Ρεκόρ δεκαετίας στον ρυθμό ανάπτυξης
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”64328″ img_size=”full”][vc_column_text]Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση σε επίπεδο τριμήνου παρουσίασε ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του 2018, από το 2008, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, το οποίο καταγράφει τις θετικές εξελίξεις που σημειώνονται σε βασικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ αυτών, στην αγορά εργασίας με την αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας και στα δημοσιονομικά μεγέθη με την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,423 δισ. ευρώ (το πρώτο τετράμηνο του έτους), ενώ πτώση καταγράφεται στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα.
Στην έκθεση, που έδωσε στη δημοσιότητα ο πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, Παναγιώτης Κορλίρας, αποτυπώνεται, επίσης, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος για δεύτερο συνεχόμενο μήνα τον Μάρτιο.
Ειδικότερα, στην έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, μεταξύ άλλων, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
Tο ΑΕΠ εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 2,3% το Α’ τρίμηνο του 2018 έναντι του αντιστοίχου τρι,ήνου του 2017. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μεταβολή που σημειώνεται σε επίπεδο τριμήνου από το 2008. Παρά το γεγονός ότι το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017 είχε σημειωθεί μία εξαιρετικά ισχνή αύξηση -έτσι που η αφετηρία της σύγκρισης να είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή- αυτή η εξέλιξη είναι αναμφίβολα θετική, πόσο μάλλον που ενισχύεται η προσδοκία για συνολική αύξηση του ΑΕΠ κατά το 2018 περί το 2%. Η αύξηση οφείλεται κατά βάση στη βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου λόγω της ανόδου της αξίας των εξαγωγών και της κάμψης των εισαγωγών σε σχέση με το Α’ τρίμηνο του 2017.
Η μείωση της καθαρής αρνητικής συμβολής του εξωτερικού το?έα της οικονομίας (από 2,2 δισ. σε 696 εκατ. ευρώ) είναι αυτή που οδήγησε στην αύξηση του ΑΕΠ. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 7,6% ενώ το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης οφείλεται στις εξαγωγές αγαθών (+10,5%). Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σημείωσαν μείωση της τάξης του 2,8%. Αυτό το αποτέλεσμα προέκυψε από την κάμψη στις εισαγωγές αγαθών (κατά 6,1%) σε συνδυασμό με την άνοδο της αξίας των εισαγό?ενων υπηρεσιών (κατά 13%). Μικρή συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ είχε, επίσης, η αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 0,3%. Στον αντίποδα τώρα για ακόμα ένα τρίμηνο η ιδιωτική κατανάλωση αδυνατεί να ωθήσει προς τα πάνω το ΑΕΠ και κατέγραψε μείωση της τάξης του 0,4%. Οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) σημείωσαν σημαντική κάμψη κατά 10,4% που προήλθε αποκλειστικά από την κατηγορία «μεταφορικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα», η οποία, βέβαια, είχε καταγράψει πολύ μεγάλη άνοδο το Α’ τρίμηνο του 2017. Πάντως, σχεδόν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες επενδύσεων (μηχανολογικός εξοπλισμός, εξοπλισμός πληροφορικής, οικοδομή, κατασκευές) κατέγραψαν αύξηση.
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας συνεχίζεται κατά το Α’ τρίμηνο του 2018. Συγκεκριμένα, το ποσοστό τής εποχικά διορθωμένης ανεργίας δια?ορφώθηκε τον Μάρτιο του 2018 στο 20,1%, κατά μισή ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από τον προηγούμενο μήνα και κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.794.000, κατά 2% πάνω από τον Μάρτιο του 2017, ενώ ο αριθμός των ανέργων περιορίστηκε σε 956.000 ή κατά 9,6% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Κατά το πρώτο πεντάμηνο του 2018, οι προσλήψεις εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθαν σε 1.076.604 (εκ των οποίων οι ?ισές αφορούσαν πλήρη απασχόληση) και οι απολύσεις/αποχωρήσεις ανήλθαν σε 812.053. Το θετικό ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης διαμορφώθηκε σε 264.551 νέες θέσεις εργασίας, βελτιωμένο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017 κατά 49.247. Ειδικότερα, κατά τον μήνα Μάιο, το ισοζύγιο διαμορφώθηκε σε 108.725 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων 48.413 αφορούσαν τον κλάδο των καταλυμάτων και 29.340 δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης, προφανώς λόγω της έναρξης της τουριστικής περιόδου.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώθηκε για δεύτερο συνεχόμενο μήνα (Απρίλιο-Μάιο) μετά την πτώση που σημείωσε τον Μάρτιο στις 99,8 μονάδες και ανέκτησε το υψηλό επίπεδο του περασμένου Φεβρουαρίου (104,2). Αυτή η εξέλιξη οφείλεται κυρίως στη βελτίωση του ισοζυγίου Επιχειρη?ατικών Προσδοκιών (ΕΠ) στις κατασκευές, το οποίο παραμένει, ωστόσο, αρκετά αρνητικό. Πάντως η μηνιαία βελτίωση τον Μάιο σε σχέση με τον Απρίλιο είναι μικρότερη από την αντίστοιχη του Απριλίου, λόγω της οριακής επιδείνωσης του θετικού ισοζυγίου ΕΠ στο λιανικό ε?πόριο, καθώς και της επιδείνωσης του αρνητικού ισοζυγίου της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με τη σταθεροποίηση του δείκτη ΕΠ στις υπηρεσίες σε θετικά επίπεδα, αλλά και τον ισοσκελισμό των ΕΠ στη βιομηχανία.
