Το Χρονογράφημα: Το κολύμπι
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”35494″ img_size=”full”][vc_column_text]Δεν πρέπει να περπατούσε πολύ καιρό. Το βάδισμα του μωρού ήταν αβέβαιο και σε κάθε βήμα του έλεγες ότι θα πέσει. Ωστόσο τις περισσότερες φορές το ένστικτο το βοηθούσε κι έτσι σαν από θαύμα την τελευταίο στιγμή κατάφερνε να μένει όρθιο.
Μα κι όταν τελικά έπεφτε χάμω, ξεσπούσε σε ασυγκράτητα γέλια καθώς τον υποδεχόταν ένα παχύ στρώμα άμμου, υπέροχης και μαλακής. Σκέφτηκα, «αν υπάρχει ευτυχία, τότε σίγουρα αυτό είναι το χαμόγελό της».
Το σήκω πάνω-πέσε κάτω συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, μέχρι η μαμά, η οποία παρακολουθούσε από διακριτική απόσταση, να το παστώσει εκ νέου με αντιηλιακή αλοιφή, παρότι η ώρα ήταν περασμένη και ο ήλιος όχι ιδιαίτερα καυτός.
Προτού προλάβει καλά καλά να γυρίσει την πλάτη της, το μικρό παιδάκι έφευγε με αστραπιαία ταχύτητα να κυνηγήσει το κύμα που επέστρεφε με ορμή πίσω στη θάλασσα. Το βουτάει τότε το μητρικό χέρι και το επαναφέρει με κλάματα και με φωνές πίσω στην ακτή.
Το μόνο όμως που ήθελε η καημένη, ήταν να του φορέσει τα μπρατσάκια του και μία κουλούρα, ώστε να κολυμπήσουν με ασφάλεια μαζί. Αφού εκτέλεσε με υποδειγματική ακρίβεια κινήσεων και αυτόν τον μικρό άθλο (από τους δεκάδες που πραγματοποιεί μία μητέρα κάθε μέρα), επέστρεψαν αγκαλιά στην ακροθαλασσιά, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά μπήκαν κιόλας.
Σύντομα το γέλιο τους αντηχούσε στην παραλία, μπερδευόταν με τα μελτέμια και ταξίδευε μακριά. Μάλιστα η νεαρή μαμά το άφηνε να επιπλεύσει μόνο του για λίγα δευτερόλεπτα προτού το πιάσει ξανά και ξανά, όσες φορές κι αν χρειαζόταν˙ δίχως να κουραστεί, δίχως να σκεφτεί στιγμή να παραιτηθεί από την προσπάθεια.
Θα είναι πάντα εκεί, δίπλα του, μέχρι να μάθει να κολυμπάει μονάχο.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]