερνήσεις να κλείσουν τις οικονομίες τους από τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό δεν θα παράγει ποτέ πλήρη αυτάρκεια, ή οτιδήποτε άλλο κοντά σε αυτό, αλλά θα ενισχύσει τις προηγούμενες συνθήκες».
Eswar Prasad (καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Cornell): Περισσότερο από ποτέ, ο κόσμος προσβλέπει στους κεντρικούς τραπεζίτες
«Η οικονομική και χρηματοοικονομική «σφαγή» που προκαλείται από την πανδημία θα αφήσει βαθιά σημάδια στην παγκόσμια οικονομία. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν ανταποκριθεί στην πρόκληση, υπονομεύοντας τους μέχρι τώρα κανόνες τους. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ενίσχυσε τις χρηματοοικονομικές αγορές με αγορές περιουσιακών στοιχείων και παρείχε ρευστότητα σε δολάρια σε άλλες κεντρικές τράπεζες. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δηλώσει «χωρίς όρια» την υποστήριξή της στο ευρώ και ανακοίνωσε μαζικές αγορές κρατικών και εταιρικών ομολόγων και άλλων περιουσιακών στοιχείων. Η Τράπεζα της Αγγλίας χρηματοδοτεί άμεσα κρατικές δαπάνες. Ακόμη και ορισμένες κεντρικές τράπεζες αναδυόμενων αγορών, όπως η Reserve Bank of India, εξετάζουν έκτακτα μέτρα.
Από την άλλη πλευρά, τα φορολογικά κίνητρα από τις κυβερνήσεις έχουν αποδειχθεί πολιτικά περίπλοκα, δυσκίνητα στην εφαρμογή τους, και συχνά δύσκολο να στοχεύσουν εκεί όπου η ανάγκη είναι μεγαλύτερη. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, που θεωρούνται συντηρητικοί, έχουν δείξει ότι μπορούν να ενεργήσουν με ευκινησία, τόλμη και δημιουργικότητα σε απελπισμένους καιρούς. Ακόμα και όταν οι πολιτικοί ηγέτες δεν είναι διατεθειμένοι να συντονίσουν διασυνοριακές πολιτικές, οι κεντρικοί τραπεζίτες μπορούν να ενεργούν σε συνεργασία. Τώρα και για πολύ καιρό ακόμη, οι κεντρικές τράπεζες έχουν εδραιωθεί ως η πρώτη και κύρια γραμμή άμυνας έναντι οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων».
Adam Tooze (καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια): Η κανονική οικονομία δεν θα επιστρέψει ποτέ
«Από όταν ξεκίνησε η πανδημία η πρώτη αντίδραση ήταν η αναζήτηση ιστορικών αναλογιών – 1914, 1929, 1941. Αυτό που φανερώνεται είναι η ιστορική καινοτομία του σοκ που ζούμε. Υπάρχει κάτι και είναι τρομακτικό. Πολλές χώρες αντιμετωπίζουν ένα πολύ βαθύτερο και πιο άγριο οικονομικό σοκ από ό, τι είχαν ζήσει στο παρελθόν. Σε τομείς όπως το λιανικό εμπόριο, που ήδη υφίσταται έντονη πίεση από τον διαδικτυακό ανταγωνισμό, το προσωρινό lockdown ενδέχεται να αποδειχθεί οριστικό. Πολλά καταστήματα δεν θα ανοίξουν ξανά, χάνονται μόνιμα οι δουλειές τους. Εκατομμύρια εργαζόμενοι, ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων και οι οικογένειές τους αντιμετωπίζουν την οικονομική καταστροφή. Όσο περισσότερο διατηρούμε το lockdown, τόσο βαθύτερες είναι οι οικονομικές πληγές και τόσο πιο αργή είναι η ανάκαμψη.
Αυτό που πιστεύαμε ότι γνωρίζαμε για την οικονομία και τη χρηματοδότηση έχει διαταραχθεί ριζικά. Από το σοκ της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, έχουν γίνει πολλές συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη να ληφθεί υπόψη η αβεβαιότητα. Τώρα ξέρουμε πώς υπάρχει μόνο αβεβαιότητα. Παρακολουθούμε τη μεγαλύτερη συνδυασμένη δημοσιονομική προσπάθεια μετά τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά είναι ήδη σαφές ότι ο πρώτος γύρος μπορεί να μην είναι αρκετός. Υπάρχουν μερικές ψευδαισθήσεις για τα πρωτοφανή ακροβατικά που κάνουν οι κεντρικές τράπεζες. Η ιστορία προτείνει ορισμένες ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις, όπως μια έκρηξη πληθωρισμού ή μια οργανωμένη δημόσια χρεοκοπία.
Εάν η απάντηση από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά είναι αποτροπή του κινδύνου ανάγκη για ασφάλεια, θα επιδεινώσει τις δυνάμεις της στασιμότητας. Εάν η απάντηση στα χρέη που συσσωρεύονται από την κρίση είναι λιτότητα, αυτό θα κάνει τα πράγματα χειρότερα. Είναι λογικό να ζητούμε αντ ‘αυτών μια πιο δραστήρια κυβέρνηση να μας οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση. Αλλά το ερώτημα, φυσικά, είναι ποια μορφή θα λάβει και ποιες πολιτικές δυνάμεις θα την ελέγξουν».