Τον Απρίλιο του 2018, οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) -συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών επιστροφών φόρων- ανήλθαν σε 3.358 εκατ. ευρώ. Παρατηρείται οριακή, μεν, μείωση έναντι του προηγούμενου μήνα (κατά 2%) σημαντική, δε, σε ετήσια βάση (κατά 32%). Οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης και τα νοσοκομεία παραμένουν οι φορείς της ΓΚ με τις υψηλότερες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Σημειώνεται, ότι στις 14 Ιουνίου εγκρίθηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) η εκταίευση 1 δισ. ευρώ, τα οποία είχαν προβλεφθεί στο πρόγραμμα δανειακής στήριξης και πρόκειται να διοχετευθούν αποκλειστικά για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της ΓΚ. Αυτή η εκταμίευση θα συμβάλει στην πλήρη εκκαθάριση του αποθέματος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της ΓΚ, των εκκρεμών επιστροφών φόρων και των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης, μέχρι το τέλος του προγράμματος προσαρμογής. Η εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του ελληνικού δημοσίου παραμένει αυξητική. Αυτό το γεγονός αποδίδεται στη συνεχή υστέρηση των εισπράξεων έναντι των νέων ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων που ανακύπτουν, σε συνδυασμό με τη σύνθεση του συσσωρευμένου ληξιπρόθεσμου υπολοίπου. Πάντως, η εικόνα της περιόδου Ιανουαρίου-Απριλίου 2018 είναι βελτιωμένη σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους των ετών 2014-2017. Συγκεκριμένα, το τετράμηνο του τρέχοντος έτους οι εισπράξεις έναντι των ληξιπρόθεσμων οφειλών ανήλθαν σε 1.890 εκατ. ευρώ, περίπου κατά 18% υψηλότερα σε σχέση με το 2017. Παράλληλα, το νέο ληξιπρόθεσμο χρέος που δη?ιουργήθηκε το τετράμηνο του τρέχοντος έτους έφτασε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών. Τούτο αποδίδεται στη βελτιωμένη απόδοση των ελέγχων που διενεργεί η φορολογική διοίκηση, αλλά και στη συνδρομή σειράς από άλλες ρυθμίσεις και μέτρα που αφορούν σε επιστροφές φόρων, στην επίλυση φορολογικών διαφορών και στην αξιοποίηση αναγκαστικών μέτρων είσπραξης.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2018, η ΓΚ εμφάνισε ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 2.423 εκατ. ευρώ, έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 2.650 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2017. Αυτή η κάμψη οφείλεται στο γεγονός ότι η αύξηση των πρωτογενών δαπανών της ΓΚ (+615 εκατ. ευρώ ή 2,9%) υπερέβη σε απόλυτο ύψος την αύξηση των εσόδων της ΓΚ (+388 εκατ. ευρώ ή 1,6%). Η αύξηση των πρωτογενών δαπανών της ΓΚ προκλήθηκε, κυρίως, από την αύξηση των δαπανών για κοινωνικές παροχές (348 εκατ. ευρώ επιπλέον) και για αμοιβές προσωπικού (κατά 296 εκατ. ευρώ). Οι δαπάνες για κοινωνικές παροχές αυξήθηκαν λόγω: α) Της εντατικοποίησης των πληρω?ών του ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθενείας, β) της επίσπευσης των πληρωμών προς τους δικαιούχους του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης και γ) της αυξημένης δαπάνης για οικογενειακά επιδόματα. Η, δε, αύξηση των δαπανών για αμοιβές προσωπικού οφείλεται, κυρίως, στην αύξηση των καταβληθέντων από το κράτος εργοδοτικών εισφορών για τους δημοσίους υπαλλήλους.
Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου μετά τη σταθερή αποκλιμάκωση που επιτεύχθηκε, κατά τη διάρκεια του 2017 και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2018, αυξήθηκε τον τελευταίο μήνα σε ένα εύρος τιμών μεταξύ 4% και 4,6%. Η κυβερνητική αστάθεια, κυρίως στην Ιταλία, αλλά και στην Ισπανία, όπως και οι εξαγγελίες επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ, δημιούργησαν ανησυχία στις διεθνείς αγορές ομολόγων με αποτέλεσμα οι αποδόσεις των περιφερειακών οικονομιών της Ευρωζώνης να οδηγηθούν σε υψηλότερα επίπεδα. Αποτέλεσμα αυτού είναι να συμπαρασυρθούν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, τα οποία λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ διατηρούν υψηλή ευαισθησία στην αρνητική διεθνή συγκυρία. Η διακήρυξη μίας δεσμευτικής πολιτικής απόφασης από την πλευρά των δανειστών για το πλέγμα και το χρονοδιάγραμμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα καθιστούν μακροχρόνια διαχειρίσιμο το δημόσιο χρέος, είναι, μεταξύ άλλων, απαραίτητη για την εμπέδωση κλίματος σταθερότητας και την εξομάλυνση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.
Πηγή: tvxs.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]