Το χρονικό της «μαύρης» Παρασκευής του 2007: Έντεκα χρόνια από την τραγωδία των πυρκαγιών στην Ηλεία
Πριν από ακριβώς 11 χρόνια, το καλοκαίρι του 2007, την μαύρη εκείνη Παρασκευή της 24ης Αυγούστου, η Ελλάδα θα βιώσει μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές της ιστορίας της. Το καλοκαίρι εκείνο θα μείνει στην ιστορία ως «το καλοκαίρι που κάηκε η χώρα». Συνολικά 63 άνθρωποι θα βρουν τραγικό θάνατο, 27 εκ των οποίων στη στροφή του δρόμου στο χωριό Αρτέμιδα της Ηλείας, όπου θα εγκλωβιστούν, θα τους φτάσουν οι φλόγες και θα τους κάψουν ζωντανούς.
Περίπου 1.500 σπίτια θα καούν ολοσχερώς και περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι θα μείνουν άστεγοι. Σχεδόν 4,5 εκατ. ελαιόδεντρα θα γίνουν στάχτη και μαζί τους περισσότερα από 60.000 ζωντανά.
Το συνολικό κόστος της καταστροφής θα αποτιμηθεί σε περισσότερα από 3,5 δισ. ευρώ. Ο νομός Ηλείας θα βρεθεί στην κορυφή της λίστας των περισσότερο πληγέντων νομών και θα ακολουθήσουν οι Αττική (φωτιές Πάρνηθας και Υμηττού), Λακωνία, Μεσσηνία, Αρκαδία, Κορινθία, Εύβοια.
Η κυβέρνηση Καραμανλή βρίσκεται σε αδιέξοδο. Την επόμενη μέρα της ανείπωτης τραγωδίας στην Ηλεία, στις 25 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός προβαίνει σε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, κηρύσσοντας τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ενώ παράλληλα ανακοινώνει τα πρώτα μέτρα ανακούφισης και την ίδρυση του Ταμείου Αρωγής που θα μείνει γνωστό στη συνέχεια ως Ταμείο Μολυβιάτη.
Περισσότερες από 15 χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Ισραήλ, Γαλλία, Ελβετία, Ρωσία, Τουρκία, Σουηδία, Γερμανία κ.ά.) ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της Ελλάδας για βοήθεια και στέλνουν πυροσβεστικές δυνάμεις, κυρίως αεροπλάνα και ελικόπτερα.
Η συχνότητα των πυρκαγιών και τα αλλεπάλληλα μέτωπα σε διαφορετικά σημεία της χώρας φουντώνουν εκτός από τις φλόγες και τη συνωμοσιολογία και πλέον γίνεται λόγος για οργανωμένο σχέδιο εμπρησμών. Κάποιοι πάνε το πράγμα ακόμα πιο πέρα, μιλώντας για Τούρκους πράκτορες που αλωνίζουν την Ελλάδα και βάζουν φωτιές.
Οι παροχές που μοιράζει αφειδώς η κυβέρνηση τις επόμενες μέρες (3.000 ευρώ σε όποιον έκανε μια απλή δήλωση πως είναι πυρόπληκτος, χωρίς κανέναν έλεγχο) είναι προφανές πως δίνονται για να καταλαγιάσει η λαϊκή κατακραυγή. «Μέχρι και από την Αθήνα κατέβαιναν να πάρουν τα λεφτά τότε. Άνθρωποι που δεν είχαν καμία σχέση με τον νομό», θα μας πει συνταξιούχος, πλέον, υπάλληλος της νομαρχίας Ηλείας που συμμετείχε τότε στη διαδικασία.
Στις 26 Αυγούστου οι φωτιές που καίνε την Ηλεία θα περικυκλώσουν τον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας. Από τον Νότο καίγονται η Ανδρίτσαινα, τα Κρέστενα, η περιοχή της Ζαχάρως, από τον Βορρά έρχεται ένα άλλο μέτωπο από το ορεινό χωριό Κλινδιά, το οποίο αφού πέρασε από Αγία Αννα, Γούμερο, Μουζάκι, Κουτσοχέρα, Καράτουλα, «σκάει» στην πεδιάδα της Ολυμπίας και συναντιέται με το μέτωπο του Νότου. Μαζί, ξεπερνούν τα 60 χιλιόμετρα σε μήκος.