Laura D’Andrea Tyson (πρώην σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ): Πολλές χαμένες θέσεις εργασίες δεν θα επιστρέψουν ποτέ
«Η πανδημία και η επακόλουθη ανάκαμψη θα επιταχύνουν τη συνεχιζόμενη ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση της εργασίας – τάσεις που έχουν διαβρώσει τις θέσεις εργασίας μεσαίας δεξιότητας, ενώ αυξάνουν τις θέσεις εργασίας υψηλών δεξιοτήτων κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες και συμβάλλουν στη στασιμότητα των μέσων μισθών και την αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας. Οι αλλαγές στη ζήτηση θα αλλάξουν τη μελλοντική σύνθεση του ΑΕΠ. Το μερίδιο των υπηρεσιών στην οικονομία θα συνεχίσει να αυξάνεται. Αλλά το μερίδιο των υπηρεσιών θα μειωθεί στο λιανικό εμπόριο, τη φιλοξενία, τα ταξίδια, την εκπαίδευση, τη διοίκηση, καθώς η ψηφιοποίηση οδηγεί σε αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης και παροχής αυτών των υπηρεσιών.
Πολλές θέσεις εργασίας χαμηλού μισθού, χαμηλής ειδίκευσης, ειδικά εκείνες που παρέχονται από μικρές επιχειρήσεις, δεν θα επιστρέψουν με την ανάκαμψη. Ωστόσο, οι εργαζόμενοι που παρέχουν βασικές υπηρεσίες όπως η αστυνόμευση, η καταπολέμηση της πυρκαγιάς, η υγειονομική περίθαλψη, η εφοδιαστική αλυσίδα, οι δημόσιες συγκοινωνίες και τα τρόφιμα θα έχουν μεγαλύτερη ζήτηση, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες απασχόλησης και αυξάνοντας την πίεση για αύξηση των μισθών και βελτίωση των παροχών σε αυτούς τους παραδοσιακά τομείς χαμηλών μισθών. Η ύφεση θα επιταχύνει παράλληλα την ανάπτυξη της επισφαλούς απασχόλησης, εργαζομένων μερικής απασχόλησης, εργαζομένων με πολλούς εργοδότες, κ.λπ. Θα απαιτηθούν νέες δεξιότητες για νέες θέσεις εργασίας. Η ξαφνική εξάρτηση πολλών από την ικανότητα να εργάζονται εξ αποστάσεως θα χρειαστεί μια σημαντική και χωρίς αποκλεισμούς επέκταση του Wi-Fi, της ευρυζωνικότητας και άλλων υποδομών, που θα είναι απαραίτητη για να επιτραπεί η επιταχυνόμενη ψηφιοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας».
Kishore Mahbubani (καθηγητής και πρώην Διπλωμάτης, Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Σιγκαπούρης): Μια πιο παγκοσμιοποιημένη Κίνα
«Η πανδημία COVID-19 θα επιταχύνει μια αλλαγή που είχε ήδη ξεκινήσει: μια μετάβαση από την παγκοσμιοποίηση που επικεντρώνεται στις ΗΠΑ σε μια πιο επικεντρωμένη στην Κίνα παγκοσμιοποίηση. Γιατί θα συνεχιστεί αυτή η τάση; Ο αμερικανικός πληθυσμός έχει χάσει την πίστη του στην παγκοσμιοποίηση και στο διεθνές εμπόριο. Οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου είναι τοξικές, με ή χωρίς τον Ντόναλντ Τραμπ. Αντίθετα, η Κίνα δεν έχει χάσει την πίστη της. Γιατί όχι; Υπάρχουν βαθύτεροι ιστορικοί λόγοι. Οι Κινέζοι ηγέτες γνωρίζουν τώρα καλά ότι η στασιμότητα από το 1842 έως το 1949 ήταν αποτέλεσμα εφησυχασμού και μιας μάταιης προσπάθειας των ηγετών της να την αποκόψουν από τον κόσμο. Αντιθέτως, οι τελευταίες δεκαετίες της οικονομικής ανάκαμψης ήταν αποτέλεσμα εξωστρέφειας. Σήμερα πιστεύουν ότι μπορούν να ανταγωνιστούν οποιονδήποτε.
Κατά συνέπεια, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δύο επιλογές. Εάν ο πρωταρχικός τους στόχος είναι να διατηρήσουν την παγκόσμια υπεροχή, θα πρέπει να συμμετάσχουν σε έναν γεωπολιτικό ανταγωνισμό μηδενικού αθροίσματος με την Κίνα. Ωστόσο, εάν ο στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών είναι να βελτιώσει την ευημερία του αμερικανικού λαού – του οποίου η κατάσταση έχει επιδεινωθεί – θα πρέπει να συνεργαστούν με την Κίνα. Ο σοφότερος σύμβουλος θα πρότεινε ότι η συνεργασία θα ήταν η καλύτερη επιλογή. Ωστόσο, δεδομένου του τοξικού πολιτικού περιβάλλοντος μπορεί να μην επικρατήσει ο σοφότερος σύμβουλος».
Πηγή: tvxs.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][/vc_column][/vc_row]