Το τέλος της περιπέτειας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”48892″ img_size=”full”][vc_column_text]Γράφει ο Παναγιώτης Παναγιώτου
Με το 2018, εισερχόμεθα στην αρχή του τέλους της «οδυνηρής», από κάθε πλευρά, μνημονιακής περιπέτειας των Ελλήνων. Πρέπει να λυθούν, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δύο αλληλένδετα μεταξύ τους «στοιχήματα». Πώς θα βγούμε από τη «μνημονιακή περιπέτεια» και πώς θα πορευτούμε την «επόμενη μέρα».
Ήδη η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης και η σωστή προετοιμασία για την έξοδο στις αγορές (εξαιρετική δημοσιονομική διαχείριση) φαίνεται να προχωρούν κανονικά, χωρίς ιδιαίτερα ανυπέρβλητα εμπόδια. Δεν είναι μόνο η καλή δουλειά της Αθήνας και η αξιοπιστία που έχει κερδίσει, αλλά και το θετικό ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον, που τη βοηθάει πολύ.
Συμπίπτουν, κατά κάποιον τρόπο, η ενίσχυση των ευρωπαϊκών ρυθμών ανάπτυξης με τη δική μας έξοδο στις αγορές και τις αναθεωρητικές τάσεις για τα προγράμματα λιτότητας στις χώρες με σκληρές περιοριστικές πολιτικές, που, όμως, έχουν πετύχει σημαντική δημοσιονομική σταθερότητα, όπως η δική μας.
Σωστά επιδιώκεται, εκτός από τη ρύθμιση του χρέους, καθαρή και αμετάκλητη έξοδος στις αγορές και δημιουργούνται παράλληλα υψηλά αποθέματα ασφάλειας για τον Αύγουστο του 2018. Ακολουθείται το υπόδειγμα της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, χωρίς προληπτική γραμμή πίστωσης.
Προφανώς, ο τρόπος εξόδου στις αγορές συνδέεται άρρηκτα και με το σχέδιο για την επόμενη μέρα, καθώς η ευρωπαϊκή εποπτεία, στην καθαρή έξοδο, περιορίζεται, ομαλοποιείται και δίνει πολύ ευρύτερα περιθώρια χάραξης πολιτικής στην κυβέρνηση.
Εδώ ξεκινάει το «στοίχημα» της «επόμενης μέρας», που «συμπυκνώνεται» σε ένα μεταμνημονιακό μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα σταθερότητας και μεταρρυθμίσεων, που πρέπει να περιέχει και σημαντικές πολιτικές «αποσυμπίεσης» των κοινωνικών πιέσεων της μνημονιακής περιόδου.
Είναι σαφές ότι η μεταμνημονιακή ελευθερία δεν πρέπει, αφενός, να παραβλέπει τους κινδύνους «εκτροχιασμού» από αλόγιστες πολιτικές, ενώ, αφετέρου, οφείλει πολιτικές αποκατάστασης των μεγάλων κοινωνικών αδικιών της προηγούμενης περιόδου. Αυτή η ισορροπία μπορεί να ενώσει, παραγωγικά και δημιουργικά, τη χώρα και να δώσει προωθητική δυναμική στην αναπτυξιακή της προσπάθεια.
Το τυπικό τέλος του μνημονιακού και αντιμνημονιακού διαχωρισμού θα αποκαταστήσει τον διαχωριστικό «πολιτικό άξονα» των κομμάτων, ανάλογα με τα ιδεολογικοπολιτικά «πιστεύω» τους, σε προοδευτικές και συντηρητικές δυνάμεις. Σ’ αυτό το περιβάλλον, η «νεοφιλελεύθερη προφητεία» παύει να είναι η «υποχρεωτική αλήθεια» για τη χώρα μας…
Κοινός παρονομαστής, για να κερδηθούν και τα δύο «στοιχήματα», είναι η ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις μείωσης της υπερφορολόγησης και χαλάρωσης της «θηλιάς» του ιδιωτικού χρέους προς το Δημόσιο και τις τράπεζες.
Για να γίνει αυτό, χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς (ενέργεια, υποδομές, τεχνολογία, βιομηχανία, τουρισμός κ.λπ.), που θα λειτουργήσουν προωθητικά και για τις μικρότερες. Όπως σημαντικό ρόλο θα παίξει και η ενίσχυση της χαμηλής κατανάλωσης, που δεν πρέπει να υποτιμάται η αναπτυξιακή οικονομική πλευρά της. (Αυτό κυρίως για όσους ειρωνεύονται τις τελευταίες μικρές, αλλά μαζικές «παροχές», που είναι χρήματα που μπαίνουν άμεσα στην αγορά.)
Τέλος, σημαντικό είναι και το πώς θα εξελιχθεί το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο. Επισημαίνουμε δύο σημαντικούς κινδύνους:
Πρώτον, να αντιμετωπιστεί το 2018 ως χρόνος μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, ενώ είναι χρόνος κρίσιμος για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Η αντιπολιτευτική εκλογολογία (άνευ αξίας, όπως αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια) και η πολιτική στάση που απορρέει εξ αυτής μπορεί, στη συγκεκριμένη συγκυρία, να δημιουργήσουν ένα επικίνδυνο αρνητικό κλίμα.
Και, δεύτερον, επειδή το πιο πιθανό είναι οι εκλογές να γίνουν το 2019 -ενώ το 2020 έχουμε και εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας-, βρισκόμαστε, δηλαδή, σε μια μεταβατική περίοδο για τη χώρα, η σταδιακή ομαλοποίηση του πολιτικού σκηνικού στον προοδευτικό χώρο «Αριστεράς και Κεντροαριστεράς» είναι απαραίτητη για να διευκολυνθούν οι αναγκαίες συνεργασίες και συμμαχίες, εάν και όταν προκύψουν μετά τις εκλογές.
Διαφορετικά, αφήνεται «η πόρτα ανοιχτή» για την επιστροφή στον κοινωνικό και πολιτικό συντηρητισμό…[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]