Αν ανατρέξει κανείς στα βίντεο των τηλεοπτικών ανταποκρίσεων της εποχής, θα ακούσει τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των πυροσβεστών προς το συντονιστικό κέντρο να σταλούν ενισχύσεις ώστε να μην μπει η φωτιά μέσα στην Αρχαία Ολυμπία. Οι τηλεοπτικές εικόνες θα δείξουν απεγνωσμένους εποχικούς πυροσβέστες να προσπαθούν να ανοίξουν τους κρουνούς μέσα στον αρχαιολογικό χώρο και αυτοί να μη δουλεύουν.
Ωστόσο, αυτό που μένει στη μνήμη είναι η εικόνα του υπουργού Βύρωνα Πολύδωρα να μετακινεί με τη βοήθεια υψηλόβαθμων στελεχών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έναν… κορμό δύο μέτρα πιο πέρα, μεταδίδοντας έτσι την εικόνα στον κόσμο που παρακολουθεί σοκαρισμένος τα όσα συμβαίνουν πως η κυβέρνηση βρίσκεται εκεί και βοηθά…
Τριπλασιασμός πλημμυρών, πεντα-πλασιασμός κατολισθήσεων
Έντεκα χρόνια μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 στην Ηλεία, οι επιπτώσεις τους συνεχίζονται ακόμα, καθώς τα πλημμυρικά φαινόμενα και οι κατολισθήσεις έχουν πολλαπλασιαστεί εντυπωσιακά στην περιοχή.
Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησαν Έλληνες επιστήμονες με τίτλο «Η επίδραση των μεγάλων δασικών πυρκαγιών στις πλημμύρες και τις κατολισθήσεις. Η περίπτωση των πυρκαγιών του 2007 στην Ηλεία, Ελλάδα».
Στην έρευνα εξετάζεται ο αριθμός των πλημμυρών και των κατολισθήσεων στην περιοχή πριν και μετά την εκδήλωση των πυρκαγιών και βασίστηκε σε παρατηρητικά στοιχεία που συλλέχθηκαν από διάφορες πηγές δεδομένων κατά την περίοδο 1989–2016.
Από την επεξεργασία τους διαπιστώθηκε ότι η πυρκαγιά του 2007 συνέβαλε στην αύξηση της μέσης συχνότητας εμφάνισης πλημμυρών κατά 3,3 φορές, ενώ η συχνότητα των κατολισθήσεων στην περιοχή έχει αυξηθεί κατά 5,6 φορές σε σχέση με το χρονικό διάστημα πριν από την πυρκαγιά.
Μάλιστα, η έρευνα υπολογίζει ότι ενώ πριν από το 2007 στην ευρύτερη περιοχή συνέβαινε κατά μέσο όρο 1 πλημμύρα ανά 1,6 έτος, μετά την πυρκαγιά συμβαίνει κατά μέσο όρο 1 πλημμύρα ανά περίπου 4 μήνες!
Με τη χρήση διαφόρων μεθοδολογιών τεκμηριώθηκε ότι η αύξηση, τόσο στις πλημμύρες όσο και στις κατολισθήσεις, δεν οφείλεται σε κάποιον άλλο παράγοντα (π.χ. αύξηση των βροχοπτώσεων, ανθρώπινο παράγοντα, μεταβολές στις χρήσεις γης κ.λπ.), αλλά αποκλειστικά στην πυρκαγιά του 2007.
Επιπλέον, οι περιοχές που επλήγησαν από πυρκαγιές καταγράφουν σημαντική αύξηση της εμφάνισης και των δύο φαινομένων, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτα μεγαλύτερη αύξηση σε σύγκριση με τις γειτονικές περιοχές που δεν επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές. Η δε εξέταση της μηνιαίας εμφάνισης συμβάντων έδειξε αύξηση αυτών ακόμη και σε μήνες του έτους που η ένταση των βροχοπτώσεων παρουσίαζε μειούμενες τάσεις.
Οι πυρκαγιές προκάλεσαν τεράστια διαταραχή στη βλάστηση, και στις πληγείσες περιοχές χρειάστηκαν περίπου 2 χρόνια ώστε αυτή να ανακάμψει.
Ωστόσο, οι διαφορές στο είδος της βλάστησης θεωρούνται σημαντικοί παράγοντες για την παρατηρούμενη αύξηση των πλημμυρών και των κατολισθήσεων, καθώς τα ψηλά δάση έχουν υποκατασταθεί από χαμηλότερη βλάστηση.
Πρέπει να σημειωθεί πως παρότι στην επιστημονική κοινότητα είναι γνωστή η επίπτωση των πυρκαγιών στη διάβρωση και στα πλημμυρικά φαινόμενα, στη συγκεκριμένη μελέτη προσδιορίστηκε για πρώτη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο η έκταση της επίπτωσης – το πόσο δηλαδή μπορεί μια πυρκαγιά να αυξήσει τις πλημμύρες και τις κατολισθήσεις σε μια περιοχή.
Εξάλλου, η έρευνα επισημαίνει ότι θερμά καλοκαίρια, όπως αυτό του 2007, που εκτιμάται ότι θα είναι πιο συχνά τις επόμενες δεκαετίες λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι πιθανόν να προκαλέσουν περισσότερες πυρκαγιές, οι οποίες με τη σειρά τους θα συνοδεύονται από μια περίοδο διάρκειας έως και μία δεκαετία αύξησης των πλημμυρών και των κατολισθήσεων.
Να αποτελέσει η Ηλεία το υπόδειγμα για το νέο μοντέλο πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων
Η εθνική καταστροφή στο Μάτι Αττικής έντεκα χρόνια μετά το δικό μας δράμα, ξύπνησε μνήμες, επαναφέρει σκέψεις, επανακαταθέτει ερωτήματα και προβληματισμούς, για ό,τι έπρεπε να έχει γίνει στον τομέα της πρόληψης, στο σχεδιασμό της αντιμετώπισης, στην αντιπυρική και αντιπλημμυρική θωράκιση της Ηλείας, στην αποκατάσταση των ζημιών, την ανασυγκρότηση του θρυμματισμένου παραγωγικού μας ιστού.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και το Αρχηγείο του Πυροσβεστικού Σώματος, ουδέποτε μελέτησε, τα αίτια, τις αδυναμίες, τις παραλείψεις που οδήγησαν στην καταστροφή του 2007 προκειμένου να καταλήξει στα αναγκαία συμπεράσματα να καταρτίσει ένα σχέδιο πρόληψης και καταστολής των βέβαιων πυρκαγιών του μέλλοντος.
Η γεωγραφική θέση της Ηλείας, η ραγδαία επιδεινούμενη κλιματική αλλαγή, η φυτική σύσταση των δασών μας, το δύσκολο ανάγλυφο της ορεινής περιοχής, η πυκνότητα της αναγεννημένης χλωρίδας, προδικάζουν την επανάληψη μεγάλων πυρκαγιών στον τόπο μας.
Η πρόληψη λοιπόν και η αντιπυρική και η αντιπλημμυρική θωράκιση της Ηλείας έπρεπε να έχει αποτελέσει πρώτιστη προτεραιότητα. Ελάχιστα όμως έχουν γίνει στον τομέα αυτό στα έντεκα χρόνια που πέρασαν.
Στην Ηλεία χρειάζεται να υλοποιηθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα έργων αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας, στη βάση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου που θα μπορούσε να λειτουργήσει πιλοτικά για όλη τη χώρα.
Τώρα λοιπόν που η κυβέρνηση σχεδιάζει αναμόρφωση όλου του μοντέλου πολιτικής προστασίας και διαχείρισης κρίσεων, η Ηλεία, έχει το δυσμενές προνόμιο, να μπορεί να αποτελέσει το υπόδειγμα εφαρμογής του. Την πρόταση μου αυτή την έχω ήδη καταθέσει στα αρμόδια Υπουργεία και περιμένω την ανταπόκρισή τους.
Βεβαίως ένα τέτοιο πρόγραμμα έργων απαιτεί σημαντικούς οικονομικούς πόρους. Διαχρονικά οι κυβερνώντες μας τους οφείλουν. Άλλωστε το Ταμείο Μολυβιάτη δημιουργήθηκε κυρίως για την Ηλεία, η οποία ουδέποτε έλαβε όσα εδικαιούτο.